Χρίστος Λιάπης: Η απειλή χρήσης πυρηνικών όπλων από τον Πούτιν

Οι πολεμικές συγκρούσεις και η ανθρωπιστική κρίση που επισυμβαίνουν στην Ουκρανία, πέρα από την καθημερινή εικόνα αποτροπιασμού για τις βαρβαρότητες που συνοδεύουν τις πολεμικές ενέργειες της εισβολής, λαμβάνουν χώρα και ενόσω η Πανδημία της COVID-19 είναι ακόμη ενεργή, απειλητική και ιδιαζόντως επικίνδυνη, ιδιαίτερα μάλιστα σε συνθήκες εκκόλαψης, μαζικής διάδοσης και καταστροφής υγειονομικών δομών, όπως αυτές που δημιουργεί η ρωσική εισβολή και οι συνεπακόλουθοι εκτοπισμοί πληθυσμών, συνωστισμοί στρατιωτών και αμάχων και οι εγκληματικές απώλειες ανθρώπινων ζωών και βασικών υποδομών. 

Την ιδια στιγμή αυξάνονται οι φόβοι και οι απειλές χρησιμοποίησης «τακτικών» πυρηνικών όπλων από τις ρωσικές δυνάμεις, όσο καθυστερεί η επίτευξη των αντικειμενικών τους σκοπών. Ως τακτικά πυρηνικά όπλα ορίζονται τα μικρότερης ισχύος πυρηνικά όπλα τα οποία προορίζονται να πλήξουν καθαρά στρατιωτικούς στόχους εντός ενός θεάτρου επιχειρήσεων. 

Η κατάσταση αυτή αποτελεί μια κατοπτρική αντιστροφή των αξόνων τακτικής πυρηνικής αποτροπής που εφάρμοζε το ΝΑΤΟ την εποχή του Ψυχρού Πολέμου όταν, με δεδομένη την
τεράστια και συμπαγή δύναμη πυρός που συγκέντρωνε το τότε Σύμφωνο της Βαρσοβίας, στην Κεντρική Ευρώπη, η υπεροχή του ήταν τέτοια, ώστε έγκυροι ΝΑΤΟϊκοί κύκλοι υποστήριζαν, κατά τα μέσα της δεκαετίας του 70, πως σε περίπτωση συρράξεως με συμβατικά όπλα, η Σοβιετική Ένωση και οι Σύμμαχοί της ήταν σε θέση, εντός 48 ωρών, να καταλάβουν ολόκληρη τη Δυτική Γερμανία και να συνεχίσουν κανονικώς την προέλασή τους προς κατάληψη της Δυτικής Ευρώπης, με τις δυνάμεις της τότε ΕΣΣΔ και των υπολοίπων χωρών του Ανατολικού Μπλοκ να παρουσιάζουν αριθμητική υπεροπλία σε όλους τους τομείς πλην των πυρηνικών κεφαλών. 

Ήδη, από το 1967 το Συμβούλιο του ΝΑΤΟ είχε υιοθετήσει τη λεγόμενη «στρατηγική της ευκάμπτου απαντήσεως», η οποία αρθρωνόταν πάνω στην ανάγκη υψηλού βαθμού συμβατικής ετοιμότητας, μέχρι του σημείου της διεξαγωγής ακόμη και τακτικού πυρηνικού πολέμου, ενόψει της ουσιαστικής, σοβιετικής πυρηνικής ικανότητας, η οποία τύγχανε οργανική στις σοβιετικές συμβατικές δυνάμεις, αλλά και της συντριπτικής υπεροχής του Συμφώνου της Βαρσοβίας σε έμψυχο δυναμικό και πολεμικό υλικό. Εαν η σοβιετική αυτή πλημμυρίδα ξεχυνόταν στις πεδιάδες της κεντρικής Ευρώπης, δυτικά της -στενάζουσας, σήμερα, από την Πουτινική επίθεση, σοβιετικής, τότε, Ουκρανίας- ο μόνος τρόπος ανάσχεσής της και σωτηρίας της Δυτικής Ευρώπης, πριν από την κλιμάκωση σε ολοκληρωτικό και αφανιστικό για την ανθρωπότητα πυρηνικό πόλεμο, ήταν η χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων. 

Αυτό λοιπόν, ακριβώς, που απειλούν να πράξουν οι Πούτιν και Λαβρόφ, χρησιμοποιώντας μικρής καταστροφικής ισχύος πυρηνικά όπλα, αν συνεχίσει να καθυστερεί η προέλασή τους εντός του ουκρανικού εδάφους και η ενίσχυση της Ουκρανίας με ΝΑΤΟϊκό πολεμικό υλικό, αποτελεί έναν αντεστραμμένο στρατηγικό αναχρονισμό, με το αμυντικό δόγμα που υιοθετούσε το ΝΑΤΟ κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, να βρίσκει το μεταχρονολογημένο τακτικό, επιθετικό ισομερές του στις τρέχουσες πυρηνικές απειλές του Πούτιν. 

Όπως δηλαδή το ΝΑΤΟ διακήρυττε, ήδη από τη δεκαετία του 70, πως αν υποστεί επίθεση υπό υπέρτερων (μη πυρηνικών) δυνάμεων θα ήταν δυνατόν να καταφύγει στη διεξαγωγή τακτικού πυρηνικού πολέμου, «ενωρίτερον του αναγκαίου» (πριν δηλαδή φτάσουν τα πράγματα στο σημείο κατά το οποίο θα χρημοποιούντο εκατέρωθεν τα στρατηγικά πυρηνικά όπλα μαζικής και αμοιβαίας καταστροφής, όχι μόνον στρατιωτικών στόχων αλλά και των μεγάλων πόλεων των ΗΠΑ και της τότε ΕΣΣΔ), έτσι και η σημερινή ηγεσία της Ρωσίας απειλεί να χρησιμοποιήσει τακτικά πυρηνικά όπλα, με καθαρά όμως επιθετικό προσανατολισμό, όχι επειδή απειλήθηκε η εδαφική  ακεραιότητα ή η εθνική κυριαρχία της χώρας, αλλά επειδή ο ρωσικός στρατός συναντά απρόσμενη αντίσταση από τις ουκρανικές δυνάμεις τις οποίες δεν έχει καταφέρει ακόμη να καταβάλλει. 

Xρίστος Χ. Λιάπης MD, MSc,PhD
Ψυχίατρος – Διδάκτωρ Παν/μίου Αθηνών
Πρόεδρος ΔΣ ΚΕΘΕΑ
Μέλος Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Δημόσιας Υγείας