Γιώργος Αλεξανδρής: Ποίημα “ΕΡΗΜΩΣΕΙΣ”

        ΕΡΗΜΩΣΕΙΣ

Αδειανοί  οι  πλατιοί  και  ηλιόφωτοι δρόμοι,
αδιάβατα  της  κάθε γειτονιάς  τα  σοκάκια
χωρίς  απαντήματα , χαιρετισμούς και  γνωριμίες,
οι  περίβλεπτες  κοσμομαζώχτρες  και πολύβουες  πλατείες
χωρίς  τρυφερές  αγριάδες και φίλιες συμπλοκές,
τα  στέκια απόκληρα, αμαρτωλά και ξεχασμένα
χωρίς  χαριεντισμούς  καμώματα και  γέλια,
τα σταυροδρόμια  κρυφοπέρασμα   υπότροπης  φυγής
και  τα  πλατύσκαλα απόμερες  κι αστόλιστες γωνιές.
Όλα ερήμωση, αποξένωση, αποφυγή και  αγωνία.

Μισά και μουδιασμένα λόγια η απορία και ο φόβος,
το ύφος απρόσφορο για συζήτηση και επικοινωνία,
τ’ απόμακρα βλέμματα κρυφές  αναγνώσεις  αντοχής,
απρόθυμα νεύματα οι συνεννοήσεις και οι συμφωνίες ,
να  ειπωθούν  φωναχτά δυο λυτρωτικές συλλαβές
για τη βία του εγκλεισμού και το δίκιο της ελευθερίας
με μέλημα την ξεγνοιασιά και  της ψυχής  την προστασία,
με τη συνύπαρξη αποζήτηση, τη συνάθροιση   ευκαιρία,
να έχουν τόπο να σταθούν και χρόνο να προλάβουν.
Όλα ερήμωση,  απόγνωση ,συνέπεια  και  μαρτυρία.

Οι μέρες, αρίθμηση κι ανεπιθύμητη διαδοχή
στη βάσανο της συνέχειας και του διαλογισμού,
οι νύχτες αμετάκλητοι και στενάχωροι απολογισμοί,
βέβηλες  προληπτικές δοξασίες  και συνειρμοί μοιρολόγια ,
το άγχος  ανήκουστη κραυγή, η θλίψη ανείπωτη σιωπή,
η  μοναξιά  συνείδηση, καταφυγή  κι  ασκητισμός
και  στερνά ο θυμός, η άρνηση και η αυτοκριτική
που μέσα στο απρονόητο  στοίβαγμα  γνώσης  και  πρακτικής,
μακαρίσαμε εύνοιες  της ζωής  και  ευσύνδρομες εποχές.
Όλα  ερήμωση, δίκασμα, παραίτηση και  μελαγχολία.