Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Κατ’ αρχήν, θέλω να ξεκαθαρίσω τη θέση μου και να πω ότι ψηφίζω τον Προϋπολογισμό, παρ’ όλες τις αδυναμίες και τις δυσκολίες για τον ελληνικό λαό που συνεπάγεται η εφαρμογή του.
Ψηφίζω τον Προϋπολογισμό, διότι θέλω και έμπρακτα να δείξω την εμπιστοσύνη και τη στήριξη στην Κυβέρνηση Παπαδήμου. Μια Κυβέρνηση η οποία έρχεται σε ένα πολύ δύσκολο χρονικό διάστημα να καλύψει αδυναμίες, ατέλειες και αδιέξοδα τα οποία είχε επιφέρει η προηγούμενη Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ.
Θέλω, όμως, να υπογραμμίσω ότι στηρίζω αυτή την Κυβέρνηση, την Κυβέρνηση του κ. Παπαδήμου και για έναν άλλο λόγο. Διότι με την Κυβέρνηση αυτή έμπρακτα υπογραμμίζεται η ιδέα της εθνικής συνεργασίας των Κομμάτων. Είναι μια ιδέα την οποία υποστηρίζω σε βιβλία μου, σε άρθρα μου, σε παρεμβάσεις μου εδώ και δεκαπέντε χρόνια.
Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο επιμόνως υποστήριζα και υποστηρίζω ότι για να βγει η χώρα από τα σημερινά αδιέξοδα, για να μπορέσει να λυθεί το εθνικό μας πρόβλημα, θα πρέπει όλες οι κοινοβουλευτικές και οι κοινωνικές δυνάμεις να συνενωθούν, ώστε να μπορέσουν να σηκώσουν το μεγάλο βάρος το οποίο έχει σήμερα η χώρα μας.
Βεβαίως, σε αυτές τις προτροπές μου υπήρξαν διάφοροι οι οποίοι με πισώπλατα χτυπήματα επιχειρούσαν να μειώσουν τη δύναμη αυτών των λόγων και εδώ και ενάμιση χρόνο διακήρυσσαν με τους γνωστούς σκοτεινούς τρόπους και πρότειναν ότι θα πρέπει να διαγραφώ ως δήθεν διαφωνών με το Κόμμα.
Στο τέλος το κατάφεραν. Δεν κατάφεραν, όμως, να στηρίξουν την ιδέα της συνεννόησης, διότι σήμερα με την Κυβέρνηση του Παπαδήμου η ιδέα αυτή –την οποία υποστήριξα και υποστήριζα από δεκαπενταετίας και τα τελευταία δύο χρόνια– είναι μία πραγματικότητα. Είναι μία πραγματικότητα, η οποία υπογραμμίζει την ανάγκη των εθνικών κυβερνήσεων, των κυβερνήσεων εθνικής συνεννόησης. Είναι μια Κυβέρνηση, η οποία βάζει σφραγίδα στα λεγόμενα των αποστροφικών αφηγήσεων των μεγάλων κομμάτων και σήμερα σπρώχνει όλες τις κοινωνικές δυνάμεις να συνεργαστούν για να μπορέσουν να σώσουν την πατρίδα μας, αλλά και για να φέρουν λύση στα αδιέξοδα.
Διερωτώμαι, όμως, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, όλο αυτό το διάστημα που θα έπρεπε ήδη να έχουμε φτάσει σ’ αυτό το σημείο, γιατί καθυστέρησε η χώρα; Αλλά, έστω και την υστάτη ώρα, έστω και αυτήν την στιγμή, τα Κόμματα οφείλουν να «βάλουν πλάτη», οφείλουν να στηρίξουν την Κυβέρνηση Παπαδήμου, να τη στηρίξουν για να μπορέσει να «ξελασπώσει» η χώρα μας.
Παρατηρώ, αγαπητές κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τον τελευταίο καιρό ότι με διάφορα υπονοούμενα, με διάφορους τρόπους, τα δύο μεγάλα Κόμματα, ιδίως οι σημερινοί αρχηγοί των δύο μεγάλων κομμάτων, προσπαθούν να υπονομεύσουν αυτήν την εθνική προσπάθεια.
Και το κάνουν αυτό γιατί –πιστεύω- το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η προσωπική τους επιβίωση, είναι ο αγώνας για την καρέκλα. Αλλά, πρέπει να τους προειδοποιήσουμε ότι ο ελληνικός λαός, ο οποίος αγκαλιάζει μία τέτοια κίνηση, μία τέτοια ιδέα, που ενσαρκώνεται σε μία κυβέρνηση συμμαχίας, θα είναι αμείλικτος. Ο λαός θα τιμωρήσει αυτούς που με διάφορους τρόπους επιχειρούν να υπονομεύσουν αυτήν την προσπάθεια.
Το «όχημα» αυτής της υπονόμευσης είναι ο χρόνος των εκλογών: δήθεν πότε θα γίνουν οι εκλογές. Βεβαίως, έτσι όπως είναι τα πράγματα, οι εκλογές θα πρέπει να γίνουν το συντομότερο δυνατόν.
Όμως, αγαπητές κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, οι εκλογές δεν ενδιαφέρουν πρώτιστα τον ελληνικό λαό.
Ο ελληνικός λαός βασανίζεται αυτήν την στιγμή, έχει προβλήματα αυτήν την στιγμή και οι εκλογές τους μόνους τους οποίους ενδιαφέρουν είναι εκείνοι που παίζεται η τύχη τους, η καρέκλα τους, δηλαδή τους δύο αρχηγούς των δύο μεγάλων κομμάτων.
Αγαπητές κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Το ερώτημα, το οποίο σήμερα μπαίνει είναι: Θα πάμε ή δεν θα πάμε με την Ευρωπαϊκή Ένωση;
Αυτή είναι η «κόκκινη γραμμή» που διαχωρίζει και πρέπει να έχουμε σαφή απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα.
Το διακύβευμα, επομένως, σήμερα δεν είναι μνημόνιο και αντι-μνημόνιο. Είναι: Με την Ευρώπη για να σωθεί ο τόπος ή χωρίς την Ευρώπη;
Εάν δεχθούμε, όπως δέχεται όλος ο κόσμος, ότι σήμερα η μόνη λύση είναι το «όχημα» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα πρέπει με θάρρος να παραδεχθούμε ορισμένες αλήθειες.
Αλήθεια πρώτη. Η ιδέα, η διακήρυξη περί δήθεν επαναδιαπραγμάτευσης του χρέους θα πρέπει να «πάει περίπατο». Ήταν μία ψευδής θέση, μία θέση, η οποία ξεγελούσε τον ελληνικό λαό, μία θέση, η οποία δημιουργούσε σύγχυση στο κοινωνικό σώμα, μία θέση, η οποία μας έκανε απότακτους σχεδόν από την Ευρωπαϊκή Ένωση και σαν χώρα, αλλά και σαν τη Νέα Δημοκρατία απέναντι στα μεγάλα κόμματα, μία θέση, η οποία δεν πρέπει να συζητείται.
Βέβαια, διαπιστώνω ότι υποτονθορίζεται η κουβέντα ότι αντί για επαναδιαπραγμάτευση, θα έχουμε τροποποίηση. Όμως, η διατύπωση της επιστολής του αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης ήταν σαφής «εντός των αυστηρών ορίων που έχει η σύμβαση και η Ευρωπαϊκή Ένωση». Επομένως, παίζουμε παιχνίδια εν ου παικτοίς. Γι’ αυτό θα πρέπει να το ξεκαθαρίσουμε.
Η δεύτερη αλήθεια έχει να κάνει με το αν το μνημόνιο πέτυχε ή απέτυχε. Ο κ. Προβόπουλος πριν από λίγο καιρό είπε ότι η οικονομική πολιτική συχνά ασκείται αποσπασματικά, με διστακτικότητα ή παραχωρήσεις και αναβολές ή σύρετε από τις εξελίξεις αντί να της προλαμβάνει. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι άλλο η αποτυχία που έχει η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ όλο αυτό το διάστημα των δύο χρόνων και άλλο είναι το Σύμφωνο Σταθερότητας, το οποίο επιβάλλεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι δύο ξεκάθαρα πράγματα. Το μεν ένα το καταδικάζουμε. Στο δε άλλο θα πρέπει να σταθούμε και μέσα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να δούμε πώς θα μπορέσουμε να το επιλύσουμε.
Δυστυχώς, το Κόμμα, το οποίο επί τριάντα οχτώ χρόνια είχα την τιμή να το υπηρετώ με συνέπεια, ακολούθησε μία συγκεχυμένη και τελείως παραπλανητική πολιτική στο θέμα αυτό και δημιούργησε την εντύπωση στον κόσμο ότι υπάρχουν μαγικές λύσεις. Θα έλθει, θα μειωθούν οι συντελεστές της αμέσου φορολογίας και τελείωσε το πράγμα. Δεν λύθηκε το πρόβλημα. Επομένως, «κακό το μνημόνιο, κακά τα πάντα, εμείς έχουμε τις λύσεις».
Θυμίζει το «εμείς έχουμε τα λεφτά» του κυρίου Παπανδρέου. Παρόμοια είναι.
Θα είναι πολύ αφελές να πούμε ότι το πρόβλημα, του οποίου τη λύση δεν μπορεί να τη βρει όλη η Ευρώπη, η Αμερική, όλος ο κόσμος, βρέθηκε ξαφνικά ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας με το επιτελείο του και βρήκε τη συνταγή παγκόσμια. Είναι πρωτότυπο πράγματι. Βρήκαμε εμείς τη συνταγή της μεγάλης κρίσης, που ταλανίζει τον κόσμο όλο. Το βρήκαμε εμείς στην Ελλάδα. Μπράβο μας!
Ας μιλήσουμε λίγο πιο σοβαρά. Ακόμη και η μείωση των συντελεστών της αμέσου φορολογίας, που είναι ένα νεοφιλελεύθερο μέτρο, αν ήταν λύση, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, που υποστηρίζει τέτοιες λύσεις, θα ήταν το πρώτο που θα σήκωνε τη σημαία. Δεν το έκανε, όμως, κανένας. Απλώς, εμείς ανακαλύψαμε πρωθύστερα τα Chicago boys και τον Milton Friedman, καθυστερημένα και κακώς εφαρμοζόμενο, διότι άλλο τα «χαράτσια», άλλο η φορολογία, άλλο η κακή εφαρμογή και άλλο το να πούμε ότι θα μπει ένα σωστό φορολογικό σύστημα, που θα τονώνει τις επιχειρήσεις και, εν πάση περιπτώσει, μέσα στο όλο πλέγμα των δύσκολων μέτρων, τα οποία μας επιβάλλονται, θα μπορέσουμε να βρούμε τη λύση.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Είπα ότι δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις και το είπα και προς το Κομμουνιστικό Κόμμα, το οποίο τιμώ ιδιαίτερα και το σέβομαι, διότι έχουν μία συνέπεια στη γραμμή τους. Δεν συμφωνώ καθόλου με το συμπέρασμα. Συμφωνώ με την πολλές φορές μαρξιστική ανάλυση ορισμένων προβληματισμών που θέτει. Εδώ θα πρέπει να πω ότι η Ελλάδα δεν είναι ο «ομφαλός» της γης. Η Ελλάδα δεν είναι εκείνη, η οποία ρυθμίζει την παγκόσμια νομοτέλεια. Υπάρχουν πάρα πολλά γεγονότα στον κόσμο, τα οποία ρυθμίζονται αυτόματα με τη νομοτελειακή φορά των πραγμάτων. Αυτό λέει ο Μαρξ. Αυτό έλεγε από μία άλλη πλευρά ο Χέγκελ, που ακολούθησε ο Μάρξ στη συνέχεια τη θεωρία του.
Επομένως, τώρα το να λέμε στην Ελλάδα ότι εμείς είμαστε το κέντρο των διεθνών αποφάσεων, ότι εμείς μπορούμε να ρυθμίζουμε την παγκόσμια κρίση, ότι εκείνο, ότι το άλλο, είναι όχι μόνο ψέμα, είναι μία αφέλεια κι ένα «δηλητήριο» που ποτίζουμε τον ελληνικό λαό. Η Ελλάδα μπορεί, οι Έλληνες μπορούν. Πρέπει, όμως, για να μπορέσουν, να μάθουν την αλήθεια, να ξέρουν τα πράγματα πώς έχουν.
Και η Ελλάδα μέσα στο παγκόσμιο σύστημα χωρίς να απεμπολεί, χωρίς να κλωτσάει τις ευκαιρίες, οι οποίες τις δίνονται, πρέπει να είναι κοντά στην Ευρωπαϊκή Ένωση και να δεθεί με το νέο όραμα, όσο δύσκολο να είναι, το οποίο αυτήν την στιγμή συνθέτεται μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μέσα σε αυτό, λοιπόν, το πλέγμα οφείλει να προχωρήσει και να δώσει λύσεις.
Όλα τα άλλα, τα λαϊκιστικά, τα δημαγωγικά, δεν είναι για τις περιστάσεις και νομίζω ότι πρέπει να απορριφθούν.
Ευχαριστώ.