Hλίας Γιαννακόπουλος | Πυρκαγιές: Στο ίδιο έργο θεατές

«Ο άνθρωπος είναι το μόνο πλάσμα που τολμάει να ανάψει φωτιά και να ζήσει μαζί της. Ο λόγος: μόνο αυτός έμαθε πώς να τη σβήνει»

(HenryVanDyke, Αμερικανός ποιητής)

Οι πυρκαγιές του φετινού καλοκαιριού δεν ανέδειξαν μόνον το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής (φαινόμενο θερμοκηπίου…) αλλά αποκάλυψαν και τις χρόνιες αδυναμίες του ελληνικού κράτους στην πρόγνωση – πρόληψη και αντιμετώπιση τέτοιων ακραίων φαινομένων. Η ζωντανή μετάδοση της καταστροφικής μανίας της φωτιάς προκαλεί δέος, φόβο, ανησυχία αλλά και οργή και αγανάκτηση. Κι αυτό γιατί κάθε καλοκαίρι λειτουργούμε ως «θεατές στο ίδιο έργο». Οι λίγοι που επιχαίρουν σε αυτό το έργο είναι οι «παραδοσιακοί» εχθροί της χώρας μας ή κάποιοι αρρωστημένοι πυρομανείς.

Δεν είναι λίγοι, όμως, κι εκείνοι που αντιμετωπίζουν τέτοια φαινόμενα με μία φιλοσοφική διάθεση που τροφοδοτεί τις υπαρξιακές μας αγωνίες και τον προβληματισμό μας για τη θέση του ανθρώπου απέναντι στη δύναμη των φυσικών νόμων. Πολλές ερωτήσεις και λίγες απαντήσεις.

 Όμηροι της φύσης;

Μπροστά στην αδυναμία του ανθρώπου να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τους φυσικούς κινδύνους (για άλλους βέβαια ανθρωπογενείς) τίθεται με έμφαση το ερώτημα: Είμαστε τελικά όμηροι των δυνάμεων της φύσης ή θύματα της δικής μας αβελτηρίας; Το ερώτημα αυτό σε άλλους γεννά μία μοιρολατρική διάθεση και στάση ζωής και σε άλλους προκαλεί μία έντονη διάθεση αυτοκριτικής ως βασικής προϋπόθεσης αυτογνωσίας (προσωπικής και εθνικής).

Οι θεωρητικοί της πρώτης άποψης πρεσβεύουν – ίσως με κάποια μελαγχολία – πως ο άνθρωπος είναι «αιχμάλωτος» της γεωγραφίας του τόπου που ζει και πως οι αντοχές του απέναντι στη δύναμη της φύσης είναι περιορισμένες. Αρνούνται την αποτελεσματικότητα του τεχνικού πολιτισμού και κυριαρχούνται από μία μηδενιστική διάθεση προς αυτόν. Είναι αυτοί που πιστεύουν πως το οικοσύστημα έχει τη δική του «λογική» λειτουργίας και υπακούει σε μία άκαμπτη φυσική τελεολογία.

Οι υπέρμαχοι της δεύτερης στάσης διατείνονται πως ο ανθρώπινος πολιτισμός προκαλεί τα ακραία φαινόμενα. Ο άνθρωπος στο όνομα του υλικού κέρδους θυσιάζει το φυσικό περιβάλλον προκαλώντας έτσι δυσλειτουργίες στο οικοσύστημα. Η ανθρώπινη ευθύνη απολυτοποιείται και οι ειδικοί αναζητούν τρόπους διεξόδου από το βασίλειο του καταναλωτικού ναρκισσισμού. Είναι η αισιόδοξη εκδοχή απέναντι σε όσους διακηρύσσουν τη μικρότητα του ανθρώπου απέναντι στις φυσικές δυνάμεις.

Τα προβλήματα

Οι πυρκαγιές, ωστόσο, συνιστούν μία θλιβερή πραγματικότητα για την Ελλάδα με πολλαπλά προβλήματα. Προβλήματα που εκτείνονται σε διάφορα επίπεδα που ακυρώνουν τις προσπάθειες της χώρας για μια πορεία ανάπτυξης.

Τα οικολογικά προβλήματα είναι εμφανή, αφού τα δάση, οι πνεύμονες μιας χώρας, μετατρέπονται σε στάχτη με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικολογική ισορροπία.

Τα οικονομικά προβλήματα δεν αποδυναμώνουν μόνον τους πυρόπληκτους αλλά «ματώνουν» και την ελληνική οικονομία που υποχρεώνεται αντί για την εκπόνηση αναπτυξιακών προγραμμάτων να επουλώνει πληγές.

Εξίσου οδυνηρά είναι και τα προβλήματα σε ανθρώπινο επίπεδο αφού η απώλεια σπιτιών και περιουσιών από τη μανία της φωτιάς συσσωρεύουν πόνο, δυστυχία, απόγνωση και απογοήτευση.

Απόρροια των παραπάνω προβλημάτων είναι και η επώαση ενός κλίματος αμφισβήτησης τόσο προς το κράτος όσο και προς τους πολιτικούς του εκφραστές. Αυτή η πολιτική αμφισβήτηση επωάζει άλλες αντικοινωνικές συμπεριφορές (ανομία, απολιτικοποίηση…) που αποδυναμώνουν τον κοινωνικό ιστό.

Η παρουσία και ενεργή δράση στο χώρο των πυρκαγιών πολλών εθελοντών καθώς και η εκδήλωση ενός κύματος κοινωνικής αλληλεγγύης προς τους πυρόπληκτους συνιστούν τα μόνο αναμφισβήτητα παρήγορα φαινόμενα. Πάντοτε οι «κρίσεις» αναδεικνύουν και τη θετική πλευρά ενός λαού.

 Ο υβριδικός πόλεμος

Στον κύκλο των προβληματισμών για τις συνεχείς και «οικοκτόνες» πυρκαγιές ανήκει και η αναζήτηση των αιτιών τους. Οι ειδικοί αποδίδουν τα αίτια στην κλιματική αλλαγή και στην υπερθέρμανση του πλανήτη και προειδοποιούν πως τέτοια φαινόμενα θα εμφανίζονται συχνότερα και εντονότερα στο μέλλον. Ωστόσο πολλοί είναι κι εκείνοι που θεωρούν πως οι πυρκαγιές είναι έργο εμπρηστών (ημεδαπών και αλλοδαπών).

 

«Υπάρχουν πολλοί Ηρόστρατοι που βάζουν φωτιά στους ναούς όπου λατρεύεται το είδωλό τους»

(Νίτσε)

Πυρομανείς και σύγχρονοι «μικροί Νέρωνες» ή Ηρόστρατοι προκαλούν με τις ενέργειές τους την οικολογική καταστροφή με ό,τι αυτή συνεπάγεται για όλο το φάσμα των ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Πολλοί μιλούν ακόμη και για «πολιτιστικό πλήγμα», αφού κινδυνεύουν και πολιτιστικά μνημεία (Ολυμπία…).

Προκαλεί, όμως, θλίψη και ανησυχία αν δεχτούμε ότι μια χώρα είναι όμηρος των πυρομανών ή κάποιων «ξένων» σαμποτέρ. Ο ακήρυχτος «υβριδικός πόλεμος» είναι πιο επικίνδυνος από τον συμβατικό και συνοδεύεται από τον αργό θάνατο της χώρας μας…

Το επιτελικό κράτος

Απέναντι στις πυρκαγιές το επιτελικό κράτος αυτοδιαψεύστηκε ή για την αντιπολίτευση αυτογελοιοποιήθηκε. Κι αυτό γιατί οι διαβεβαιώσεις περί πρόληψης κι ετοιμότητας του κρατικού μηχανισμού στην αντιμετώπιση τέτοιων φαινομένων αποδείχτηκαν κενές περιεχομένου και με αρκετή δόση πολιτικού κομπασμού. Φαίνεται πως τέτοια φαινόμενα είναι δύσκολο να αντιμετωπισθούν, χωρίς οι φλόγες να πάρουν το «μερίδιο» που τους ανήκει.

Το επιτελικό κράτος όφειλε να ευαισθητοποιήσει τους πολίτες στο θέμα των πυρκαγιών πριν αυτές εκδηλωθούν κατά τους θερινούς μήνες και όχι να κομπάζει περί ετοιμότητας των αρμοδίων υπηρεσιών. Κι αυτό γιατί η δασοπροστασία και η δασοπυρόσβεση είναι δύσκολο έργο και απαιτεί την συνδρομή ευρύτερων δυνάμεων και όχι μόνον του κρατικού μηχανισμού.

Η πολιτική διαχείριση…

Μία άλλη παράμετρος που αναδείχτηκε από τις πυρκαγιές ήταν και η πολιτική διαχείρισή τους. Η κυβέρνηση διακήρυξε πως επιχειρησιακά έκανε το καλύτερο δυνατό και αυτό το στήριξε στο γεγονός ότι δεν υπήρξε απώλεια ανθρώπινης ζωής, όπως συνέβη παλιότερα σε άλλες πυρκαγιές. Αυτό συνιστά μία «επιτυχία» αλλά δεν μπορεί να κρύψει την καταστροφή δασών, ζώων και ανθρώπινων κατοικιών – περιουσιών.

Η αντιπολίτευση – εκτός από κάποιες ακραίες φωνές – δεν επένδυσε πολιτικά ούτε εκμεταλλεύτηκε πολιτικά τις πυρκαγιές. Ο αντιπολιτευτικός λόγος κινήθηκε σε γενικές γραμμές σε ήπιους τόνους. Φαίνεται πως η τραγωδία στο Μάτι δίδαξε πολλά σε πολλούς. Τους έκανε σοφότερους και στην αντιμετώπιση (επιχειρησιακά) των πυρκαγιών και στην πολιτική εκμετάλλευση. Εξάλλου στις δύσκολες στιγμές αξιολογούνται θετικά οι προτάσεις και όχι οι πολιτικοί αφορισμοί.

Οι φραστικές χυδαιολογίες που διακινήθηκαν μέσω διαδικτύου και όσοι τις αναπαρήγαγαν υποδηλώνουν το πολιτικό ήθος και τον ηθικό ξεπεσμό ενός κομματιού της ελληνικής κοινωνίας. Οι ύβρεις και τα συνθήματα δεν είναι επιχειρήματα και υπονομεύουν τη δημοκρατία και τον πολιτικό πολιτισμό. Πολλοί ήταν εκείνοι που για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας χαίρονταν για την αδυναμία της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει γρήγορα κι αποτελεσματικά τις πυρκαγιές παραβλέποντας την προσπάθεια και τον αγώνα κάποιων συμπολιτών (πυροσβέστες, αστυνομία…) για την κατάσβεσή τους. Κάπου ακούστηκε και το σύνθημα «Μια βροχή μάς σώζει».

Εκκενώστε

Η αυτομαστίγωση, όμως, και η πολιτική μεμψιμοιρία δεν λύνουν προβλήματα. Προέχει ως λαός και χώρα να συνειδητοποιήσουμε πως η πρόληψη είναι η αποτελεσματικότερη μέθοδος αντιμετώπισης των ακραίων φαινομένων. Χρειάζεται η θεσμική θωράκιση των δασών με ειδικό νόμο και η προβολή τους ως εθνικό κεφάλαιο. Γιατί τα δάση είναι η ατομική και εθνική μας περιουσία και η διαφύλαξή τους προαπαιτεί την καλλιέργεια της ατομικής και εθνικής – συλλογικής ευθύνης.

Αυτή τη χώρα την έχουμε όλοι μαζί και όλοι μαζί φροντίζουμε για τη διάσωσή της. Διαφορετικά ο πριονισμός του εθνικού πλούτου (δάση…) μάς οδηγεί στον εθνικό αφανισμό. «Αυτή τη χώρα ή μαζί τη σώζουμε ή μαζί θα χαθούμε». Ας μην κάνουμε πραγματικότητα κάποιες μελαγχολικές προβλέψεις του τύπου «Πεθαίνουμε ως χώρα» ή την παραλλαγή του «Εκκενώστε» σε «Εκκενώστε τη χώρα».