Τα λάθη του Νίκου Ανδρουλάκη

Συχνά τα θέματα που κυριαρχούν στη δημόσια ατζέντα αποκτούν τη δική τους δυναμική, επιβάλλονται ως πραγματικότητα, και δικαιώνονται ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία.

Αυτό συμβαίνει και για τις ενδεχόμενες εκλογές του Φθινοπώρου. Ανεξαρτήτως εάν η συζήτηση προήλθε από ακροτιμυθίες του κυβερνητικού στρατοπέδου (που όντως έγινε), εάν ανακυκλώθηκε με ζέση από το μηντιακό σύστημα που έχει μια έφεση στη δραματοποίηση, και αν επιτάθηκε από τη θεατρική επίδειξη αυτοπεποίθησης του ΣΥΡΙΖΑ (θα κάνει εκλογές ο Μητσοτάκης για να αποδράσει).

Το πρόβλημα είναι ότι οι εκλογές «είναι εδώ». Και θα συνεχίσει να είναι εάν οι φωτιές του Καλοκαιριού δεν λάβουν αποτρόπαια έκταση, και βέβαια αν ο εφέντης Ταγίπ δεν προβεί σε κάτι απονενοημένο. Το θέμα έχει λάβει τέτοια έκταση που αν δεν κηρυχτούν εκλογές, η κυβέρνηση θα δείχνει «υπό προθεσμία».

Και δεν αναφερόμαστε στο θεσμικόν του πράγματος, καθώς η κάθε κυβέρνηση πάντα είναι υπό προθεσμία, αλλά στην πολιτική και ψυχολογική απεικόνισή του στον λαό. Η ίδια θα υποστεί επί πλέον άσκοπη φθορά αφού ο Χειμώνας προβλέπεται βαρύς, ενώ περαιτέρω πλήγμα θα επέλθει και στη δημόσια ζωή από την τοξικότητα της αντιπαράθεσης- ιδιαιτέρως εκ μέρους της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Το γνωστό πρόβλημα είναι οι εκλογικοί νόμοι. Κυρίως αυτός της απλής αναλογικής τον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ κατέθεσε για να παγιδεύσει το ΚΙΝΑΛ. Ήλπιζε σε συνεργασία μαζί του μετά τις εκλογές του 2019, και έτσι να εξαλείψει τον Μητσοτάκη αφού η χαμένη ΝΔ θα έψαχνε νέο αρχηγό. Το ΚΙΝΑΛ δεν τσίμπησε και ο νόμος θα εφαρμοστεί στις τωρινές.

Ο νόμος της απλής θα μπορούσε να αποδώσει μια κυβέρνηση συνεργασίας, εάν ο Ανδρουλάκης δεν είχε αυτοπαγιδευτεί θέτοντας όρους που είναι μεν εντός θεσμικότητας, αλλά εκτός πολιτικού έθους. Αναφερόμαστε στο ούτε ο Μητσοτάκης ούτε ο Τσίπρας θα δουν πρωθυπουργία από μας, και στη διακήρυξή του για σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση.

Φευ, οι πολίτες δεν ψηφίζουν μόνο κόμματα επειδή συμφωνούν με τις ιδεολογικές τους αρχές, ανεξαρτήτως προσώπων. Πολύ περισσότερο στα κόμματα εξουσίας ψηφίζουν αρχηγούς ως εν δυνάμει πρωθυπουργούς.

Ούτε ο η ΝΔ θα είχε δει αυτοδύναμη κυβέρνηση εάν δεν ήταν ο Μητσοτάκης αρχηγός (τον ψήφισαν και πολίτες του κεντρώου και κεντροδεξιού χώρου), ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνηση εάν δεν είχε αρχηγό τον Τσίπρα. Το ανεξαρτήτως αρχηγού, απεδείχθη ότι ισχύει αρκετά στους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ (και καθολικά στο ΚΚΕ, το οποίο είναι εκτός συναγωνισμού).

Επιπροσθέτως πέραν του ότι είναι προσβολή προς τις επιλογές των ψηφοφόρων να απορρίψεις τον αρχηγό που εξέλεξαν, είναι και ουτοπικό γιατί ουδείς εκ των δύο θα δεχθεί την απόσυρση. Αν δεν σχηματισθεί κυβέρνηση και στις δεύτερες εκλογές (ως υπόθεση εργασίας), υπάρχει και η προοπτική των τρίτων, όπου ο λαός αγανακτισμένος θα ψηφίσει υπέρ του πρώτου κόμματος ώστε να τερματισθεί η αστάθεια.

Κυβέρνηση μεγάλου Συνασπισμού (ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ) είναι δύσκολο να σχηματισθεί. Όχι επειδή εκλαμβάνουμε σοβαρά τις διαβεβαιώσεις που εκπορεύονται από την Κουμουνδούρου, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ επουδενί θα συμμετάσχει σε κυβέρνηση με τη ΝΔ. Όταν έχεις συγκυβερνήσει με τον Καμμένο, όταν έχεις εφαρμόσει δεξιές πολιτικές (έστω και με κλάμα που είπε ο Σπίρτζης), έχεις απωλέσει το ηθικό έρεισμα να δηλώνεις ότι δεν συνεργάζεσαι με τη Δεξιά.

Κυρίως όμως επειδή ουδείς μέλλων πρωθυπουργός που θέλει να παραγάγει έργο για τη χώρα (και υστεροφημία για τον εαυτό του) θα δεχόταν να συγκυβερνήσει (εκτός εκτάκτου ανάγκης) με το συμπίλημα ανορθολογισμού και κομπορρήμονης κενής αριστερολογίας που είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως απέδειξε και στα 4,5 χρόνια της διακυβέρνησής του.

Ο Ανδρουλάκης, παρότι υπάρχει η εντύπωση ότι δεν έχει (δεν παίρνει) θέσεις, παίρνει θέσεις έστω και ανακλαστικές της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Θα μπορούσε να είναι ο ορθολογικός – και κοινωνικά ευαίσθητος – εταίρος μιας κυβέρνησης. Και εδώ εντοπίζεται το άλλο λάθος του.

Αντί να διαμορφώσει μια δεσμίδα όρων που θα ήταν δεσμευτικοί και απαράβατοι για τον κυβερνητικό εταίρο, και να ελκύσει έτσι ένα ποσοστό των πολιτών που θα προσέβλεπαν στην υλοποίησή τους, μίλησε για σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση, για να εισπράξει από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο ότι η ΝΔ δεν είναι σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.

Με τις δύο αυτές θέσεις, (όχι πρωθυπουργοί Μητσοτάκης – Τσίπρας, και «σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση») έχει αυτοϋπονομευτεί. Αναγκάζει τη διαφαινόμενη πρώτη ΝΔ να προσφύγει σε δεύτερες εκλογές, όπου κατά κύριο λόγο θα συμπιεστεί το δικό του κόμμα.

liberal.gr