Σημάδια παράλυσης ξανά στην οικονομία

Σε πάγωμα επενδυτικών αποφάσεων προχωρούν ξένες επιχειρήσεις, ενώ την ίδια στιγμή αυξάνονται τα περιστατικά αναστολής πληρωμών από ελληνικές εταιρείες, στην πλάτη των οποίων κυβέρνηση και δανειστές συνεχίζουν να παίζουν το παιχνίδι της καθυστέρησης.

Αφήνοντας τον χρόνο να κυλά σε βάρος των παραπάνω, ο πολιτικός κόσμος είναι σαν να απαιτεί από την αγορά να κάνει υπομονή και να προσαρμοστεί στους δικούς του χρόνους. Αλλά το ερώτημα είναι αν η αγορά αντέχει να κάνει άλλη υπομονή.

Στην περίπτωση των ξένων, άνθρωποι που συνομιλούν με επενδυτές, διαχειριστές και hedge funds μεταφέρουν μια εικόνα δισταγμού για τοποθετήσεις στην Ελλάδα, που αποτυπώνεται καταρχήν στις αποστάσεις ασφαλείας που κρατούν από τη χώρα, και φτάνει μέχρι και σε προσωρινό τουλάχιστον πάγωμα ειλημμένων αποφάσεων. Τέτοια είναι η περίπτωση επενδυτών από το Κουβέιτ και το Ντουμπάι με επενδυτικά projects στην βιομηχανία, τα οποία και πάγωσαν προ ημερών, σύμφωνα με πληροφορίες του liberal.gr, εξαιτίας της αυξανόμενης αβεβαιότητας.

Ίδια όμως εικόνα ότι οι ξένοι βλέπουν την Ελλάδα να βρίσκεται σε μια συνεχή περιδίνηση, αντλούν από αμερικανικά και αγγλικά funds με θέσεις σε ομόλογα και μετοχές εισηγμένων της υψηλής κεφαλαιοποίηση, και στελέχη εταιρειών συμβούλων. Όπως λένε, ο αρνητικός αντίκτυπος επιβεβαιώνεται από την πορεία του ελληνικού δεκαετούς ομόλογου σε επίπεδα άνω του 7,81%, και ενισχύεται από δηλώσεις σαν τις χθεσινές του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ Νίκου Ξυδάκη ότι δεν πρέπει να συζητάμε χωρίς ταμπού θέματα όπως η δραχμή.

Στην εγχώρια αγορά η εικόνα είναι πολύ χειρότερη. Πίσω από μια βιτρίνα δέκα-δεκαπέντε μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, το οξυγόνο στερεύει επικίνδυνα για δεκάδες χιλιάδες άλλες, που είτε παγώνουν τις πληρωμές τους, είτε ακόμη χειρότερα -όταν πρόκειται για τις διασωληνωμένες – φοβούνται ότι μπορεί και να μην επιζήσουν της καινούργιας περιόδου υπομονής που απαιτεί από αυτές το πολιτικό μας σύστημα.

Ανάγκη για “λύση εδώ και τώρα”

Πρόκειται για εταιρείες που ανήκουν στην κατηγορία όσων έχουν ανάγκη από μια “λύση εδώ και τώρα”, και που όσο καθυστερεί η διαπραγμάτευση, ο αριθμός τους θα αυξάνεται. Για εταιρείες με κακή διαχείριση ή με πολλές αμαρτίες από το παρελθόν, που περιμένουν στη σειρά για να σκάσουν, όσο δεν θα ομαλοποιείται η κατάσταση της οικονομίας, τόσο δυσκολεύει η εξεύρεση ενός “λευκού ιππότη”. Για όλες αυτές, κάθε μήνας παράτασης της αβεβαιότητας μπορεί πραγματικά να κάνει την διαφορά ανάμεσα στη σωτηρία και την καταστροφή τους.

“Στην ουσία ζούμε μια διαδικασία που σκοτώνει μόνο τα “σάπια”, ενώ λείπει η αντίστοιχη διαδικασία που θα βοηθήσει να γεννηθούν τα υγιή καινούργια”, όπως χαρακτηριστικά λέει άνθρωπος της αγοράς. Συνεχίζει με άλλα λόγια να απουσιάζει ακόμη η βεβαιότητα ότι η χώρα θα παραμείνει στο ευρώ, ότι οι τράπεζες δεν κινδυνεύουν, ότι τα δημοσιονομικά προβλήματα θα πάψουν να λύνονται μόνο με νέους φόρους. Ούτε όμως και υπάρχει η αναγνώριση από τους δανειστές ότι η κοινωνικοοικονομική κατάσταση της Ελλάδας είναι ασυνήθιστη, ότι η χώρα δεν είναι Ολλανδία και ότι η πίεση για νέους φόρους πνίγει τον ιδιωτικό τομέα, τον μόνο που παράγει.

Δεν είναι η πρώτη φορά που η πολιτική, δεν ακούει την ανησυχία της οικονομίας. Εντός και εκτός Ελλάδας, οι πολιτικές ηγεσίες έχουν την απαίτηση να προσαρμοστεί η αγορά στους δικούς τους χρόνους, με κόστος τόσο για την οικονομία, όσο και για τον περίφημο “απλό καταναλωτή” τον οποίο και συχνά μνημονεύουν.

Το κόστος της καθυστέρησης αποτυπώνεται ακόμη περισσότερο στην κατάσταση των επιχειρήσεων με κόκκινα δάνεια, συνολικού ύψους 110 δισ. ευρώ. Όσο για παράδειγμα θα σέρνεται η αβεβαιότητα, τόσο θα δημιουργούνται νέα ερωτηματικά αν και κυρίως πότε θα κλείσει το deal Μαρινόπουλου-Σκλαβενίτη. Το ίδιο ισχύει με τις επιχειρήσεις των μέσων μαζικής ενημέρωσης, όπως ο ΔΟΛ και για χιλιάδες διασωληνωμένες εταιρείες που μπορεί ανά πάσα στιγμή να σκάσουν. Το αυτό επίσης ισχύει για επιχειρήσεις τύπου Γιούλα που μην μπορώντας να αντεπεξέλθει στον υπέρογκο ελληνικό τραπεζικό δανεισμό, πούλησε εργοστάσια σε ξένο όμιλο.

Οι προσδοκίες που διαψεύσθηκαν

Η αίσθηση είναι ότι σ’ αυτούς τους τομείς θα χτυπήσει αυτό το αέναο “σούρσιμο” της διαπραγμάτευσης. Όσο τα χρονικά ορόσημα της 2ης αξιολόγησης και η ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση μετατίθενται, τόσο αυτό θα χτυπά στον στόχο για μείωση των κόκκινων δανείων, που με τη σειρά του αποτελεί το μεγάλο στοίχημα των τραπεζών και της ίδιας της οικονομίας.

Το καμπανάκι του κινδύνου έχουν κατά καιρούς κρούσει μικροί και μεγάλοι επιχειρηματίες, όπως ο Ευ.Μυτιληναίος που τον περασμένο Οκτώβριο εκτιμούσε ότι το 2017 θα είναι καλύτερο, εφόσον η κυβέρνηση εφαρμόσει γρήγορα όσα έχει δεσμευτεί και κλείσει τη δεύτερη αξιολόγηση ως τις 5 Δεκεμβρίου.

Η προσδοκία όμως αυτή διαψεύστηκε. Όπως επίσης διαψεύστηκε η προσδοκία στην οποία είχαν επενδύσει πέρυσι μεγάλες επιχειρήσεις και θεσμικοί φορείς της οικονομίας ότι μέχρι το τέλος του 2016 θα έχουμε συμφωνία για το χρέος, έπειτα θα μπούμε στην ποσοτική χαλάρωση, και μετά το επενδυτικό κλίμα θα γυρίσει.

Και καλά οι αποκρατικοποιήσεις και οι μεγάλες επενδύσεις. Όσο και να καθυστερήσουν, τελικά με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, οι ξένοι επενδυτές ακριβώς λόγω του μεγέθους τους, και εφόσον πραγματικά ενδιαφέρονται, θα κάνουν υπομονή, και τελικά θα κλείσουν την συμφωνία. Έχουν μάθει πως λειτουργούν τα πράγματα στην Ελλάδα, το αν θα πέσουν έξω τα όποια χρονοδιαγράμματα, δεν τους αγγίζει.

Το δεύτερο κύμα των μικρών

Το ερώτημα είναι τι θα γίνει με τις χιλιάδες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, που βαρύνονται με κόκκινα δάνεια, και παρ’ όλα αυτά ακόμη αντέχουν. Στο καλό σενάριο, έστω και στο παρά πέντε της καρδιακής ανακοπής, θα εμφανιστεί επιτέλους ο λευκός ιππότης. Στο κακό όμως σενάριο θα αποτελέσουν ένα δεύτερο κύμα, που θα προστεθεί στο πρώτο κύμα των μικρών, που έχει ήδη πεθάνει.

Όσο για τις ξένες επενδύσεις, αυτές στο καλό σενάριο θα έλθουν, έστω με υστέρηση κάποιων μηνών, αφού όπως συνέβη με το 2016, έτσι θα χαθεί και μέρος του 2017. Στο κακό όμως σενάριο, το momentum από τη σταθεροποίηση της οικονομίας το 2016 θα έχει χαθεί, και θα περάσουμε ξανά σε ένα στριφογύρισμα γύρω από τον εαυτό μας, ανάλογο με εκείνο των τελών του 2014.

Σαν αποτέλεσμα οι ξένοι επενδυτές θα αναστείλουν μέχρι νεωτέρας τις όποιες αποφάσεις τους, για έναν πολύ απλό λόγο. Ακριβώς επειδή θα πάρουν το μήνυμα ότι η ύφεση έχει ακόμη δρόμο στην Ελλάδα, θα περιμένουν για να αγοράσουν ακόμη φθηνότερα, αφού οι αξίες των ελληνικών ακινήτων, και των κρατικών εταιρειών θα πέσουν κι άλλο. Απλή αριθμητική.

liberal.gr