“Όλη τη μέρα τον σφυροκοπούν από παντού τα σλόγκαν, οι υποβολές, οι φωνές μιας πλαστής πραγματικότητας που τον στερούν από το τελευταίο ίχνος ρεαλισμού που μπορεί να του έχει μείνει” (Έριχ Φρομ).
Αλήθεια πόσες αντιστάσεις μπορεί να καλλιεργήσει και να αναπτύξει κάποιος σήμερα για να αντέξει στον ωκεανό των διαφημίσεων και των σλόγκαν για την ευτυχία που χαρίζει η μέγιστη κατανάλωση;
Αλήθεια πόση γνώση χρειάζεται κάποιος σήμερα για να μπορεί να διακρίνει τα όρια της ενημέρωσης και της προπαγάνδας;
Αλήθεια ποια αξιολογικά κριτήρια θα πρέπει να έχει αποδεχτεί ο σύγχρονος άνθρωπος και σε ποιον ρεαλισμό θα έπρεπε να εθιστεί για να μπορεί να αποφύγει την πλάνη της “πλαστής πραγματικότητας” που προβάλλεται ως η μόνη θεμιτή πραγματικότητα;
Αλήθεια ποιο αξιακό σύστημα θα μπορούσε να λειτουργήσει ως ασπίδα του σημερινού καταναλωτή απέναντι στις σειρήνες μιας κατ’ ευφημισμόν ευτυχίας που εδράζεται στην κατανάλωση του “περιττού” και όχι του “αναγκαίου”;
Αλήθεια πόση δόση “κοινωνικού μιθριδατισμού” είναι αναγκαία έτσι ώστε ο άνθρωπος της εποχής μας να μην αισθάνεται ένοχος για την πείνα και τη στέρηση εκατομμυρίων συνανθρώπων του, όπου γης, τη στιγμή που ο ίδιος επιδίδεται σε μία αλόγιστη σπατάλη περιττών προϊόντων;
Αλήθεια ποια Ηθική και ποιος Ανθρωπισμός θα μπορούσαν να απελευθερώσουν το άτομο της ναρκισσιστικής κοινωνίας μας από τη φενάκη της “καταναλωτικής ελευθερίας” που το μετατρέπει σε ένα αδηφάγο “τέρας” μέσα σε ένα περιβάλλον που πολλοί συνάνθρωποί του δίπλα πασχίζουν να επιβιώσουν;
Αλήθεια ποιο φιλοσοφικό σύστημα και ποια ιδεολογία (πολιτική, κοινωνική…) είναι ικανή και τελέσφορη στην επαναξιολόγηση του υλιστικού προσανατολισμού της κοινωνίας μας και στην τροχοδρόμηση μιας άλλης αντίληψης, πιο πνευματικής, για τη ζωή και τον ανώτατο στόχο της:
Αλήθεια ποιοι λογικοί μηχανισμοί θα πρέπει να ενεργοποιηθούν για να ακυρωθούν όλες εκείνες οι άλογες δυνάμεις που θολώνουν το νου του ανθρώπου και κανοναρχούν τις επιλογές του σε καταναλωτικά προϊόντα ως μία δήθεν έκφραση της ανθρώπινης αυτοδιάθεσης και αυτονομίας;
Αλήθεια πόση δύναμη και πόση προσπάθεια θα πρέπει να καταβληθεί από το σύγχρονο άτομο έτσι ώστε να διαψεύσει τον χαρακτηρισμό τoυ Έριχ Φρομ πως συμπεριφέρεται στην κατανάλωση αγαθών ως το “αιώνιο βυζανιάρικο”;
Αλήθεια ποια στροφή της σκέψης και ποιος συνειδησιακός συγκλονισμός απαιτείται έτσι ώστε ο σημερινός καταναλωτής να κατανοήσει και να αποδεχτεί πως τα μεγάλα βήματα στη ζωή μας ξεκινούν από κάποιες μικρές επαναστάσεις, σαν κι αυτή της “καταναλωτικής αποτοξίνωσης”;
Αλήθεια χρειάζεται εξοικείωση και βαθιά γνώση του νόμου-φαινομένου της “Εντροπίας” για να κατανοήσουμε πως η αλόγιστη σπατάλη και η άκριτη κατανάλωση προϊόντων (φυσικοί πόροι) μπορεί να προκαλέσουν ανισορροπία-αταξία στο οικοσύστημα με ανυπολόγιστες ζημιές-συνέπειες σε όλα τα επίπεδα.
Αλήθεια γιατί ο άνθρωπος-καταναλωτής δεν διδάσκεται από τα παθήματα του Ερυσίχθονα και επιμένει να επιζητά την ευτυχία του στην παροδική ευωχία της απόκτησης και κατανάλωσης υλικών προϊόντων;
Αλήθεια ποια ψυχολογία και ποια εσωτερική ανάγκη ωθεί τον άνθρωπο να θέλγεται-ηδονίζεται από το ρόλο του “προσκυνητή” των ίδιων των δημιουργημάτων-αντικειμένων του;
Στις παραπάνω “μικρές και πικρές αλήθειες” με τη μορφή ερωτημάτων θα
μπορούσε κάποιος να προσθέσει κι άλλες για την πληρέστερη κατανόηση της καταναλωτικής τρέλας με αφορμή την Black Friday.
Επειδή, όμως, κάποιοι θα αντιτείνουν πως αυτή η καταναλωτική βουλιμία που καλλιεργείται και με το σφυροκόπημα των διαφημιστικών μηνυμάτων δεν εξυπηρετεί τίποτα άλλο παρά τη φυσική ροπή του ανθρώπου προς την “Ηδονή”* (ως το πρώτο και σύμφυτο αγαθό) καλό θα ήταν να προστρέξουμε για λίγο στη σχετική θεωρία του Επίκουρου.
Να, λοιπόν, που κι η Black Fiday έχει και τη φιλοσοφική της διάσταση:
{Ευδαιμονία, επιθυμία και ηδονή}
“Ας αναλογιστούμε ότι από τις επιθυμίες άλλες είναι φυσικές κι άλλες χωρίς ουσία, και ότι από τις φυσικές επιθυμίες άλλες είναι αναγκαίες κι άλλες απλώς φυσικές, από τις αναγκαίες, τέλος, επιθυμίες άλλες είναι αναγκαίες για την ευδαιμονία, άλλες για την αποφυγή σωματικών ενοχλήσεων και άλλες για την ίδια τη ζωή. Η σωστή θεώρηση αυτών των πραγμάτων ξέρει να ανάγει καθετί που επιλέγουμε και καθετί που αποφεύγουμε στην υγεία του σώματος και την ηρεμία της ψυχής, αφού σε τούτο συνίσταται ο σκοπός της ευτυχισμένης ζωής. Για χάρη αυτού του στόχου κάνουμε ό,τι κάνουμε: για να μην αισθανόμαστε πόνο και να μη μας κυριεύει ο φόβος […] Την ηδονή, βλέπεις, τη χρειαζόμαστε, όταν η στέρησή της μας προξενεί πόνο· όταν δεν αισθανόμαστε πόνο, δε χρειαζόμαστε πια την ηδονή. Και για τούτο η ηδονή είναι αρχή και τέλος της ευτυχισμένης ζωής. Γιατί έχουμε διαγνώσει ότι είναι το πρώτο και σύμφυτο αγαθό μέσα μας”. (Eπίκουρος, Eπιστολή πρὸς Μενοικέα, 127, 128 και 129)ΑΓΜΑΤOΛOΓΙΚΑΝΕΥΤΙΚΑ Σ
*H Hδονή ως ο πρώτιστος σκοπός της ευτυχισμένης ζωής: Κατά τον Επίκουρο, ο πόνος και η χαρά, η λύπη και η ηδονή, δηλαδή η ευχαρίστηση, είναι αντίθετες καταστάσεις. Οι άνθρωποι προσπαθούν να ελαχιστοποιήσουν τις πρώτες και να μεγιστοποιήσουν τις δεύτερες. Η ηδονή ως εσωτερική τέρψη είναι σκοπός της ευτυχισμένης ζωής, γιατί είναι η αιτία και το κίνητρο κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας.
{Η Ηδονή και η Φρόνηση}
“Όταν λοιπόν υποστηρίζουμε ότι ο τελικός σκοπός είναι η ηδονή, δεν εννοούμε τις ηδονές των ασώτων κι αυτές που συνίστανται στην αισθησιακή απόλαυση, όπως ορισμένοι νομίζουν –από άγνοια κι επειδή διαφωνούν με εμάς παίρνουν στραβά τα λόγια μας– αλλά εννοούμε το να μην έχει κανείς σωματικό πόνο και ταραχή ψυχική. Γιατί τη γλύκα στη ζωή δεν τη φέρνουν τα απανωτά φαγοπότια και τα γλέντια […] ούτε τα ψάρια και τα άλλα εδέσματα που προσφέρονται σ’ ένα πολυδάπανο τραπέζι, αλλά ο νηφάλιος στοχασμός, αυτός που διερευνά τους λόγους για τους οποίους προτιμάμε αποφεύγουμε καθετί και αποδιώχνει τις δοξασίες που με τόση ταραχή γεμίζουν την ψυχή μας. Αφετηρία για όλα αυτά και συνάμα το υπέρτατο αγαθό είναι η φρόνηση. Για τούτο κι από τη φιλοσοφία προτιμότερη είναι η φρόνηση, από την οποία απορρέουν όλες οι αρετές: η φρόνηση που μας διδάσκει ότι δεν είναι δυνατόν να ζει κανείς χαρούμενα, αν η ζωή του δεν έχει γνώση, ομορφιά και δικαιοσύνη κι ούτε πάλι μπορεί να ‘χει η ζωή του γνώση, ομορφιά και δικαιοσύνη, αν δεν έχει και χαρά”. (Eπίκουρος, Eπιστολή πρὸς Μενοικέα, 131-132) (Από το διαδίκτυο).
