Γιώργος Παπασίμος : Ο «θάνατος» του ελεύθερου επαγγελματία

Ένα από τα χαρακτηριστικότερα και επιδραστικότερα βιβλία στην παγκόσμια λογοτεχνία, υπήρξε, αναμφισβήτητα, ο «Θάνατος του εμποράκου», που έγραψε το 1948 ο Άρθουρ Μίλλερ, επιδιώκοντας να θίξει τις συνέπειες του οικονομικού Κραχ του 1929 στην Αμερική, τις διαψεύσεις και καταρρεύσεις των προσδοκιών, που η οικονομική κρίση και ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος είχε φέρει.
Χωρίς να είναι υπερβολικό, η αντιστοιχία με την σημερινή μνημονιακή Ελλάδα είναι οδυνηρά προφανής στον χώρο των μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων, και ειδικότερα στον πολυπληθή χώρο των ελευθέρων επαγγελματιών.
Η εφαρμογή του λεγόμενου «Νόμου Κατρούγκαλου», που είχε με «κούφιες» μεγαλοστομίες προπαγανδιστεί από την, τότε, ηγεσία του Υπουργείου Εργασίας, ως ένα σημαντικό σχέδιο «σωτήριας ασφαλιστικής μεταρρύθμισης», δικαιώνει, δυστυχώς, τις φωνές και τις επισημάνσεις πολλών στην προηγούμενη χρονιά, ότι, στην ουσία, επρόκειτο για ένα «συμβόλαιο θανάτου» των ελευθέρων επαγγελματιών, των αγροτών και των εν γένει αυτοαπασχολούμενων, που αποτελούν σημαντικά τμήματα της Ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας.
Και, μπορεί ο κ. Κατρούγκαλος να παραμένει, έστω και αθέατος, στο υπουργικό συμβούλιο, οι επιπτώσεις, όμως, αυτού του νομοθετικού «τερατουργήματος» είναι οδυνηρές και συντριπτικές, τόσο για το σύνολο των ελευθέρων επαγγελματιών και μικρομεσαίων επαγγελματιών, όσο και για την οικονομία της Ελλάδος, η οποία βρίσκεται σε δραματική «βύθιση», μετά από επτά χρόνια μνημονιακής κηδεμονίας, εσωτερικής υποτίμησης και διάλυσης κάθε παραγωγικού μηχανισμού.
Και αυτό, γιατί πρέπει να γίνει κατανοητό, πέραν των επικοινωνιακών φληναφημάτων, ότι η Ελλάδα, ως περιφερειακός καπιταλιστικός σχηματισμός από την ίδρυσή της έως σήμερα, δεν είχε ποτέ σοβαρή αστική τάξη, αλλά μια ομάδα «παρασιτικής ολιγαρχίας», με έντονη, μάλιστα, την «κλεπτοκρατική» ροπή.
Αυτό είχε ως συνέπεια, αφενός, την μη δημιουργία σοβαρής βιομηχανικής βάσης και, αφετέρου, την έλλειψη σοβαρών παραγωγικών υποδομών στον πρωτογενή και τριτογενή τομέα της οικονομίας. Κατά, δε, την κρίσιμη περίοδο της Μεταπολίτευσης, όπου θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν τα κοινοτικά κονδύλια για δημιουργία ανταγωνιστικών δομών στους τομείς, που η Ελλάδα είχε συγκριτικά πλεονεκτήματα, όπως αγροτική παραγωγή, τουρισμός, ορυκτός πλούτος, υπηρεσίες κ.λπ., επικράτησε ο «κλεπτοκρατισμός», η διαπλοκή, η διαφθορά και ο εύκολος ατομικός πλουτισμός. Με αυτό το αντιπαραγωγικό «πελατειακό» και διεφθαρμένο πολιτικό και οικονομικό σύστημα, οδηγηθήκαμε στην χρεοκοπία και στην μνημονιακή κηδεμονία. Κηδεμονία, που, πέραν της δραματικής επιδείνωσης της οικονομίας και της κοινωνίας, έχουμε και την εκχώρηση κυριαρχίας στους δανειστές, μετατρεπόμενη, έτσι, η Χώρα μας σε ιδιότυπη Ευρωπαϊκή «αποικία χρέους».
Και, ενώ το μεγάλο ζητούμενο είναι η έξοδος από την δεκαετή καταστρεπτική ύφεση, που αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία, η εφαρμοζόμενη υποτιθέμενη «ασφαλιστική μεταρρύθμιση» συνιστά το «κύκνειο άσμα» της παραπαίουσας Ελληνικής οικονομίας, αφού η μνημονιακή αποδοχή για μείωση του προϋπολογισμού για το Ασφαλιστικό κατά 1,8 δις επιλέχθηκε από την σημερινή Κυβέρνηση να «πέσει στις πλάτες» των μοναδικών παραγωγικών τμημάτων της Ελληνικής οικονομίας (πρωτογενής τομέας, υπηρεσίες και μικρομεσαίες επιχειρήσεις). Και αυτό, γιατί η δραματική αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών, η οποία, σημειωτέον, αγγίζει τα όρια «παρανοϊκής οικονομικής επιλογής», καθόσον δεσμεύει το 75 – 80% των εισοδημάτων για φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, σε συνδυασμό με την βαρύτατη και υπέρμετρη υφιστάμενη φορολογία, έχει, ήδη, ως αποτέλεσμα την έξοδο χιλιάδων επαγγελματιών από την παραγωγική διαδικασία, χωρίς, μάλιστα, καμία εναλλακτική λύση για τους περισσότερους από αυτούς, πλην της πιο καταστροφικής για τους νέους επαγγελματίες, που είναι η έξοδός τους από την Χώρα στο εξωτερικό, όντας η πιο μορφωμένη γενιά στην σύγχρονη Ιστορία της Ελλάδος.
Αποτελεί, άλλωστε, παγκόσμια οικονομική πρωτοτυπία και απαύγασμα, να αναμένει κανείς, έστω και την παραμικρή ένδειξη ανάπτυξης της Χώρας, την στιγμή που έχει σχεδόν καταστραφεί ο παραγωγικός ιστός της και επιβάλλονται τεράστιοι νέοι φόροι, που αγγίζουν τα 3 δις το χρόνο επιπλέον, καθώς και καινούργιες παράλογες επιβαρύνσεις στο Ασφαλιστικό, κυρίως σε βάρος των ελεύθερων επαγγελματιών, αγροτών, μικρομεσαίων επιχειρηματιών.
Έτσι, ο εφαρμοζόμενος, ήδη, ασφαλιστικός νόμος λαμβάνει τον χαρακτήρα της «δαμόκλειας σπάθης», όχι μόνο για τα παραπάνω κοινωνικά στρώματα, τα οποία πλήττονται ευθέως, αλλά και κατά της παραπαίουσας Ελληνικής οικονομίας.