Η Θεσσαλία ακολουθεί το ευρύτερο ελληνικό μοντέλο της ξηροθερμικής ζώνης: Εγκατάλειψη γεωργικής γης λόγω υποβάθμισης και ερημοποίησης. Από το 2000 έως το 2018 εγκαταλείφθηκαν 1,2 εκατ. στρέμματα ετήσιων καλλιεργειών λόγω της συνεχιζόμενης υποβάθμισης των εδαφών, και μείωσης των αποδόσεων κάτω του ορίου οικονομικής ωφελιμότητας.
Παράλληλα, καταγράφεται μικρή αύξηση των πολυετών (δένδρα -ελιές -αμπέλια κατά 55.000 στρ.).
Πρόκειται για σημαντικά στοιχεία εργασίας που παρουσιάστηκαν στο AgriBusiness Thessaly Summit 2021 που πραγματοποιήθηκε στα Τρίκαλα Θεσσαλίας με θέμα «Το μέλλον του θεσσαλικού κάμπου στην ψηφιακή εποχή» και στο οποίο παρέστη το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η εργασία έχει τίτλο «Προβλήματα και προοπτικές της θεσσαλικής γεωργίας: Επικλινείς εκτάσεις», με υπεύθυνο τον καθηγητή Νικόλαο Δαναλάτο, διευθυντή του Εργαστηρίου Γεωργίας, Τμήμα Γεωπονίας Φυτικής Παραγωγής και Αγροτικού Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.
Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, η μείωση γίνεται με ρυθμό 2 εκατ. στρέμματα ανά δεκαετία λόγω της συνεχιζόμενης υποβάθμισης των εδαφών, και μείωσης των αποδόσεων κάτω του ορίου οικονομικής ωφελιμότητας.
Σημαντική είναι η ερημοποίηση στις Περιφερειακές Ενότητες Λάρισας και Μαγνησίας. Στις πεδινές εκτάσεις, παρατηρείται μείωση της καλλιέργειας του βαμβακιού κατά 540.000 στρ. Παρατηρείται αντικατάσταση 100.000 στρεμμάτων βαμβακιού με μηδική, αντικατάσταση 175.000 στρεμμάτων βαμβακιού με όσπρια και αντικατάσταση εκτάσεων βαμβακιού με χειμερινά σιτηρά. Στις λοφώδεις εκτάσεις έχουμε μείωση των χειμερινών σιτηρών κατά 750.000 στρέμματα.
Πώς ορίζεται το φαινόμενο της ερημοποίησης
Σύμφωνα με τον κ. Δαναλάτο, ερημοποίηση είναι η υποβάθμιση γαιών στις ημίξηρες περιοχές που προέρχονται από κλιματικές αλλαγές και ανθρώπινες ενέργειες και προκαλούν μείωση της γονιμότητας, της δομής και γενικά της ικανότητας των εδαφών να διατηρούν χλωρίδα, πανίδα και ανθρώπινη δραστηριότητα καταλήγοντας σε πενία, εξάντληση και τελικά εγκατάλειψη και καταστροφή της γης. Το φαινόμενο απειλεί να μετατρέψει 30% της ελληνικής επικράτειας σε ερημικά τοπία με υποτυπώδη βλάστηση.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η εντατική καλλιέργεια κυρίως με ετήσιες καλλιέργειες σε κεκλιμένα εδάφη προκαλούν μεγάλη υποβάθμιση της γονιμότητας και του ιδίου του εδάφους. Στις προτάσεις αποφυγής της ερημοποίησης, μεταξύ άλλων, είναι οι σύγχρονες πρακτικές χαμηλών εισροών που θα αποτρέψουν περαιτέρω ερημοποίηση και επιστροφή εγκαταλελειμμένων εκτάσεων σε χρήση.
Το τρίπτυχο των προτεινόμενων πρακτικών είναι, χλωρή λίπανση με ψυχανθή, αμειψισπορά με ψυχανθή και εισαγωγή πολυετών καλλιεργειών (αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά και πολυετείς ενεργειακές καλλιέργειες).
Επίσης, η χλωρή λίπανση με καλλιέργεια ψυχανθούς (μπιζέλι, βίκος, κλπ), έχει ως αποτέλεσμα να αυξάνεται δραστικά η οργανική ουσία του εδάφους, να βελτιώνονται οι φυσικο-χημικές και βιολογικές ιδιότητές του, με άλλα λόγια έχουμε ταχύτατη βελτίωση του εδάφους.
Στην εκπόνηση της παραπάνω εργασίας συμμετείχαν και οι: Δρ. MSc. Κυριάκος Γιαννούλης, Δρ. Δημήτριος Μπαρτζιάλης, Δρ. ΕλπινίκηΣκουφογιάννη και Υποψ. Δρ. Ιππόλυτος Γκιντσιούδης.
Τέλος, μιλώντας στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο κ. Δαναλάτος τονίζει ότι η ζωή και τα αγαθά της επί γης και οποιαδήποτε εξουσία επ’ αυτών συμβολίζεται από την εποχή του Ηροδότου με τη φράση «..γην και ύδωρ». Η προστασία των δύο αυτών αγαθών αποτελεί προστασία της ίδιας της ζωής και του πολιτισμού μας. Και ιδιαίτερα στη Θεσσαλία, την καρδιά της ελληνικής γεωργικής παραγωγής, πρέπει να αναλάβουμε σοβαρότερα τις ευθύνες μας όλοι.