Ένας στους έξι θανάτους παγκοσμίως το 2019 οφειλόταν σε ατμοσφαιρική ρύπανση

Η ρύπανση προκάλεσε έναν στους έξι θανάτους παγκοσμίως το 2019, περισσότερους από τους ετήσιους παγκόσμιους θανάτους λόγω πολέμου, ελονοσίας, HIV, φυματίωσης, ναρκωτικών ή αλκοόλ, όπως αποκαλύπτει μια νέα μελέτη. 

Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε την Τρίτη στο περιοδικό Lancet, αποκάλυψε πως η ρύπανση είναι η αιτία θανάτου 9 εκατομμυρίων ατόμων ετησίως, με τα τρία τέταρτα αυτών να οφείλονται σε ατμοσφαιρική ρύπανση.

Τα τελευταία 20 χρόνια κατεγράφη αύξηση 66% στους θανάτους από ατμοσφαιρική ρύπανση και τοξική χημική ρύπανση. Και τα δύο είναι απόρροια της ανεξέλεγκτης αστικοποίησης, της αύξησης του πληθυσμού και της εξάρτησης από ορυκτά καύσιμα.

«Οι επιπτώσεις στην υγεία παραμένουν μεγάλες, και χώρες μικρού ή μεσαίου εισοδήματος φέρουν το μεγαλύτερο μέρος του βάρους» είπε ο Richard Fuller, κύριος συγγραφέας της μελέτης. 

«Παρά τον πελώριο υγειονομικό, κοινωνικό και οικονομικό αντίκτυπο, η πρόληψη ρύπανσης παραβλέπεται σε μεγάλο βαθμό από τη διεθνή αναπτυξιακή ατζέντα». 

Μετά την ατμοσφαιρική ρύπανση, η ρύπανση των υδάτων ήταν η επόμενη πιο θανατηφόρα απειλή, προκαλώντας 1,36 εκατομμύρια πρόωρους θανάτους το 2019. Ακολουθούσε η δηλητηρίαση από μόλυβδο και ακολούθως οι «τοξικοί επαγγελματικοί κίνδυνοι».

Οι ερευνητές δούλεψαν στη βάση μελέτης που είχε διενεργηθεί το 2015 και είχε στηριχθεί σε στοιχεία από την Παγκόσμια Μελέτη Επιβάρυνσης των Ασθενειών. Έως και το 2019, όμως, δεν υπήρξε ιδιαίτερη βελτίωση όσον αφορά στον μοιραίο αντίκτυπο της ρύπανσης. Μάλιστα, οι ερευνητές έκαναν λόγο για «απουσία επαρκούς εθνικής ή διεθνούς πολιτικής για τα χημικά» κάτι που επέτεινε τον κίνδυνο. 

Το 90% των θανάτων καταγράφηκαν σε χώρες που δεν έχουν τα μέσα να λάβουν μέτρα, όπως η Ινδία και η Νιγηρία. Χώρες με υψηλότερα εισοδήματα, ωστόσο, είχαν «μεγαλύτερο έλεγχο» της κατάστασης. 

Η Ινδία στην κορυφή της λίστας

Στην Ινδία κατεγράφησαν οι περισσότεροι θάνατοι που συνδέονται με την ατμοσφαιρική ρύπανση. Έχασαν, ειδικότερα, τη ζωή τους περισσότερα από 1,6 εκατομμύρια άτομα. 

Τα επίπεδα της ρύπανσης σε, σχεδόν, όλες τις περιοχές της χώρας είναι πάνω από τα επιτρεπτά που ορίζονται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. 

Μόλις πέρσι, οι έξι από τις δέκα πόλεις με τη μεγαλύτερη ρύπανση στον κόσμο ήταν στην Ινδία. Ο μολυσμένος αέρας μειώνει το προσδόκιμο ζωής για εκατοντάδες εκατομμύρια Ινδούς κατά 9 χρόνια, όπως φάνηκε από έρευνα του Ινστιτούτου Ενεργειακής Πολιτικής του Πανεπιστημίου του Σικάγο. 

Το 2019, η κυβέρνηση της χώρας ανακοίνωσε μία καμπάνια για καθαρό αέρα, με στόχο να μειωθεί η ρύπανση κατά 30% έως το 2024. Σχεδιάστηκε ειδικό πλάνο για κάθε πόλη. Στο Νέο Δελχί, για παράδειγμα, ελήφθησαν μέτρα για την ενθάρρυνση χρήσης καθαρότερων καυσίμων από τους οδηγούς.

Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, το πρόβλημα αντί να βελτιώνεται, επιδεινώνεται. Μερικώς ευθύνεται η εξάρτηση της χώρας από τα ορυκτά καύσιμα – και ειδικότερα από τον άνθρακα. Κατά την περσινή σύνοδο κορυφής COP26 για το κλίμα στη Γλασκώβη, η Ινδία ήταν μεταξύ μιας ομάδας χωρών που πίεσαν για μια τροποποίηση του κειμένου της συμφωνίας ζητώντας σταδιακή «μείωση» του άνθρακα αντί για τη σταδιακή «εξάλειψή» του.

Εν τω μεταξύ, στην Αφρική παρατηρήθηκε μείωση των θανάτων, σε μεγάλο βαθμό λόγω της βελτίωσης των συνθηκών υγιεινής, της ποιότητας του νερού και των αντιβιοτικών. Ωστόσο, ο αριθμός των θανάτων από ατμοσφαιρική ρύπανση αρχίζει να αυξάνεται, καθώς η οικονομική ανάπτυξη έφερε αστικοποίηση σε πολλές αφρικανικές χώρες.

Με πληροφορίες από CNN

lifo.gr