Ηρακλής Φίλιος : Ο Χριστός αγαπάει πολύ τους πονεμένους

 

Στο ευαγγέλιο της Κυριακής ο Χριστός «όταν αποβιβάσθηκε, είδε πολύ κόσμο και τους σπλαχνίσθηκε και θεράπευσε τους αρρώστους» (Ματθ. 14, 14). Ο Χριστός αγαπάει τον άνθρωπο και «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α Τιμ. 2,4). Όμως αφήνει τον πόνο, τον θάνατο. Αν είναι Θεός, τότε γιατί επιτρέπει το κακό και τον πόνο; Είναι αδύναμος; Αν είναι αδύναμος, τότε δεν είναι Παντοδύναμος Θεός.

Ο Θεός δεν υπόκειται σε μαθηματικές σχέσεις και αναλογικά συμπεράσματα. Δεν είναι αριθμός, κατάσταση, γεγονός, συμβάν. Είναι πρόσωπο και ως πρόσωπο έχει τη δική του σχέση με τον άνθρωπο. Αυτή η σχέση έχει βαδίσει τους δικούς της προσωπικούς δρόμους στα φιλοσοφικά μονοπάτια. Είναι μία σχέση ξένη, καθώς ο Θεός κατά Πλάτωνα δεν σχετίζεται με τον άνθρωπο; Είναι μία σχέση που δυσκολεύει τη συνάντηση Θεού και ανθρώπου, όπως θα δούμε στον Heidegger; Μήπως είναι μία σχέση αναλογική, όπως την ονομάζει ο Μάξιμος Ομολογητής, όπου ο Θεός βγαίνει σε συνάντηση με τον άνθρωπο διά μέσου των ενεργειών Του;

Πώς να πείσεις τον άθεο ή κάποιον που αμφισβητεί την παντοδυναμία του Θεού, ότι ο Θεός αγαπάει τους πονεμένους και φροντίζει για όλους. Αν πεις κάτι τέτοιο, το λιγότερο που μπορεί να συμβεί είναι να σε περάσουν για τρελό; Πώς να αναμετρηθεί η αγάπη, η παντοδυναμία, η φιλανθρωπία του Θεού απέναντι στον πόνο και στη δυστυχία των ανθρώπων; Άντε να πεις στον άθεο πως ο πόνος και η ανθρώπινη υπαρξιακή εξαθλίωση, κρύβουν παιδαγωγία! Ο πιο επιεικής χαρακτηρισμός του άθεου για τον Θεό αφορά την ανυπαρξία του Θεού ή την αδιαφορία Του για όσα διαδραματίζονται καθημερινά.

Ναι, είναι αλήθεια. Το θέμα της θεοδικίας, δηλαδή το θέμα του κακού, του πόνου στην ανθρωπότητα, αποτελεί φοβερά απίστευτη πρόκληση για τη θεολογία της ορθόδοξης Ανατολής. Φιλόσοφοι, θεολόγοι, ερευνητές, καθηγητές, αιώνες τώρα, πιάνουν το θέμα από την αρχή, χωρίς να δώσουν ικανοποιητική απάντηση στο πρόβλημα της θεοδικίας. Γιατί υπάρχει τόσος πόνος; Γιατί να πεθαίνουν μικρά παιδιά; Γιατί τόση δυστυχία πλήττει τον άνθρωπο; Ποιος φταίει;

Ο Χριστός βλέπει τον πόνο. Δεν τον αγνοεί. Βλέπει το ανθρώπινο πρόσωπο και υποκλίνεται απέναντι του, όπως υποκλίθηκε με τη θεία ενανθρώπιση, αδειάζοντας τον Εαυτό Του για να γεμίσει με σωτηρία τον άνθρωπο των αστοχιών. Δεν ξεπερνάει τον πόνο και τις αρρώστιες. Δεν δημιουργεί ο Θεός τις αρρώστιες. Ο Θεός δημιούργησε έναν κόσμο χωρίς να υπάρχει φθαρτότητα, χωρίς να υπάρχει αλλοίωση της όντως καλής φύσης των πραγμάτων. Το κακό δεν υπήρχε, είναι ανυπόστατο θα πει ο Ιωάννης Δαμασκηνός και άλλοι Πατέρες, υπάρχει ως αλλοίωση του καλού, όπως το σκοτάδι υπάρχει εξαιτίας της έλλειψης φωτός. Η ελεύθερη επιλογή του ανθρώπου να αποστατήσει, είναι εκείνη που έφερε το αφύσικο του θανάτου, κατά Γρηγόριο Νύσση. Ο θάνατος, ο πόνος, οι ασθένειες αποτελούν την  προίκα του επαναστατημένου ανθρώπου. Κι αυτό το γνώριζε.

Ο Χριστός, σύμφωνα με το ευαγγέλιο, όταν αποβιβάσθηκε από το πλοίο, είδε τον πολύ κόσμο, είδε πόνο, αγωνία και θεράπευσε τους αρρώστους. Δεν αγνόησε το προσωπικό δράμα του καθενός. Ο Χριστός ένιωσε. Ο Χριστός αισθάνθηκε. Ο Χριστός λύγισε. Ήταν και παραμένει ο κατεξοχήν διάκονος του ανθρωπίνου προσώπου. Βέβαια, δεν είναι άρχοντας του κόσμου τούτου. Άρχοντας του κόσμου τούτου, όπως ο Ίδιος θα πει, είναι ο εωσφόρος. Ο κόσμος της αλήθειας δεν είναι αυτός ο κόσμος, τον οποίο, βέβαια, ο Ίδιος δεν εξορκίζει. Ο κόσμος του Χριστού είναι ένας κόσμος χωρίς ασθένειες, δάκρυα, κόπους, πόνους. Είναι η Βασιλεία του Θεού. Και με τη θεραπεία των ασθενειών, δείχνει το δρόμο αυτό, όπου δεν κυριαρχεί λύπη, στεναγμός, αλλά αιώνια ζωή.

Οι Πατέρες της εκκλησίας είχαν συναισθήματα, βίωναν τον πόνο των ανθρώπων και τις αγωνίες τους. Το συναίσθημα δεν είναι ξένο προς την ιδιοσυγκρασία της ορθόδοξης θεολογίας. Ο Χριστός πονάει, λυπάται, δακρύζει. Το ίδιο συμβαίνει και με τους Πατέρες. Δεν υπάρχει αναίσθητος άνθρωπος στην εκκλησία αλλά άνθρωπος με γεγυμνασμένα τα αισθητήρια των ψυχικών λειτουργιών. Βλέπουμε για παράδειγμα τον Γρηγόριο Νύσσης να μην κρύβει όσα νιώθει για το θάνατο του αδερφού του Μ. Βασιλείου. Συζητώντας, λοιπόν, με την αδερφή του Μακρίνα, στα «Μακρίνεια», για τον θάνατο του αδερφού τους, σημειώνει: «Η ψυχή μου ήταν περίλυπος λόγω της μεγάλης αυτής απώλειας και ζητούσε κάποιον που θα δάκρυζε όπως εγώ, επειδή αισθανόταν, όπως και εγώ, το βάρος της λύπης». Μάλιστα, κάνει λόγο για λύπη που έκαιγε μέσα του.

Ο άνθρωπος του Θεού έχει συναισθήματα. Είναι ο κατεξοχήν συναισθηματικός άνθρωπος που αγωνιά για τον άλλον, τον ξένο. Δεν βολεύεται στο χώρο του. Βγαίνει από αυτόν, κατά μίμηση της κένωσης του Θεού, αυτού του ηρωικού αδειάσματος και, συνάμα, προσλαμβάνει τον άλλον, οικειώνοντας τον στη δική του φύση. Ο ξένος, λοιπόν, γίνεται δικός μου, επειδή ο ξένος Θεός έγινε σάρκα. Ο Λόγος σαρξ εγένετο! Φοβερός λόγος που ξεβολεύει τις ανασφάλειες και τις θέτει ενώπιον μιας συγκρουσιακής κατάστασης, η οποία στον χώρο της θεολογίας είναι ευχαριστιακή.

Ο άνθρωπος του Θεού βγαίνει στις αγορές και στις πλατείες για να συναντήσει τον ξένο, δηλαδή τον Χριστό κατά το δοξαστικό της Μ. Παρασκευής, στο πρόσωπο των άλλων, των περιθοριακών, τσαλακωμένων, του κάθε αλήτη που αλητεύει για την αγάπη του Χριστού. Ο άνθρωπος του Θεού νιώθει, πονάει, συσχετίζεται με τους άλλους. Δεν εγκλωβίζεται μέσα στις εκκλησίες, δεν πασάρει άρτους και θεάματα στον λαό για να αρέσει, δεν αναλώνεται σε ανούσιες ανακοινώσεις. Ο άνθρωπος του Θεού έχει βάθος που δεν τρομάζει αλλά έχει βάθος ωραιότητας που σε θέλγει να την λουστείς. Έχει υπαρξιακές ανησυχίες, δεν αισθάνεται βολεμένος, αλλά αισθάνεται κάθε ικεσία που ζητά σωτηρία.

Ο Χριστός βγήκε έξω να συναντήσει τον κόσμο. Δεν τους είπε, ελάτε να με βρείτε. Έτρεξε σε αναζήτηση των ανυποψίαστων, των ακατάστατων, των αδυνάμων. Δεν έκρινε τους ανθρώπους. Δεν διακατέχονταν από αδιακρισία αλλά με διάκριση τους προσέγγιζε και αναδείκνυε τα δυνατά τους σημεία. Δεν ήθελε να αρέσει. Ήθελε να σώσει. Ταυτίστηκε με τον πόνο, των ανθρώπων. Τους άγγιξε, τους μίλησε, τους δέχτηκε. Τους άγγιξε. Θαυμάσιο συναίσθημα! Θέλει μαγκιά να αγγίξεις την ανθρώπινη ύπαρξη. Θέλει Χριστό…

Ηρακλής Αθ. Φίλιος

Βαλκανιολόγος, Θεολόγος