Ανήκει σε κείνο το σπάνιο είδος ανθρώπων, που γι’ αυτούς η έκφραση μέσα από τον λόγο και τη γραφή αποτελεί καθημερινή ανάγκη.
Συγγραφέας ενός πρώτου βιβλίου, “ΙΔΕΟπολις”, εκδόσεις Λιβάνης, κι ενός δεύτερου,( “ΣΚΕΨΗΣ εγκώμιον”) δοκιμιακού και πάλι περιεχομένου, εκδόσεις Απόπειρα, που κυκλοφορεί σε λίγο, ο Ηλίας Γιαννακόπουλος, πέρα από συγγραφέας, υπήρξε δυνατός φιλόλογος και είναι δεινός και πολυγραφότατος αρθρογράφος.
Ανακάλυψε τη Φαρέτρα μας πριν από λίγα χρόνια και από τότε τα άρθρα του ταξιδεύουν από τα Τρίκαλα και κοσμούν το site μας, έχοντας την ιδιαιτερότητα της προσωπικής του γραφής και της ενατένισης του κόσμου μέσα από τη δική του ματιά.
Τα άρθρα του στη Φαρέτρα ξεπέρασαν τα 200, όμως δεν είμαστε οι μοναδικοί τους αποδέκτες. Συνεργάστηκε με μεγάλες εφημερίδες της Θεσσαλονίκης, της Αθήνας και με άλλα sites της περιοχής του και όχι μόνο.
Τα άρθρα του χαρακτηρίζονται από την ευρύτατη γνώση, την πολυμορφία των θεμάτων, την ικανότητα σύνδεσης του παρελθόντος με το παρόν, τη χρήση της παγκόσμιας σοφίας μέσα από φράσεις που αποδίδουν το μέγεθός της, την ευστοχία της προσωπικής του γραφής, τη δημοκρατική του στάση αντιμετώπισης των πραγμάτων.
Στη σημερινή συνέντευξη μιλά για τα παιδικά και νεανικά του χρόνια, για τους ανθρώπους που τον καθόρισαν, για το πέρασμά του μέσα από τη διδακτική πράξη ως φιλολόγου – που τον πλούτισε ψυχικά και πνευματικά – αλλά πάνω απ’ όλα μιλά για τη δύναμη του λόγου και την ανάγκη του για γραφή, που νιώθει πως της είναι ταγμένος.
………………
Είστε Θεσσαλός. Ζείτε στα Τρίκαλα κι από κει τα ιδιαίτερα άρθρα σας ταξιδεύουν όχι μόνο προς τη Βέροια, προς τη Φαρέτρα, αλλά και σε Θεσσαλονίκη, Αθήνα, σε μεγάλες εφημερίδες και sites. Γεννιέστε στην Πιαλεία Τρικάλων. Ποιες είναι οι πρώτες προσλαμβάνουσες παραστάσεις, που σάς διαμορφώνουν;
Γεννημένος και μεγαλώνοντας σε ένα χωριό αγροτικό στη δεκαετία του 1950 είχα όλα εκείνα τα ερεθίσματα που άμεσα ή έμμεσα έπλεξαν τον ιστό του χαρακτήρα μου. Η επαφή με τη φύση, οι σχέσεις μου με τους απλούς ανθρώπους, η συμμετοχή μου σε κάποιες αγροτικές εργασίες και φυσικά η ιδιαίτερη στοργή και αγάπη των γονέων μου και της γιαγιάς μου συνδιαμόρφωσαν όλα εκείνα τα στοιχεία που εντυπώθηκαν ανεξίτηλα στην μετέπειτα πορεία μου ως βιολογικού, πνευματικού, κοινωνικού και ηθικού όντος. Η ζωή στο χωριό ήταν ήσυχη, απλή χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα. Φτωχή ζωή, αλλά χαρούμενη και με αποθέματα αισιοδοξίας για ένα καλύτερο μέλλον. Εμβληματική μορφή στην ηλικία αυτή η Γι α γ ι ά μου που με την αγάπη της μού έδειξε-και ως ένα βαθμό αποτέλεσε- το πρότυπο αγωνιστικότητας και αδάμαστης θέλησης.
Και τα σχολικά χρόνια, παιδικά και εφηβικά; Άφησαν κάποιοι δάσκαλοι πάνω σας την αύρα της παρουσίας τους;
Συνήθως στην ηλικία αυτή ο νέος δένεται συναισθηματικά με κάποια πρόσωπα τα οποία ασκούν μία sui generis εξουσία πάνω του. Σε αυτά αναζητά δύναμη, ασφάλεια για να καλύψει τυχόν ψυχολογικά κενά αλλά και έμπνευση για έναν άλλο βηματισμό και προοπτική. Τα πρόσωπα που μου άφησαν μία θετική αύρα ήταν άτομα που τα διέκρινε το ήθος, η ανθρωπιά αλλά και η σκέψη τους που γονιμοποίησε δημιουργικά τις ανησυχίες μου για τη ζωή μου και τον κόσμο.
Στο δημοτικό κυρίαρχες μορφές η καλωσυνάτη δασκάλα Μαριάνθη Ζορμπά και η εμβληματική μορφή του Γεωργίου Κούγκουλου. Ήταν ο τύπος ενός αντισυμβατικού δασκάλου, πρωτοπόρος στις πράξεις και ρηξικέλευθος στις ιδέες του. Προηγείτο της εποχής του κατά πολλές δεκαετίες – αριστερός γαρ – και γι’ αυτό ίσως προκάλεσε τον θαυμασμό πολλών αλλά και τις επιφυλάξεις – αμφισβητήσεις κάποιων.
Οργάνωσε τα μαθητικά εστιατόρια, κατασκεύασε λουτρά, οικοδόμησε ένα αμφιθέατρο υπαίθριο, καλλιέργησε – σχεδίασε έναν αγροτικό κήπο και συνέβαλε στην ίδρυση και λειτουργία του αγροτικού συνεταιρισμού του χωριού μου.
Πρωταγωνίστησε με πάθος στην δενδροφύτευση του σχολείου μας αλλά και στην τέχνη – τεχνική του εμβολιασμού πολλών δέντρων του χωριού μας. Απλός, προσιτός αλλά και οραματιστής.
Στις Γυμνασιακές και Λυκειακές μου τάξεις οι μορφές των καθηγητών που προκάλεσαν το ενδιαφέρον ήταν ο Μαθηματικός Ιωάννης Γεωργίου που με την διδακτική του και το μειλίχιο ύφος τροφοδοτούσε με πειθώ το μικρό ενδιαφέρον μου στα Μαθηματικά. Επίσης ο φιλόλογος και άτυπα διευθυντής του Λυκείου κ. Βασίλειος Αρβανίτης με κέρδισε για την ευγένειά του και το πάθος του για τα αρχαία ελληνικά γράμματα. Ωστόσο οι καθηγητές που ξεχώρισαν για το σπινθηροβόλο πνεύμα τους και τις νεωτερικές ιδέες ήταν οι αδελφοί Βάϊος και Αντώνης Πρεκατές, αμφότεροι φιλόλογοι. Πληθωρικοί σε όλα και κοινωνοί νέων ιδεών για την πολιτική, την κοινωνία και τους ανθρώπους. Ήταν ξεχωριστοί.
Υπήρξα θύμα της μιας και μοναδικής αποβολής μου (διήμερης) επειδή «μειδίασα» την ώρα της πρωινής συγκέντρωσης. Βαρύτατο αδίκημα, το θυμάμαι και διασκεδάζω. Φυσικά δεν κρατώ κακία σε κανέναν. Άλλες εποχές, άλλες λογικές, άλλες παιδαγωγικές, άλλες τιμωρίες.
Φοιτητικά χρόνια στην Αθήνα. Σπουδάζετε φιλολογία. Γιατί την επιλέγετε; Επιλογή αβασάνιστη με στόχο τον διορισμό – που ήταν εύκολος τότε – ή όνειρο ζωής;
Η επιλογή της Φιλοσοφικής σχολής ήταν απόλυτα αβασάνιστη. Ο λόγος που με ώθησε στην επιλογή των φιλολογικών μαθημάτων ήταν οι «κακές σχέσεις» που είχα με τα θετικά μαθήματα. Το αν δικαιώθηκα μετά από αυτήν την επιλογή και πόσο αυτό καθόρισε την πνευματική μου πορεία συνιστά μία άλλη παράμετρο της ζωής μου, ενδιαφέρουσα. Εξάλλου τότε, την δεκαετία του 1970 ποιος να μάς συμβουλέψει και να μάς καθοδηγήσει; Και ποιος μπορεί να γνωρίζει στα 15-18 ποιο επάγγελμα του ταιριάζει;
Το 1971, που μπαίνετε στη Φιλοσοφική, το σκοτάδι της Δικτατορίας δεν επιτρέπει αντιστασιακή δράση. Νιώθετε όμως πολιτικοποιημένος; Και Νοέμβρη του ’73 προλαβαίνετε τα γεγονότα του Πολυτεχνείου; Τα ζείτε έστω από μακριά;
Η φοιτητική ζωή αποτέλεσε ένα ξεχωριστό στάδιο της ζωής μου σε όλα τα επίπεδα, όπως συμβαίνει εξάλλου σε όλους. Η Ελλάδα τυραννοκρατούμενη και τα Πανεπιστήμια συντηρητικά και ιδιαίτερα το «Εν Αθήνησι Καποδιστριακό Πανεπιστήμιον». Ωστόσο η δικτατορία λειτούργησε θετικά στην πολιτικοποίησή μου, αφού βίωσα και κατάλαβα ως νέος – αν και δεν συμμετείχα σε καμία φοιτητική ή πολιτική οργάνωση – πως τα προβλήματα μιας χώρας δεν λύνονται με την εξουσία των στρατιωτικών, όσο κι αν η πολιτική και οι πολιτικοί πολλές φορές μάς απογοητεύουν. Οι φοιτητικές παρέες αλλά και οι σχέσεις με διάφορα άλλα άτομα αποτέλεσαν έναυσμα για την ευδοκίμηση της πολιτικής μου σκέψης.
Σημαντική επιρροή στον δημοκρατικό προσανατολισμό μου διαδραμάτισε ο νουνός μου Κλειδωνόπουλος Απόστολος, Δικηγόρος.
Στα γεγονότα του Πολυτεχνείου ήμουν παρών έξω από την κεντρική πύλη, αλλά αποχώρησα κατά τις 20.00 το βράδυ εξαιτίας μιας υφέρπουσας φήμης για επέμβαση της αστυνομίας και του στρατού. Τα υπόλοιπα γεγονότα τα παρακολούθησα από το ραδιόφωνο. Έντονα έμεινε στη μνήμη μου και η κατάληψη της Νομικής Σχολής Αθηνών, αφού εκεί φοιτούσα και ως γεγονός προηγήθηκε των γεγονότων του Πολυτεχνείου.
Πάντως με απογοήτευση παρακολουθώ τώρα την καπήλευση εκείνης της εξέγερσης από ομάδες που το χρησιμοποιούν για αλλότριους σκοπούς. Πάντως ο αριθμός των αστυνομικών που φρουρούν τις επετειακές πορείες είναι κατά πολύ μεγαλύτερος από τους αστυνομικούς στα γεγονότα του Πολυτεχνείου 1973. Αυτό κάτι λέει… Τα γεγονότα ως βίωμα τα κατέγραψα στο άρθρο μου «Η εκδίκηση της Προπαραλήγουσας» και βρίσκεται σε περίοπτη θέση αναγνωστών στο blog μου «ΙΔΕΟπολις».
Δεν διεκδικώ κανένα παράσημο αγωνιστή και ήρωα. Ήμουν και είμαι ένας σκεπτόμενος και «φιλήσυχος πολίτης». Τις κορυφαίες πολιτικές εκρήξεις και πράξεις τις εκκολάπτουν οι μεγάλες και πρωτοπόρες σκέψεις σύμφωνα και με την ρήση «Και δεν θα επαναστατήσεις, αν δεν συνειδητοποιήσεις…», (Όργουελ, «1984»).
Όταν πια διορίζεστε και μπαίνετε στις τάξεις, νιώθετε δικαιωμένος για την επιλογή σας; Τι ήταν για σας η διδασκαλία; Ποια ήταν η σχέση με τους μαθητές σας;
Ίσως είναι από τις λίγες επιλογές μου που δικαιώθηκε απόλυτα, αν και ήταν προϊόν αβασάνιστης σκέψης. Η διδασκαλία ήταν για μένα μία λειτουργία και μέθεξη με τα ανώτερα πνευματικά αγαθά. Συνεπής και αγχωμένος για το τέλειο διάβασα πολλά και έμαθα πολλά. Χωρίς αυτό το επάγγελμα με ό,τι αυτό συνεπάγεται θα ήμουν ένας διαφορετικός άνθρωπος. Τελικά το επάγγελμα «φτιάχνει» τον άνθρωπο, αρκεί να το εκμεταλλευτείς σωστά και με ζέση τις ευκαιρίες που σου δίνει.
Οι σχέσεις μου με τους μαθητές μου ήταν καλές και καρποφόρες. Με θυμούνται όλοι για το πάθος μου, τις γνώσεις μου και τα ερεθίσματα που τους έδινα, όπως με πληροφορούν με μηνύματα διαδικτυακά μετά από πολλά χρόνια. Κατεξοχήν θυμούνται όλοι την εμβληματική φράση του Βιτγκενστάϊν «Τα όρια της γλώσσας μας σημαίνουν και τα όρια του κόσμου μας». Πρώην μαθητής μου μού εκμυστηρεύτηκε πως μού χρωστάει πολλά για το επάγγελμά του από τη φράση που πρωτοάκουσε στο μάθημα της Ιστορίας «Λαοί που δεν γνωρίζουν την Ιστορία τους είναι υποχρεωμένοι να την ξαναζήσουν» (Σανταγιάννα). Τη φράση αυτή την είπε σε μία συνέντευξη για μία θεατρική ομάδα. Εξέπληξε τους καθηγητές του και τον προσέλαβαν. Μαθητοπατέρας δεν υπήρξα και ήμουνα λίγο αυστηρός σε θέματα που σχετίζονται με τα όριά μας και την ύβρη.
Συνάντησα προβλήματα όταν προσπαθούσα να θρυμματίσω χρόνια συντηρητικά στερεότυπα κυρίως σε θέματα Ιστορίας, όπως: Κρυφό Σχολείο, Μέγας Κων/νος, Ιουλιανός, Βυζάντιο… Υπήρξαν και καταγγελίες στον Δ/ντή αλλά δεν υπήρξε συνέχεια. Δικαιώθηκα πλήρως σε όλα, έστω και αργά. Γενικά κατάλαβα τη σαθρότητα κάποιων στερεοτύπων «Οι νέοι φορείς ανανέωσης και προοδευτικότητας». Μάλλον το αντίθετο έβλεπα στα αμαθή βλέμματά τους και κοπίασα πολύ διακινδυνεύοντας πολλά. Το προοδευτικό σχετίζεται με τη γνώση και όχι με ηλικιακά κριτήρια. Τους έλεγα πάντα πως ως καθηγητής τους δεν σκοπεύω να κολακεύω τις παρωχημένες αντιλήψεις τους, αλλά να ανοίγω δρόμους στη σκέψη τους…
Ο φιλόλογος, και μάλιστα αυτός που βαθμολογήθηκε στις εισαγωγικές εξετάσεις μ’ ένα απογοητευτικό 10(!) στην έκθεση, εξελίσσεται στην πορεία – και ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια – σε δεινό αρθρογράφο! Πότε ξεκινά αυτό το πάθος για τη γραφή, ενός τόσο μάλιστα δύσκολου είδους, του άρθρου;
Είναι από τα ευτράπελα της ζωής μου και αναδεικνύει την αρχή της απροσδιοριστίας – αβεβαιότητας του Χάϊζενμπεργκ ως την κορυφαία αρχή της λειτουργίας του σύμπαντος ενάντια στην αρχή της αιτιοκρατίας (Αϊνστάιν). Το θέμα που εξετάστηκα ήταν φοβερό στη σύλληψη και το αναφέρω σε πολλά άρθρα μου. Το ζητούμενο ήταν το «Οκότερος ημέων πλέω αγαθά την πατρίδα εργάζεται»(Ποιος θα προσφέρει περισσότερα στην πατρίδα) (Ηρόδοτος). Διάλογος Θεμιστοκλή – Αριστείδη πριν την ναυμαχία της Σαλαμίνας 480π.Χ.
Ο «δεινός αρθρογράφος» δεν προέκυψε ως αντίδραση σε αυτό το «απογοητευτικό 10». Τυχαία προέκυψαν όλα ακολουθώντας μια φυσική νομοτέλεια και πειθαρχώντας στην αριστοτελική «εντελέχεια», στο «εν δυνάμει» και στο «εν ενεργεία». Το πάθος της συγγραφής ξεκινά κάπως αργά, στα δεύτερα – «άντα» – της ζωής μου πειραματιζόμενος σε αναλύσεις λογοτεχνικών έργων. Μάλλον ευδοκίμησα και το ένα φέρνει το άλλο.
Πρώτη ανάλυσή μου ήταν αυτή στο ποίημα του Γ. Σεφέρη «Ο Γυρισμός του Ξενιτμένου», ανέκδοτη. Πολλές αναλύσεις μου δημοσιεύτηκαν σε εκπαιδευτικά περιοδικά, και σε βιβλία του Υπουργείου Παιδείας και βρίσκονται όλες στο blog μου. Κορυφαία αυτή του διηγήματος του Μ. Χάκκα «Το ψαράκι της γυάλας» (Ν. Παιδεία, τ. 39, 1986). Έκτοτε το ενδιαφέρον μου απλώθηκε και στο χώρο της φιλοσοφίας, ψυχολογίας και κοινωνιολογίας.
Τα άρθρα σας είναι ιδιαίτερα. Διαθέτετε μία εκπληκτική μνήμη, συνδέοντας εύστοχα τα σύγχρονα γεγονότα με ανάλογα του παρελθόντος, κρίνοντας, συγκρίνοντας, φιλτράροντας πάντα μέσα από τη φιλοσοφική σκέψη σπουδαίων πνευματικών ανθρώπων και τελικά εντυπωσιάζοντας τον αναγνώστη με την πολυμάθειά σας, η οποία δεν παρατίθεται αναίτια, αλλά για να οδηγήσει πάντα στο πολυπόθητο ζεύγος, «αίτιον και αιτιατόν»! Ποια είναι η συνταγή αυτής της τόσο ποιοτικής υπερπαραγωγής; Ποιες δυσκολίες έχει να υπερνικήσει ο αρθρογράφος; Μόνο στην ηλεκτρονική μας εφημερίδα, τη Φαρέτρα, έχετε δημοσιεύσει πάνω από 200 άρθρα. Λοιπόν;
Για την υπερπροβολή των άρθρων μου στην Faretra ευθύνονται και οι χρήστες που με την αισθητική και το προσωπικό ενδιαφέρον τους μου δώσανε βήμα. Σάς χρωστάω πολλά, χωρίς ίχνος κολακείας. Τέτοια προβολή δεν έχω ούτε και στα τοπικά site.
Η συνταγή γραφής είναι η πιο απλή. Δεν σπούδασα ούτε το μάθημα της δημιουργικής γραφής ούτε άλλο σχετικό μάθημα. Όλα υπακούουν στον νόμο του de profundis (εκ βαθέων). Πολλές φορές – όσο κι αν ακούγεται περίεργο – αρκεί ένα ερέθισμα – σκέψη, γεγονός – για να γραφεί ένα κείμενο των 1500 λέξεων. Η μόνιμη γκρίνια των αναγνωστών μου είναι η έκταση των άρθρων μου. Δεν μπορώ να την περιορίσω γιατί νομίζω θα είναι ημιτελές το κείμενο. Ένα ρητό ή μία σκέψη του παρελθόντος (κλασική Ελλάδα) μου δίνει την ευκαιρία να βρω τις αναλογίες του σήμερα και πάνω σε αυτό το πλαίσιο αρθρώνω τα επί μέρους. Αρέσκομαι στη χρήση κάποιων γνωμικών ως υποστήριγμα των θέσεών μου. Κάτι που κουράζει κάποιους – θυμούνται τα άρθρα του Πλωρίτη στο «ΒΗΜΑ». Σε άλλους, όμως, αρέσει αυτή η τακτική και όπως μου εκμυστηρεύτηκε φανατική αναγνώστριά μου περιμένει με αγωνία το επόμενο άρθρο μου για να διαβάσει τα ρητά μου. Έχω μεγάλο απόθεμα τέτοιων – όχι από τα εύκολα του διαδικτύου.
Αρέσκομαι να διαβάζω εκείνα τα κείμενα που έχουν να πουν κάτι διαφορετικό ή και που διαφωνούν με τις απόψεις μου. Γιατί αυτό που διαβάζω και το γνωρίζω το προσπερνώ. Μου είναι αδιάφορο κι ας με κολακεύει που κάποιος συμφωνεί μαζί μου. Πάντα διδάσκομαι από το διαφορετικό. Η φιλοσοφία με κέρδισε γι’ αυτό τα περισσότερα άρθρα έχουν φιλοσοφικό υπόβαθρο εξ ου και οι διαμαρτυρίες πολλών αναγνωστών μου για τη δυσκολία τους. Δεν μπορώ να γράψω ευκολότερα. Αν το κατορθώσω κάποτε, δεν θα είμαι εγώ.
Το «αίτιον – αιτιατόν» προκύπτει νομοτελειακά γι’ αυτό επέλεξα το δοκίμιο. Δεν θα μπορούσα ποτέ να γράψω διήγημα ή πόνημα. Θέλω απόδειξη – ερμηνεία. Αυτό με εκφράζει. Είμαι λίγο δύσκολος – δύσπιστος απέναντι στη μυθοπλασία. Σε αυτό είμαι λίγο Πλατωνιστής που θεωρούσε ψευδή Τέχνη – απείκασμα τη Λογοτεχνική παραγωγή. Δοκίμασα κάτι σε ένα ενιαίο κείμενο με την εκλεκτή συνάδελφο – καθηγήτρια Ευαγγελία Μινάρδου και νομίζω προέκυψε κάτι ενδιαφέρον. Εγώ το δοκιμιακό μέρος κι η συνάδελφος το λογοτεχνικό στο ίδιο θέμα με τίτλο «Η ανθρώπινη ζωή: Ύλη και Πνεύμα», blog «ΙΔΕΟπολις».
Η μόνη δυσκολία στην γραφή ενός άρθρου μου είναι να περιορίσω την έκτασή του. Όλα είναι απροσχεδίαστα και αφήνεται η γραφή τους στην έμπνευση της στιγμής. Αδυνατώ να προσχεδιάσω κάτι. Με στενεύει αυτό κι ας ακούγεται περίεργο. Δεν είμαι και φανατικός – υπομονετικός αναγνώστης. Έχω διαβάσει πολύ λιγότερα από ό,τι κάποιοι άλλοι. Πολλοί νομίζουν πως όλη μέρα γράφω και διαβάζω. Η απόλυτη πλάνη. Αν είχα διπλάσιο χρόνο στη ζωή μου θα έγραφα περισσότερο. Ο χρόνος είναι το μόνιμο πρόβλημά μου. Τα ερεθίσματα και τα θέματα άπειρα…
Πέρα από το site σας «ΙΔΕΟπολις», κυκλοφόρησε και ομώνυμο βιβλίο σας, εκδόσεις Λιβάνης, με επιτυχία. Γοητευτικός τίτλος και για τα δύο! Παραπέμπει άθελα τον αναγνώστη στον Καβάφη, «πολίτης εις των ιδεών την πόλιν»… Πέρα από τον Καβάφη, που αναμφίβολα σας καθόρισε, όπως πολλούς από μας, ποιοι άλλοι ποιητές αλλά και συγγραφείς, Έλληνες και ξένοι, κοσμούν τη βιβλιοθήκη σας και αγαπάτε;
Σίγουρα ο τίτλος αντανακλά εν πολλοίς και τον σχετικό στίχο του αγαπημένου μου ποιητή του Κ. Καβάφη. Πιστεύω πως όλα τα σπουδαία πράγματα γεννήθηκαν από μια «ιδέα» που όταν αυτή ωρίμασε και γονιμοποίησε θετικά την πραγματικότητα προέκυψε κάτι μεγάλο. Είναι ο ποιητής που τα «είπε όλα» σε λίγους στίχους, χωρίς παρανοήσεις και μεγαλόπνοες αναλύσεις. Ο καθένας μπορεί να διαβάσει τα ποιήματά του και να τα καταλάβει.
Οι μεγάλοι ποιητές Παλαμάς και Σικελιανός ξεχάστηκαν στα μεγαλόπνοα οράματά τους και στους αμέτρητους στίχους, αν και ο «Δωδεκάλογος του Γύφτου» με συγκίνησε. Ο ποιητής Ελύτης μου δίδαξε πολλά και όχι μόνον το «μπλε του Αιγαίου». «Της αγάπης αίματα» από το «Άξιον Εστί» κορυφαίο. Σεφέρης και Ρίτσος και λίγο Αναγνωστάκης και Μ. Κατσαρός συμπληρώνουν την ομάδα των αγαπημένων ποιητών μου. Ευτύχησαν όλοι να γίνουν γνωστοί κι από την μελοποίηση των ποιημάτων τους. Όποιος τόλμησε να μελοποιήσει Καβάφη απέτυχε. Λέει κάτι αυτό; Ίσως.
Από τους πεζογράφους στην προτίμησή μου κυριαρχούν οι Ν. Καζαντζάκης και Αλ. Παπαδιαμάντης. Γενικά δεν είμαι λάτρης της λογοτεχνίας όπως προείπα για τους γνωστούς λόγους.
Από τους ξένους δεσπόζουσα θέση στην ανάγνωσή μου κατά απόλυτη σειρά κατέχουν οι: Έριχ Φρομ, Μπουκάϊ, Φρόϋντ, Μάρξ, Βίλχελμ Ράϊχ, Καμύ και Μορέν. Γενικότερα από τα βιβλία με συγκινούν αυτά με φιλοσοφικό προβληματισμό, ψυχολογικό ενδιαφέρον και κοινωνιολογική σκοπιά. Νομίζω πως είναι το βαθύτερο – ίσως κι αφανές – υπόβαθρο της δομής της σκέψης μου.
Οι αρχαίοι Τραγικοί και Φιλόσοφοι (Ηράκλειτος…), ο Θουκυδίδης (κορυφαίος) και φυσικά ο Όμηρος δεν επιδέχονται σύγκριση. Θα ήταν «ύβρις» κάθε σύγκριση με τους σύγχρονους. Ό,τι και να σκεφτώ ή γράψω ο νους μου επιστρέφει σε αυτούς. Ο συμπαντικός νόμος των αντιθέτων «Παλίντονος αρμονία» είναι από τα πιο θεμελιακά της σκέψης μου.Τακτικά γυρίζω σ’ αυτόν και δυσκολεύομαι να την αποφύγω ως αναφορά, όπως και το εμβληματικό του Hobbes «Homo homini lupus».
Έχετε την εμπειρία δύο εκφραστικών μέσων γραφής και επικοινωνίας, δικό σας site και δικό σας βιβλίο. Ενώ ο ηλεκτρονικός τύπος κερδίζει αναμφίβολα έδαφος, πόσο πιστεύετε πως μπορεί να αντισταθεί ακόμα το βιβλίο; Ποια χαρακτηριστικά του βιβλίου θεωρείτε πως είναι ακαταμάχητα;
Τα σύγχρονα δίκτυα επικοινωνίας αναμφισβήτητα κυριαρχούν και προσφέρουν πολλές δυνατότητες γνωριμίας και ανάγνωσης των άρθρων μου. Ενδεικτικά αναφέρω πως οι αναγνώστες του blog μου “ΙΔΕΟπολις” από την U.S.A. είναι οι πολυπληθέστεροι έναντι των άλλων κρατών της Ευρώπης. Εμφανίζονται αναγνώστες μου σε χώρες που με εκπλήσσουν. Ποιο βιβλίο θα έφθανε τόσο μακριά; Ας μην λιθοβολούμε, λοιπόν, το διαδίκτυο άκριτα. Μιλάμε για κατάχρηση. Μην απολυτοποιούμε και δαιμονοποιούμε κάποιες χρήσεις υπερβολικές. Αυτό ισχύει για όλα τα μέσα, T.V…
Το blog μου,ΙΔΕΟπολις έφερε κοντά μου παλιούς μαθητές μου και ξεχασμένους φίλους που με συγκίνηση μού τηλεφώνησαν για να με συγχαρούν. Οι ιδέες υπάρχουν για να μεταδίδονται και ο ηλεκτρονικός τύπος δίκαια κυριαρχεί απόλυτα λόγω της ταχύτητας.
Το βιβλίο συνιστά μία διαχρονική αξία και όσο κι αν αποδυναμωθεί δεν θα πάψει να υπάρχει και να γοητεύει. Είναι άλλη η αίσθηση του χαρτιού και η στάση που απαιτείται απέναντί του. Σε υποχρεώνει σε μία στάση αυτοσυγκέντρωσης κι επικοινωνίας με το περιεχόμενό του με ένα μολύβι δίπλα μου και τον απαραίτητο υπογραμμιστή με κίτρινο να σημειώνω τα καίρια σημεία. Τελικά το μέσο είναι το μήνυμα. Το βιβλίο μένει πάντα σιωπηλό και περιμένει υπομονετικά την στιγμή που θα το διαβάσουμε… Ενώ το διαδικτυακό κείμενο χάνεται εύκολα στο χείμαρρο των πολλών κειμένων που μάς πλημμυρίζουν.Το βιβλίο. είναι η πρώτη μας αγάπη και δεν ξεχνιέται. Είναι κι αυτή η μυρωδιά του χαρτιού που σε κρατά κοντά του. Προαπαιτεί την βραδεία ανάγνωση και συμμετέχουν όλες οι αισθήσεις του ανθρώπου. Το διαδίκτυο παρέχει την ταχύτητα, αλλά δεν σε κρατά πολύ κοντά στην προσεκτική μελέτη…
Εγώ πάντως επιμένω τα κείμενά μου να τα γράφω πρώτα στο χαρτί πριν πάρουν την ηλεκτρονική μορφή. Παραδοσιακός στη γραφή, σύγχρονος στην κοινοποίηση… Δίδυμες δυνάμεις…
Η ηλικία των 70 χρόνων για τους περισσότερους δεν ανήκει στη δράση. Είναι ηλικία αναπόλησης, συμπερασμάτων, ίσως αναθεωρήσεων… Εσείς έχετε πετύχει πολλά μέχρι τώρα. Μια δουλειά με όχι υλικό, αλλά σίγουρα πνευματικό και συναισθηματικό πλούτο, ως καθηγητής. Μια οικογένεια με μία σύντροφο στο ίδιο μήκος κύματος με σας – απ’ όσο μπορώ να γνωρίζω – δύο παιδιά αφιερωμένα στην ιατρική επιστήμη. Όμως, φαίνεται, πως το ταξίδι για τη δική σας «Ιθάκη» δεν τελειώνει εδώ. Για σας τα 70 δεν είναι ηλικία της αναπόλησης. Το δικό σας καράβι το λένε «Γραφή». Θα μπορούσατε να ζήσετε χωρίς αυτήν;
Σωστά το επισημαίνετε. Υλικά δεν κέρδισα τίποτα. Πνευματικά, όμως, πολλά, πάρα πολλά. Η οικογένεια πάντα συμμαχεί με κάποιες ικανότητές σου, αλλά ο δρόμος της δημιουργίας και της γραφής είναι πάντα μοναχικός, πολύ μοναχικός. Η «Ιθάκη» δεν τελειώνει και δεν ξέρω αν θα φθάσω κάποτε εκεί… Ούτε και το προσπαθώ,ίσως και να μην το θέλω. Θέλω να βρίσκεται μακριά μου για να γράφω ακόμη. Ζωή χωρίς γραφή είναι ένα κενό ζωής. Αν υπάρξει μέρα χωρίς να γράψω κάτι, θεωρώ πως κάτι μου λείπει. Αντίθετα νιώθω πλήρης και ευτυχής όταν μία ιδέα που φωλιάζει μέσα μου γίνεται κείμενο. Είναι κάτι απερίγραπτο ως συναίσθημα και βίωμα. Κάθε κείμενό μου είναι και μία γέννα. Με ηρεμεί και με σπρώχνει για το επόμενο.
Μέλημά μου η ποικιλία των θεμάτων για να μην εγκλωβιστώ μόνο στο γνωστό μου χώρο. Φιλοσοφία, κοινωνιολογία και ψυχολογία. Αν βρεθώ στην ανάγκη κάποιας απομόνωσης θα μπορούσα να ζήσω με ένα μολύβι, ένα χαρτί κι ένα ραδιοφωνάκι. Αυτή είναι η καθημερινή μου εικόνα. Μοναχικός και λίγο εσωστρεφής από τη φύση μου ασκούμαι στη γραφή σαν ναρκομανής. Δεν με τρομάζουν οι μεγάλες δόσεις. Μάλλον υγεία είναι κι ας είναι εθιστικό στοιχείο η γραφή…
Και κλείνοντας, πώς θα μπορούσατε να ορίσετε εσείς, με τη δική σας ματιά, τις λέξεις «Γλώσσα», «Λόγος» και «Γραφή», αφού σ’ αυτές αφιερώσατε ένα τόσο μεγάλο μέρος της ζωής σας;
Η «Γλώσσα» συνιστά το απόλυτο επινόημα – πνευματικό και όχι μόνο – του ανθρώπου για την εξωτερίκευση των σκέψεων, των συναισθημάτων αλλά και της βούλησής του. Απογείωσε πνευματικά το ανθρώπινο είδος κι από βιολογικό το μετέτρεψε σε πνευματικό και κοινωνικό αφού διευκόλυνε τη σκέψη και την συν-κοινωνία. Ο άνθρωπος γίνεται άνθρωπος μέσα στην κοινωνία.
Η γλώσσα ως κώδικας σημείων δίνει μορφή (εικόνα, ήχο) στην άυλη σκέψη και στην έννοια. Είναι το όχημα – ένδυμα της σκέψης. Εξάλλου «σκεφτόμαστε με λέξεις κι εκφράζουμε τη σκέψη με τις λέξεις». Για μας πραγματικότητα είναι μόνον αυτή που υπάρχει λεκτικά. Ο κόσμος μας είναι ο κόσμος των λέξεών μας.
Ο «Λόγος» είναι αμφίσημη έννοια (ειδικό άρθρο στο blog μου,ΙΔΕΟπολις «Ο Λόγος και τα λόγια που έχουν τη χάρη», ενότητα ΓΛΩΣΣΟδρόμιον). Σημαίνει Ομιλία και Σκέψη. Τον εξωτερικό και τον ενδιάθετο – εσωτερικό λόγο. Ίσως συνιστά την πιο πλούσια σε νοήματα ελληνική λέξη. Μπορεί ο άνθρωπος να χάσει την ικανότητα της έκφρασης (παθολογικά ή απαγόρευση). Κανείς, όμως, δεν μπορεί να κοντύνει τον Λόγο ως δυνατότητα σκέψης και εσωτερικού διαλόγου. Ούτε ο Μεγάλος αδελφός δεν το μπόρεσε κι ας επινόησε την «διπλή σκέψη» με την κατάργηση των λέξεων (1984).
Η «Γραφή» είναι το τελευταίο στάδιο μετά το «Λόγο», τη «Γλώσσα» (λέξη – έννοια). Το αποτύπωμα μιας διαδικασίας σύμφωνα με το Παρμενίδειο: ΕΙΝΑΙ – ΝΟΕΙΝ – ΛΕΓΕΙΝ – ΓΡΑΦΕΙΝ. Το τελευταίο συνιστά και το κορυφαίο στάδιο γιατί όλα τα προηγούμενα είναι η πρώτη ύλη που χρειάζεται την κατάλληλη επεξεργασία για να μορφοποιηθεί σε κάτι που θα αρέσει ως μορφή και περιεχόμενο. Κι αυτό γιατί οι άτακτες σκέψεις πρέπει να γίνουν ένα σώμα με αρχή, μέση και τέλος.
Σημείωση Φαρέτρας: Όλα τα άρθρα του Ηλία Γιαννακόπουλου στη Φαρέτρα μπορείτε να τα διαβάσετε ΕΔΩ