Στα πανηγύρια της Ηπείρου που ξυπνάνε μνήμες του παρελθόντος

 

Της Χύτα Νίκης

τ. Προέδρου Ηπειρωτών Τρικάλων

Μέλος Πανηπειρωτικής Συνομοσπονδίας Ελλάδος

 

Το καλοκαίρι είχα την τύχη να βρεθώ στην όμορφη περιοχή της Ηπείρου με την παρθένα φύση και την πλούσια φυσική ομορφιά, με τις όμορφες παραλίες, με πολιτιστική κληρονομιά στην ιστορία των αιώνων που ξέρει πώς να μαγεύει τον επισκέπτη, με τα γραφικά ορεινά χωριά της που υποδέχονται φιλόξενα τους επισκέπτες και τους ξεναγεί σε όλους τους ιστορικούς χώρους, αλλά και τους τόπους αναψυχής, ξυπνώντας  θύμισες παλιές.

Πολλά πανηγύρια κάθε μορφής έδωσαν τον τόνο της δημιουργίας και της προσφοράς, καθώς ξεδιπλώθηκαν πολυόμορφα δρώμενα. Το πανηγύρι στο οποίο παρευρέθηκα, έγινε δίπλα στον Αχέροντα ποταμό, κοντά στις πύλες του Άδη. Ηπειρώτες κατέκλυσαν το χώρο.

Σε μια δύσκολη συγκυρία που ο καθένας μας ψάχνει απεγνωσμένα για διεξόδους, ανταμώσαμε ταξιδεύοντας σε μονοπάτια νου, καρδιάς και ψυχής, ανόθευτα και παραδοσιακά. Ενώσαμε όλοι μαζί τις φωνές μας σε πείσμα όλων αυτών που προσπαθούν να μας διώξουν από τα μονοπάτια της παράδοσης, η οποία αποτελεί το χθες το σήμερα και το αύριο. Ο ποταμός Αχέροντας με καθαρά κρυστάλλινα νερά φαντάζει τόσο ειδυλλιακός, πως μπορεί να είναι συνδεδεμένος με το μύθο και την ιστορία και να ταυτίζεται με τα ζοφερά σκοτάδια του Άδη; Από γνωστούς Ηπειρώτες καλλιτέχνες ακούστηκε Ηπειρώτικη μουσική, πολυφωνικά τραγούδια, μέσα σε ένα τοπίο που σε συναρπάζει που σε μαγεύει. Βρέθηκα και χόρεψα με ανθρώπους που κουβαλούσαν την ίδια νοσταλγία με μένα, τον ίδιο πατριωτικό παλμό.

Είναι αυτό το συναίσθημα που αφήνει τη στιγμή να κυλήσει για να ξυπνήσει η φλόγα μέσα στην ψυχή μας και μέσα από το τραγούδι και τους χορούς να αναρριγήσει. Με τα μηνύματα που έστελναν τα κορφοβούνια, γίναμε αιχμάλωτοι της ιστορίας. Ο στοχασμός λαμπάδιασε και γύρισε στα περασμένα: Θυμήθηκα πως όταν έφυγα από το χωριό μου για τις σπουδές μου, πόσο μου κόστισε η απουσία του, πόσες φορές το ανακαλούσα στη μνήμη μου. Όσο μακρύτερα ήταν τα ταξίδια μου, τόσο περισσότερο με κυρίευε η νοσταλγία και τότε στον ύπνο μου έρχονταν εικόνες, άλλοτε έγχρωμες, ζωντανές, που με τον καιρό γίνονταν ασπρόμαυρες ονειρικές. Την πατρίδα μου που γεννήθηκα και μεγάλωσα την κουβαλάω πάντα μέσα μου. Αισθάνομαι ότι της χρωστάω την ύπαρξή μου, διότι εκείνη φρόντισε στα παιδικά μου χρόνια να μου σπείρει σπόρους γόνιμους για το μέλλον.

Αυτό το παντοτινό χρέος που οφείλω στην Ήπειρο (χωριό μου), προσπαθώ μέσα από τα φτωχά, μικρά και ταπεινά λόγια που γράφω κατά καιρούς προς τιμήν της, να εξοφλήσω. Διότι η πατρίδα (χωριό μας) για τον καθένα μας είναι ότι είδαμε, ότι γευτήκαμε, ότι βιώσαμε και έχει μετατραπεί σε αυτό που είμαστε.