Γιώργος Παπασίμος: Το Πολυτεχνείο ως φωτοδότης της συλλογικής μνήμης

Πενήντα χρόνια από την αντιδικτατορική εξέγερση της ελληνικής νεολαίας στο Πολυτεχνείο στις 17/11/1973 που αποτέλεσε τον καταλύτη για την πτώση της επτάχρονης Δικτατορίας, τα μηνύματα αυτής παραμένουν παντελώς επίκαιρα. Οι στόχοι και οι αγώνες για την εθνική ανεξαρτησία, λαϊκή κυριαρχία, κοινωνική δικαιοσύνη και δημοκρατία αποτελούν βασικό συστατικό στα βασικά αιτήματα της σημερινής Ελλάδος, που έχει εισέλθει πλέον σε ένα μακρύ μονοπάτι παρακμής από την περίοδο της ύστερης Μεταπολίτευσης ως σήμερα.

Το Πολυτεχνείο αποτελεί τη σύγχρονη εθνική επέτειο ως συνέχεια της 25ης Μαρτίου και της 28ης Οκτωβρίου. Παρά το γεγονός ότι δεν αφορά το Έθνος (1821 – 1940) αλλά τη Δημοκρατία, με συνέπεια η κεντρική γραμμή του να αναφέρεται στον εσωτερικό πυρήνα του Έθνους και όχι στον εξωτερικό των άλλων δύο εθνικών επετείων, έχει προσλάβει ως επέτειος εθνικό χαρακτήρα. Και αυτό παρά τις επιμέρους ιδεολογικές και πολιτικές προσλαμβάνουσες κάθε πολιτικού χώρου, κόμματος ή φορέα διότι ανακαλείται άμεσα στη συλλογική μνήμη και ανακτά ευθέως τον αγωνιστικό της συμβολισμό μισό αιώνα μετά την κορυφαία πράξη αντίστασης θυσίας της τότε νεολαίας.

Η εξέγερση του Πολυτεχνείου, που αποτελεί τον τελευταίο σταθμό στην πορεία του αντιστασιακού πνεύματος του ελληνικού λαού, στην μακραίωνη ιστορία του, παρόλες τις προσπάθειες καπήλευσης και εξαργύρωσης από διάφορους φορείς και κυρίως από τη διαμορφωθείσα νοσηρή κομματοκρατία παραμένει ζωντανό. Αποκτά μάλιστα εντονότερη στιλπνότητα, όσο οι εθνικοί κίνδυνοι μεγεθύνονται, το βιοτικό επίπεδο του λαού επιδεινώνεται, η δημοκρατία αποκτά ολοένα περισσότερο τυπικό χαρακτήρα, η ελπίδα συρρικνώνεται και όσο το πολιτικό εποικοδόμημα και το πολιτικό προσωπικό εξουσίας παραπαίει και εμφανίζεται πλήρως αναντίστοιχο με τις ανάγκες του λαού και των συμφερόντων του Ελληνισμού στις σημερινές ρευστές και επικίνδυνες γεωπολιτικές συνθήκες. Το Πολυτεχνείο αποτελεί τεράστια παρακαταθήκη και φωτοδότης στην ελληνική κοινωνία, προκειμένου να επαναπροσεγγίσει το αντιστασιακό της ήθος, που έχει φθαρεί από τη σταδιακή επιβληθείσα «ιδεολογία» του καταναλωτισμού,  κατά τη διάρκεια της προηγηθείσας δανεικής ψευδοευημερίας της χώρας, που την οδήγησε στη χρεωκοπία, στην ξένη κηδεμονία και τη μετατροπή μεγάλου τμήματος των πολιτών σε σύγχρονους πληβείους.

Η εξέγερση του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο του 1973, που ξεκίνησε με κατάληψη του Πολυτεχνείου και αιτήματα, κυρίως φοιτητικά, εξελίχθηκε σε παλλαική και πανεθνική εξέγερση με εκδηλώσεις διαμαρτυρίας σε όλη τη χώρα και στο εξωτερικό, και με κεντρικό αίτημα την παραίτηση της Χούντας και την αποκατάσταση των δημοκρατικών ελευθεριών. Η αιματοβαμμένη καταστολή της εξέγερσης από τις στρατιωτικές δυνάμεις, με τουλάχιστον 24 καταγεγραμμένους νεκρούς και η επαναφορά του στρατιωτικού νόμου ήταν η αρχή του τέλους για την επτάχρονη δικτατορία, η κατάρρευση της οποίας θα συντελεστεί παράλληλα με την κυπριακή τραγωδία για την οποία φέρει την αποκλειστική ευθύνη.

Τα φαινόμενα καπήλευσης του Πολυτεχνείου από ποικιλόμορφους φορείς και τις διάφορες κομματικές «νομενκλατούρες», που προσπάθησαν να οικειοποιηθούν το φωτοστέφανο του αντιδικτατορικού αγώνα, που αποτέλεσε και σημαντικό εισιτήριο εξαργύρωσης στην Μεταπολίτευση δεν κατέστησαν δυνατά να το ευτελίσουν και να το απομυθοποιήσουν διότι κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη μεγάλη συμβολή του και τον φωτεινό συμβολισμό του ως κορυφαία πράξη του σύγχρονου μαζικού αχειραγώγητου αντιστασιακού κινήματος. Πέραν των κακοχωνεμένων ακροδεξιών σχημάτων με στόχο την υπονόμευση του με τους φαιδρούς ισχυρισμούς ότι δεν υπήρξαν νεκροί, κάτι που όμως ιστορικά έχει διαψευστεί πλήρως, παρατηρείται τα τελευταία χρόνια μια συστηματική «ύπουλη» προσπάθεια κάποιων να ξαναγράψουν την «ιστορία», όπως άλλωστε έχει γίνει και για πολλές άλλες σημαντικές στιγμές των αγώνων του ελληνικού λαού.

Συγκεκριμένα επιχειρούν να αποδώσουν στην εξέγερση του Πολυτεχνείου τη βασική ευθύνη για τη τραγωδία της Κύπρου, αναμασώντας την κατασκευή ότι αν δεν είχε γίνει εξέγερση του Πολυτεχνείου και δεν υπήρχε η διαδοχή του Παπαδόπουλο από τον Ιωαννίδη, δεν θα επακολουθούσε η τραγωδία της Μεγαλονήσου! Πρόκειται για ανεδαφική, ερεβώδη και γελοία άποψη, αφού η τουρκική εισβολή στη Κύπρο ήταν από καιρό πολύ καλά προσχεδιασμένη, η δε βασική αιτία αυτού του εθνικού εγκλήματος ήταν η αντεθνική και μικρόνοη απόφαση της Χούντας, οκτώ μόλις μήνες μετά τη βίαιη εγκαθίδρυση της στις 29-11-1967 για την απόσυρση της ελληνικής μεραρχίας που είχε αποστείλει ο Γεώργιος Παπανδρέου ακριβώς για να αποτρέψει το ενδεχόμενο της τουρκικής εισβολής, που ήταν ante portas.

Αυτό ήταν που άνοιξε το δρόμο στον ΑΤΤΙΛΑ γιατί τα υπόλοιπα, όπως η δολοφονική απόπειρα κατά του Μακαρίου το 1970, η αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος το 1972 και το τελικό πραξικόπημα στις 15/7/1974 ήταν οι επιμέρους πτυχές των προδοτικών ενεργειών της Χούντας κατά της Μεγαλονήσου και κατά του Ελληνισμού. Ολοένα, δε, και περισσότερο αποκτά στιβαρή βασιμότητα η άποψη ότι η επιβολή της Χούντας στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκε ακριβώς για να προσφερθεί η δυνατότητα στον ΑΤΤΙΛΑ να εισβάλει στη Κύπρο και να κατέχει ως σήμερα το 40% της Μεγαλονήσου. Είναι προφανές ότι ουδεμία συνεπώς σχέση έχει ο ηρωικός αντιφασιστικός αγώνας της νεολαίας το 1973 στο Πολυτεχνείο με τον συνειδητό ακρωτηριασμό της Κύπρου από την αντεθνική επτάχρονη δικτατορία.  

Σήμερα μισό αιώνα μετά, το ανεξίτηλο φως του Πολυτεχνείου μπορεί να αποτελέσει το φάρο στις νησίδες των προοδευτικών πολιτών, που είτε βρίσκονται εκτός των κομματικών τειχών είτε είναι εγκλωβισμένες και ακινητοποιημένες εντός αυτών για την επανάκαμψη των συλλογικών οραμάτων και της συλλογικής δράσης, προκειμένου να πραγματοποιηθεί η έξοδος της Ελλάδος από την παρακμή και την ανυποληψία.