Πώς οι κουκουβάγιες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πιο «σιωπηλά» αεροπλάνα

Ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της κουκουβάγιας είναι οι σχεδόν αθόρυβες πτήσεις της, με τα φτερά της να «γλιστρούν» στον αέρα, δίχως να ακούγεται ούτε καν ένας ψίθυρος. Μηχανικοί βάζουν στο «μικροσκόπιο» το άνοιγμα των φτερών της κουκουβάγιας – το οποίο μπορεί να φτάσει σχεδόν τα δύο μέτρα – με στόχο να σχεδιαστούν πιο «ήσυχα» αεροπλάνα, τουρμπίνες, ανεμιστήρες, ακόμη και ανεμογεννήτριες.

Ο μηχανικός του πανεπιστημίου του Lehigh στην Πενσιλβάνια, Τζάστιν Τζαουόρσκι, γοητεύθηκε από τη σιωπηλή πτήση της κουκουβάγιας σε έκθεση στο ίδρυμα Raptor, κοντά στο Κέιμπριτζ, στο Ηνωμένο Βασίλειο. «Εκπαίδευσαν τις κουκουβάγιες να πετούν πολύ κοντά στο κοινό», δήλωσε σύμφωνα με smithsonianmag.com και πρόσθεσε: «Η πρώτη μου εμπειρία ήταν να σκύψω για να αποφύγω τη σύγκρουση. Άκουσα μόνο ένα πολύ ελαφρύ κτύπημα αφού πέρασε».

Κατά το ίδιο μέσο, εργαστηριακές μετρήσεις έχουν δείξει πως ο ήχος από την πτήση μιας κουκουβάγιας είναι κάτω από το όριο της ανθρώπινης ακοής, έως ότου η κουκουβάγια να πλησιάσει σε απόσταση περίπου ενός μέτρου. Τόσο οι βιολόγοι, όσο και οι μηχανικοί, δεν έχουν κατορθώσει ακόμη να εξηγήσουν πλήρως πώς η κουκουβάγια μπορεί να πραγματοποιεί τόσο αθόρυβες πτήσεις. Ωστόσο, ερευνητές και από τους δύο κλάδους εργάζονται προκειμένου να λύσουν το αίνιγμα της «σιωπηλής» πτήσης – ορισμένοι με σκοπό να σχεδιάσουν πιο «ήσυχους» ανεμιστήρες, τουρμπίνες και φτερά αεροπλάνου.

Όπως έγραψαν οι Τζάστιν Τζαουόρκσι και Νάιτζελ Πικ στην ετήσια επισκόπηση της μηχανικής των ρευστών, τέτοιες καινοτομίες εμπνευσμένες από την κουκουβάγια, θα μπορούσαν να μειώσουν τον θόρυβο έως και κατά 10 ντεσιμπέλ: πρόκειται για τη διαφορά του θορύβου μεταξύ ενός διερχόμενου φορτηγού και ενός αυτοκινήτου.

Οι κουκουβάγιες ή γλαύκες έχουν ιδιαίτερη μορφή, η οποία χαρακτηρίζεται από αξιοσημείωτες προσαρμογές στις ανάγκες ενός νυκτόβιου θηρευτή. Έχουν μακριές και στρογγυλεμένες φτερούγες, κοντή ουρά και ένα δυσαναλόγως μεγάλο κεφάλι με ένα δισκοειδές μεγάλο πρόσωπο.

Τα ράμφη τους είναι κυρτά και γαμψά, ενώ έχουν ιδιαίτερα οξυμένες τις αισθήσεις της ακοής και της οράσεως. Παράλληλα, σε σύγκριση με το σωματικό τους βάρος διαθέτουν δυσαναλόγως μεγάλη επιφάνεια πτερύγων. Σε συνδυασμό με το μαλακό και πυκνό πτέρωμα, επιτυγχάνουν έτσι μια σχεδόν απολύτως αθόρυβη πτήση.

Με πληροφορίες από Smithsonian Magazine, Wikipedia

naftemporiki.gr