Mαριάννα Αποστόλου: Καλό ταξίδι πατέρα

Αγαπημένε μου πατέρα,

Έφυγες την Άνοιξημε τις ανεμώνες, τους υάκινθους, τα ζουμπούλια και τα ανθισμέναδένδρα. Διάλεξες για το μεγάλο σου, χωρίς επιστροφή, ταξίδι την πιο γλυκιά ώρα, την ώρα που ο άνθρωπος ξεκουράζεται αποκαμωμένος από τον κάματο της μέρας. 5.45 σταμάτησε η καρδιά σου να χτυπά, την ώρα της δύσης του ήλιου με τα ζεστά χρώματα έσβησες απαλά, ήρεμα, μες στον ύπνο σου, σχεδόν αθόρυβα, τόσο σιωπηλά να μην νιώσουμε τη φυγή σου για το μεγάλο ταξίδι, για να απαλύνεις τον πόνο μας.

Ήσουν άνθρωπος επίμονος, εργατικός, υπομονετικός. Ποτέ σου δεν πείραξες, ούτε ενόχλησες κανέναν, αλλά βοηθούσες όλους όσοιζητούσαν τη βοήθειά σου και είχαν την ανάγκη σου. Προτιμούσες τα έργα, παρά τα πολλά λόγια. Ποτέ, στα 90 σου χρόνια, δεν σε ακούσαμενα παραπονεθείς για τίποτα και ας σε πίκραιναν και ας σε στενοχωρούσαν χίλια δυο πράγματα. Ακόμα και για εκείνους που πίστεψες και προδόθηκες δεν παραπονιόσουν. Βλέπαμε στο πρόσωπο σουτη θετική σκέψη σου, το χαμόγελο σου, ακούγαμε τα μετρημένα λόγια σου και όλα όσαμας συμβούλευες.Ήσουν άνθρωπος ευγενικός, δίκαιος, εργατικός και αρκετά εφευρετικός.

Σταπαιδικά σου χρόνια, έζησες την ορφάνια και από μικρό παιδί μπήκες στα βάσανα. Στήριξες με το παραπάνω τη μάνα σου που είχε έξι παιδιά και βοήθησες με τον καλύτερο τρόπο τα αδέρφια σου και τις αδελφές σου. Έζησες μικρό παιδί τους βομβαρδισμούς του πολέμου και στη συνέχεια τις τραγικές στιγμές του εμφυλίου περιγράφοντας αρκετές φορές με μελανά λόγια στιγμές σύλληψης, εκτελέσεων και φοβερών γεγονότων που είδες και άκουσες και χάραξαν βαθιά την ψυχή σου.

Κτηνοτρόφος, αμπελουργός, γεωργός αγάπησες τη γη και τα χωράφια περισσότερο από τον εαυτό σου. Μια ζωή δούλευες, όχι μόνο μια δουλειά, αλλά δυο και τρεις δουλειές για να μας προσφέρεις όσα περισσότερα μπορούσες. Δούλευες καθημερινές, γιορτές, αργίες. Κοπίαζες και κουραζόσουν για να προσφέρεις στην οικογένειά σου, για να σπουδάσεις τα παιδιά σου. Ακόμα και όταν πήρες σύνταξη, κι όταν τα πόδια σου δεν μπορούσαν να αντέξουν άλλο την κούραση των χρόνων σου, ήθελες και πάλι να προσφέρεις όσα μπορούσες σε όλη την οικογένειά, τα παιδιά σου,τα εγγόνια σου και τα δισέγγονά σου. Ξενυχτούσες με κίνδυνο πολλές φορές για αγροτικές εργασίες. Πρώταδούλευες με το κάρο και το άλογο κι αργότερα με το τρακτέρ, για να μπορούμε όλοι να κάνουμε όνειρα, για να μπορούμε να σπουδάσουμε και να προοδεύσουμε. Μας έμαθες την εργατικότητα, μας έμαθες να εργαζόμαστε από τα 5 μας χρόνιακαι μας κοίμιζες το καλοκαίρι στο κάρο για να πάμε μαζί στο χωράφι και να μαζέψουμε τις χεριές με τα καπνόφυλλα, να επιστρέψουμε νωρίς και να αρμαθιάσουμε τον καπνό με τις σακοράφες.Ακόμα και τις Κυριακές οι τέσσερις μας πηγαίναμε στα χωράφια να ξεχορταριάσουμε.

Άνθρωπος εργατικός και αρκετά αξιοπρεπής, δίκαιος, περήφανος και τίμιος. Ποτέ δεν αδίκησες, δεν εκμεταλλεύτηκες, δεν στενοχώρησες κανένα. Έμαθες να σέβεσαι τον εργάτη, τον φίλο, τον αδελφό, τη γυναίκα. Πόνεσες πολύ στο διάβα της ζωής σου, αδικήθηκες αλλά δεν έβλαψες,ούτε πίκρανες κανένα. Ήσουν ένας καλός ακροατής, άκουγες και ζύγιζες τα πράγματα αρκετές φορές όμως επέμεινες στις απόψεις σου, αλλά πολύ λίγες φορές σε είδα να θυμώνεις.

Θυμάμαι μικρό παιδί να μας διαβάζεις παραμύθια με το λιγοστό φως της λάμπας παρόλο που μόνο δυο τάξεις πήγες στο σχολείο και σταμάτησες με τον πόλεμο.  Συχνά άκουγα να λες στον δάσκαλο μας ότι «το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο» και ποτέ δεν πήρες το μέρος μας,αλλάπάντα έδινες δίκιο σε κείνον και αργότερα στους καθηγητές μας, κάτι που έμαθα καλά και το  εφάρμοσα κι εγώ ανατρέφοντας τα παιδιά μου: να σέβονται τον δάσκαλο. Καμάρωνες για την πορεία μας, τα μαθητικά μας χρόνια, τις σπουδές μας. Χαιρόσουν να πάρεις τους βαθμούς μας και να ακούσεις τα καλά λόγια των καθηγητών μας. Αργότερα καμάρωνες για τα εγγόνια σου και πάντα έβρισκες ένα λόγο να τα υπερασπιστείς.Ήσουν χαρούμενος που απέκτησες δισέγγονα και ανυπομονούσες να έρθουν το Πάσχα να τα αγκαλιάσεις. Τα προβλήματα υγείας σου, δεν σου επέτρεψαν να ζήσεις άλλο μαζί μας. Η αδύναμη καρδιά σου δεν άντεξε.

Αφήνεις πίσω σου το πιο ωραίο και σημαντικό: Μια όμορφη οικογένεια. Τη σύζυγό σου, δύο κόρες, τέσσερα εγγόνια και δυο δισέγγονα. Η σύζυγος σου, Αντιγόνη, ήταν πάντα δίπλα σου. Σου στάθηκε σε όλες τις χαρές και τις πίκρες της ζωής, σε όλα τα προβλήματα και ιδίως τα τελευταία χρόνια, όταν η υγεία σου, απαιτούσε συνεχή βοήθεια και φροντίδα. Η σύζυγός σου αλλά και οι κόρες σου Στέλλα και Μαριάννα σε φρόντισαν με τον καλύτερο τρόπο. Μπορείς να είσαι ήσυχος πατέρα, ότι έκανες για την οικογένειά σου ότι καλύτερο μπορούσες. Εμείς όλοι, η σύζυγος, οι κόρες, τα εγγόνια και τα δισέγγονά σου, θα σε θυμόμαστε για πάντα, θα παραδειγματιζόμαστε από εσένα για την υπομονή, την εργατικότητα, την καλοσύνη, για την καλή σου καρδιά, τη θετική σου σκέψη και το αστείρευτο χαμόγελό σου.

Να πας στο καλό πατέρα μας. Να ξεκουραστείς και να ησυχάσεις στη νέα σου κατοικία. Εμείς, αυτή την ώρα του μεγάλου αποχωρισμού, αυτή τη δύσκολη ώρα της μεγάλης οδύνης, θα σε έχουμε πάντοτε στις προσευχές μας, στη σκέψη μας και στη ψυχή μας. Κάθε φορά που θα μπαίνει η άνοιξη, εμείς θα σου φέρνουμε τα πρώτα λουλούδια, ανεμώνες, υάκινθους και ζουμπούλια, να ευωδιάζουν τη μνήμη σου.

Ακόμα και στην τελευταία πράξη της ζωής σου, στην κηδεία σου, επέλεξες να είναι μια μέρα ηλιόλουστη για να μην δυσκολέψεις κανένα. Αυτός ο άνθρωπος ήσουν πατέρα. Ευχόμαστε και προσευχόμαστε, ο Πανάγαθος Θεός μας, να σε σπλαχνισθεί και να σε κατατάξει μαζί Του, «εν σκηναίς δικαίων, σε τόπο φωτεινό, σε τόπο χλοερό, σε τόπο αναψύξεως, όπου δεν υπάρχει, οδύνη, λύπη καὶ στεναγμός». Το αξίζεις. Ας είναι αιωνία η μνήμη σου.

Καλό σου ταξίδι πατέρα μου

Η κόρη σου Μαριάννα Αποστόλου,

εκπαιδευτικός