Aθανασία Τσιοτινού: Μουσείο Δημήτρη και Λέγκως Κατσικογιάννη

Η ζωή και το έργο του αγωνιστή καλλιτέχνη με αφορμή το αφιέρωμα της εκπομπής «Πολιτιστικό Ημερολόγιο» στο Μουσείο Δημήτρη και Λέγκως Κατσικογιάννη.

Πριν λίγες μέρες είχα την τύχη και τη χαρά να μιλήσω στην εκπομπή «Πολιτιστικό Ημερολόγιο» του TV 100 (Δημοτικό Ραδιόφωνο Ανατολικής Μακεδονίας) για το Μουσείο Δημήτρη και Λέγκως Κατσικογιάννη, που στεγάζεται στα παλιά ψυγεία της ΑΓΡΕΞ στην Αγία Μονή. Η παρουσιάστρια Σουζάνα Καζάκα και η σκηνοθέτις Ζωή Γανίτη αφιέρωσαν ολόκληρη εκπομπή στο Μουσείο, στη ζωή και στο έργο του σπουδαίου καλλιτέχνη που πρόσφερε όλα τα έργα του στο Δήμο Τρικκαίων, αν και δεν είχε καμία προφανή σχέση με την πόλη των Τρικάλων, πέρα από κάποιες φιλίες (εκτός και αν θεωρείται σχέση η «φιλοξενία» του στις φυλακές των Τρικάλων ως πολιτικός κρατούμενος, λόγω των αριστερών του πεποιθήσεων). Η δωρεά αυτή, αναμφισβήτητα, αποτελεί μεγάλη τιμή για τον τρικαλινό λαό και τον Δήμο Τρικκαίων και μας κάνει υπερήφανους, γιατί ένας ζωγράφος-γλύπτης της αξίας και της αναγνωρισιμότητας του Δημήτρη Κατσικογιάννη προτίμησε να κληροδοτήσει σχεδόν όλο το έργο του στα Τρίκαλα, ενώ θα μπορούσε να το χαρίσει στον τόπο καταγωγής του ή στον τόπο που πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του.

Ωστόσο, πόσοι σήμερα στα Τρίκαλα, ειδικά οι νεότερες γενιές, γνωρίζουν το έργο του; Πόσοι γνωρίζουν για την ζωή του και την αγωνιστική του δράση και ακόμη περισσότερο πόσοι γνωρίζουν την ύπαρξη του Μουσείου στα Τρίκαλα και το έχουν επισκεφτεί; Λόγω της αισιόδοξης φύσης μου θέλω να πιστεύω ότι πολλοί Τρικαλινοί γνωρίζουν και έχουν επισκεφτεί το Μουσείο Δημήτρη και Λέγκως Κατσικογιάννη. Με αφορμή την εκπομπή που προβλήθηκε στο TV 100 την Κυριακή 1 Μαρτίου, αισθάνομαι υποχρέωσή  μου να «συστήσω» εκ νέου στο τρικαλινό κοινό αυτόν τον σημαντικό ζωγράφο-γλύπτη και μεγάλο αγωνιστή Δημήτρη Κατσικογιάννη -για να θυμηθούν οι παλιότεροι και να μάθουν οι νεότεροι. Νομίζω ότι του το χρωστάμε.

Ο καλλιτέχνης πίστευε ότι «ο καλλιτέχνης είναι δύσκολο να σωπαίνει. Πρέπει να μιλάει με τη σιωπούσα ομιλία του για τα κοινωνικά γεγονότα της εποχής. Δεν πρέπει να είναι ξεκομμένος απ’ αυτά» και κατάφερε τα έργα του να μην είναι απλά θέματα ή αντικείμενα με χρώματα και πνεύμα, αλλά ν’ αντικατοπτρίζουν τη βασανισμένη και κατατρεγμένη ψυχή των λαών από τους κερδοσκόπους. Αποστολή της τέχνης του ήταν να «αναστηλώνει» τη ζωή, όταν κινδυνεύει να αφανιστεί.

Ο Κατσικογιάννης γεννήθηκε στις 21 Ιουνίου 1915 στην Καρυά Ολύμπου. Η συνάντησή του με τον Αναστάσιο Αβέρωφ Τοσίτσα στη Λάρισα, όπου δούλευε από μικρή ηλικία υπήρξε καθοριστική για την εισαγωγή του στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Το 1939 ο μαθητευόμενος Δ. Κατσικογιάννης πήρε υποτροφία για το Παρίσι, την οποία όμως δεν αξιοποίησε, γιατί υποστήριζε ότι η χώρα του τον έχει περισσότερο ανάγκη. Αξιοποίησε ωστόσο την υποτροφία που έλαβε για το εσωτερικό, κάνοντας μελέτη για την αναστήλωση του μουσείου των Δελφών. Αποφοιτώντας από τη Σχολή Καλών Τεχνών ήταν ήδη κάτοχος επτά βραβείων γλυπτικής.

Την περίοδο της κατοχής οργανώθηκε στο Κ.Κ.Ε, στο Ε.Α.Μ και πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Μετά την απελευθέρωση πέρασε στις γραμμές του Δημοκρατικού Στρατού. Το 1952 ύστερα από φυλάκιση δύο χρόνων καταδικάστηκε ισόβια για την αντιστασιακή του δράση. Πέρασε συνολικά 13 χρόνια στις φυλακές (Κέρκυρα, Τρίκαλα, Λάρισα, Αλικαρνασσό και πάλι Κέρκυρα). Το 1964 παντρεύτηκε την Ελένη (Λέγκω) Ζιώγα, η οποία συνέβαλε τα μέγιστα στην καλλιτεχνική δημιουργία του. Η Λέγκω γεννήθηκε στη Ραψάνη Ολύμπου το 1924 και πήρε ενεργό μέρος στον απελευθερωτικό αγώνα του λαού μας (ΕΠΟΝ, εφεδρικός ΕΛΑΣ, υποδειγματική Ομάδα γυναικών-μπουρλοτιέρισσες του Μηχανικού Ολύμπου).

Ο καλλιτέχνης πραγματοποίησε πολλές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Έργα του υπάρχουν στο Ερμιτάζ και στη Βαρσοβία. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Κατσικογιάννης απέσπασε θερμές κριτικές για το έργο του από ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών της εποχής του.

Κύριο θέμα των έργων του Δημήτρη Κατσικογιάννη είναι η Εθνική Αντίσταση. Η προσωπική και η καλλιτεχνική ζωή του είναι άρρηκτα συνυφασμένη με το μύθο του «αγωνιστή» καλλιτέχνη, θύματος και θύτη ταυτόχρονα του ιερού και αξεπέραστου χαρίσματος της καλλιτεχνικής του δημιουργίας. Στους πίνακές του επιδιώκει να μνημονεύσει και να επισφραγίσει την εκτυφλωτική ανάταση της ΕΑΜικής ψυχής. Ο καλλιτέχνης με το τουφέκι πολεμούσε και με το μολύβι και το πινέλο ζωγράφιζε τους «αγίους» του αγώνα. Αλλά και έπειτα, έγκλειστος στις φυλακές για 13 χρόνια, δεν έπαψε να ζωγραφίζει. Τα χρώματα για τη ζωγραφική του τα έφτιαχνε μόνος του, αγοράζοντας μόνο, και αυτό κρυφά, λινέλαιο και μπογιές. Πολλά έργα του, όμως, κατασχέθηκαν και άλλα κάηκαν από τους δεσμοφύλακές του.

Φιλοτέχνησε, επίσης, έργα εμπνευσμένα από το Πολυτεχνείο, τους αγροτικούς αγώνες, τους πολιτικούς εξόριστους, την τρομοκρατία, την παγκόσμια ειρήνη, για τον αγώνα του βιετναμέζικου λαού, για τους αγώνες και τις αγωνίες των λαών του Σαλβαντόρ, της Παλαιστίνης, της Μπιάφρας, της Τουρκίας, της Αφρικής, του Ιράν, της Κύπρου, του Αφγανιστάν, της Κορέας, της Νικαράγουας, ακόμα και για το ΝΑΤΟϊκό πόλεμο στον Περσικό Κόλπο.

Η επαφή του με τα ευρωπαϊκά κινήματα στο Παρίσι και το γαλλικό Συμβολισμό από τη μια, η βαθιά γνώση της βυζαντινής αγιογραφίας από την άλλη τον ωθούν προς τη διαμόρφωση ενός τελείως προσωπικού ύφους μέσα από μονοχρωματικές θεματικές επιλογές και εξαϋλωμένα χρώματα. Δεν τον ενδιέφερε η εξωτερική ομορφιά των πραγμάτων, αλλά η εσωτερική μορφή και σημασία τους. Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στις προσωπογραφίες που φιλοτέχνησε είναι οι πολύ υψηλοί λαιμοί και τα τεράστια αθώα μάτια. Ο καλλιτέχνης έδινε αυτά τα χαρακτηριστικά στις προσωπογραφίες του (επιμηκυμένες αρχετυπικές μορφές), υπερβαίνοντας τα φυσικά χαρακτηριστικά του ανθρώπου, καθώς πίστευε πως η φυσική σωματική διάπλαση του ανθρώπου δεν είναι ικανή να δείξει αυτό που βαθιά αισθάνεται και είναι ο άνθρωπος.

Επιθυμία του καλλιτέχνη ήταν να κληροδοτήσει το έργο του στον Τρικαλινό λαό. Αφορμή για την επιλογή του στάθηκαν οι δύο εκθέσεις των έργων του στα χρόνια της μεταπολίτευσης, που έγιναν με πρωτοβουλία του πολιτιστικού σωματείου «ΣΤΕΓΗ», η θέρμη με την οποία υποδέχτηκαν τον ίδιο και τα έργα του οι κάτοικοι της πόλης, καθώς και η βαθιά φιλία του με τον Τάκη Παπαδημητρίου, δημοτικό σύμβουλο και εκπρόσωπο της «Συμπαράταξης για τα Τρίκαλα» στο ΔΣ του Πολιτιστικού Οργανισμού του Δήμου Τρικκαίων, που αποτέλεσε το συνδετικό κρίκο μεταξύ του ζωγράφου και του Δήμου Τρικκαίων.

Η εκπλήρωση της επιθυμίας του Κατσικογιάννη, που ήταν και επιθυμία της γυναίκας του Λέγκως, πέρασε πολλές φάσεις. Ο αείμνηστος καλλιτέχνης πέθανε τον Ιούνιο του 1991. «Αν… δημιουργηθεί μουσείο με έργα δικά μου, θα φέρνει το όνομα «Μουσείο Δημήτρη και Λέγκως Κατσικογιάννη», έγραφε στην ιδιόγραφη διαθήκη του στις 6/6/1982. Μοναδική κληρονόμος της περιουσίας του, ήταν η σύζυγός του, η οποία πέθανε ακριβώς μετά από 6 μήνες, χωρίς να προλάβει να εκπληρώσει το μεγάλο του πόθο. Τα έργα του κληρονόμησαν από τη σύζυγό του, ο Ιωάννης και η Στέλλα Ζιώγα και η Πηνελόπη Χρυσικού, οι οποίοι δώρισαν την τεράστια συλλογή του καλλιτέχνη στον Δήμο Τρικκαίων, με σκοπό την ίδρυση του μουσείου. Το «Μουσείο Δημήτρη και Λέγκως Κατσικογιάννη» εγκαινιάστηκε στις 11 Σεπτεμβρίου του 1994, επί δημάρχου Κώστα Παπαστεργίου -πατέρα του σημερινού δημάρχου Δημήτρη Παπαστεργίου-, στεγάστηκε προσωρινά στο ειδικά διαμορφωμένο κτίριο της «Δωροθέας Σχολής» και στη συνέχεια απέκτησε μόνιμη «στέγη» το Δεκέμβρη του 1998, στην περιοχή της Αγίας Μονής στα Τρίκαλα.

Ο ίδιος έλεγε για το έργο του: «… Δε σκοπεύω να κρεμάσω εκατομμύρια δραχμές στο μουσείο που θα ‘ναι αφιερωμένο στο λαό των Τρικάλων, αλλά μαρτυρίες της βασανισμένης και αγωνιστικής ζωής του λαού μας». Πράγματι, το «Μουσείο Δημήτρη και Λέγκως Κατσικογιάννη» είναι η ιστορία των αγώνων του ελληνικού λαού κατά του φασισμού και του ιμπεριαλισμού, καθώς το έργο του Κατσικογιάννη είναι επικό και πάντα επίκαιρο, μπορεί να προβληματίζει και να διδάσκει την αγωνιστική στάση ζωής, τους διαρκείς αγώνες των λαών για ελευθερία και δημοκρατία.

ΤΣΙΟΤΙΝΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΑ

ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ-ΘΕΑΤΡΟΛΟΓΟΣ