Χρίστος Λιάπης: 9 Ιουλίου 2006…Πολεμιστής ήταν τι θέλατε να πίνει, πορτοκαλάδα;

 

9 Ιουλίου 2006. Στο τελευταίο του παιχνίδι ως ποδοσφαιριστής, στον τελικό του Μουντιάλ του 2006, όταν η Γαλλία αντιμετώπιζε την Ιταλία, ο Ζινεντίν Ζιντάν έδειξε πως δεν ήξερε ποιος ήταν ο κατάλληλος τρόπος για να φύγει από την ενεργό δράση, ίσως επειδή ήξερε έναν…καταλληλότερο τρόπο για να αποχωρήσει από το γήπεδο, αφού δεν μπορούσε να φύγει νικητής. Ο τρόπος αυτός δεν ήταν άλλος από μια κεφαλιά, όχι προς το τέρμα, αλλά προς το στήθος του Ιταλού αμυντικού Ματεράτσι, ο οποίος τον είχε προηγουμένως προσβάλλει χυδαία.

Ήταν το τελευταίο παιχνίδι του Ζιντάν. Κι εκείνος ήθελε να κλείσει την καριέρα του με ένα ακόμα παγκόσμιο κύπελλο. Όπως το 1998 που οι κεφαλιές του συνέτριψαν τη Βραζιλία του «φαινόμενου» Ρονάλντο. Όμως τώρα μια καρφωτή κεφαλιά του προς το ιταλικό τέρμα βρίσκει απέναντί της τα αιλουροειδή αντανακλαστικά του Μπουφόν. Ο Γάλλος άσσος νιώθει τα πόδια του να βαραίνουν. Όχι τόσο από την κούραση, όσο από αυτό το ασήκωτο φορτίο της διαρκούς επιβεβαίωσης που συνοδεύει, σαν βασανιστικός σιαμαίος αδελφός, την αξία, τη χαρισματικότητα και την υπεροχή.

Ξέρει πως στο ποδόσφαιρο, όπως και στη ζωή ισχύει η ρήση των Αμερικανών: «Είσαι τόσο επιτυχημένος, όσο το τελευταίο σου αποτέλεσμα». Θέλει να κλείσει την καριέρα του νικητής μέσα στο γήπεδο. Όπως νικητής υπήρξε και σε όλη του τη ζωή, όταν ξεκινώντας από τα αλγερινά γκέτο της Μασσαλίας κατέκτησε την ποδοσφαιρική υφήλιο. Εκείνη όμως τη βραδιά δείχνει να μην τα καταφέρνει. Κάτι η κακή του τύχη, κάτι η καλή εμφάνιση του αντιπάλου, κάτι αυτές οι περίεργες βραδιές που ενώ ξέρεις ότι μπορείς κι ότι το παιχνίδι είναι δικό σου, όλα μοιάζουν να συνωμοτούν εναντίον σου και στα γκολπόστ της ευτυχίας έχουν κατέβει τα ρολά της άρνησης, ο Ζιζού βλέπει τον χρόνο να κυλά και αγωνιά. Και όταν ο Ιταλός αμυντικός υπερβαίνει τα εσκαμμένα, βρίζοντας την αδερφή του, τότε τον ξαπλώνει στον χορτάρι. Ακολουθήσαν θυελλώδεις συζητήσεις για το fairplay και για το κατά πόσον αυτή η αντιαθλητική ενέργεια απάδει της μεγάλης προσωπικότητας του παίκτη.

Όποτε σκέφτομαι αυτή τη φάση, στο μυαλό μου έρχεται ένα άρθρο του Αντώνη Πανούτσου, που το είχα διαβάσει ακόμη πιο παλιά, το 2000, κατά τους Ολυμπιακούς του Σίδνεϋ. Αναφερότανε σε όσους κατηγορούσαν τον Τούρκο αρσιβαρίστα Ναΐμ Σουλεϊμάνογλου γιατί -παρά τα τρία προηγούμενα χρυσά ολυμπιακά του μετάλλια- είχε πραγματοποιήσει απογοητευτική εμφάνιση, λόγω της έξης και της αδυναμίας του στο ποτό και τις γυναίκες. Έκανε, λοιπόν, αρθρογράφος έναν τολμηρό παραλληλισμό, λέγοντας πως και τον Μέγα Αλέξανδρο τον κατηγορούσαν ότι έπινε και μάλιστα πως πάνω στο μεθύσι του σκότωσε τον καλύτερό του φίλο. Και ο δημοσιογραφικός του σχολιασμός, στις δύο αυτές επικρίσεις, ήταν ο ακόλουθος: «Πολεμιστής ήτανε, τι θέλατε να πίνει, πορτοκαλάδα;»

Στη δύσκολη πολιορκία της Τύρου ο Αλέξανδρος τραυματίστηκε στον αριστερό του ώμο. Χάρηκε όμως γιατί έτσι θα εκπληρωνότανε μία σχετική προφητεία του μάντη Αρίστανδρου για την κατάληψη της πόλης. Σ’ εκείνον τον τελικό της 9ης Ιουλίου 2006, ο Ζιντάν αγωνιζόταν και αυτός με τραυματισμένο τον αριστερό του ώμο. Δεν υπήρχε όμως καμία ευοίωνη προφητεία για να εκπληρωθεί. Μόνον οι αδηφάγες και ληστρικές προσδοκίες των εταιρειών και των συντελεστών στοιχημάτων. Κι έτσι, βλέποντας πως δεν θα κυρίευε αυτή την τελευταία πόλη της ποδοσφαιρικής του εκστρατείας, βλέποντας κλειστές τις πύλες της επίτευξης, έγινε ο ίδιος ένας ζωντανός πολιορκητικός κριός, χτυπώντας με το γυμνό του μέτωπό τον Ιταλό προβοκάτορα.

Γιατί περισσότερο από αθλητικό πρότυπο καλής συμπεριφοράς, περισσότερο από παράδειγμα προς μίμηση, για τους μικρούς μετανάστες της Μασσαλίας και τους απανταχού φιλάθλους, περισσότερο από προσγειωμένος star και υποδειγματικός οικογενειάρχης, ο Ζιντάν ήταν πολεμιστής. Ένας μοναχικός πολεμιστής της ερήμου της Αλγερίας αλλά και της εσωτερικής του ερήμου. Ξένος ως προς τους Μαρσεγέζους συμπατριώτες του, για τους οποίους ήταν ο αγαπημένος τους μεν, αλλά ο πάντα “Αλγερινός” δε. Ξένος και ως προς τους Αλγερινούς, μια και ο πατέρας του ανήκε σε μια φυλετική μειονότητα της ερήμου που κατά τον πόλεμο της ανεξαρτησίας είχε πάρει το μέρος των Γάλλων αποικιοκρατών. Μόνος του σύμμαχος η χαρισματικότητα και το ταλέντο. Όταν αυτά είδε πως δεν επαρκούσαν για να τον στέψουνε για ακόμη μία φορά νικητή επέλεξε να φύγει μόνος απ’ την παγκόσμια ποδοσφαιρική σκηνή.

 

Επέλεξε να φύγει λέγοντάς μας, με τον τρόπο του, αυτό που ο επίσης “Αλγερινός” (ως προς τον τόπο γέννησης, αλλά εκ Γάλλου πατρός) Αλμπέρ Καμύ μας είπε με το στόμα του Μερσώ στον «Ξένο»:

“Για να φτάσουν όλα σε μια τελείωση, για να αισθάνομαι λιγότερο μόνος, δεν μού μένει παρά να ευχηθώ να έρθουν πολλοί θεατές τη μέρα που θα εκτελεστώ και να με υποδεχτούν με κραυγές μίσους.”

Όπως ο αποκρουστικά δυσπροσάρμοστος αλλά και ανυπέρβλητα σαρωτικός Μάικ Τάισον που, βλέποντας πως δεν μπορούσε να ανακτήσει τον τίτλο του, δάγκωσε το…αυτί του Εβάντερ Χόλιφιλντ. Οι δυο τους είναι σαν να μας λένε το τόσο έξω από το αθλητικό ιδεώδες αλλά και τόσο μέσα σε κάθε χαρισματική ανθρώπινη φύση: «Καλύτερα ντισκαλιφιέ παρά υποταγή στη συγκυρία της ήττας, αφού να πάρει η οργή είμαι ο καλύτερος…».

 

Χρίστος Χ. Λιάπης MD, MSc, PhD

Επικ. Καθηγητής Ψυχιατρικής Δ.Π.Θ.

Αναπλ. Πρόεδρος Επιστημονικού Συμβουλίου ΕΟΠΑΕ

 

 

ΥΓ: Η φωτογραφία είναι από τον αγώνα της ποδοσφαιρικής ομάδας του ΚΕΘΕΑ «ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ» με την ομάδα του δήμου ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗΣ και την ομάδα των παλαιμάχων της ΑΕΚ που είχε διεξαχθεί την Κυριακή 28/11/2021 στο διαδημοτικό γήπεδο Λυκόβρυσης -Μεταμόρφωσης. Στον αγώνα συμμετείχα ως -τότε- Πρόεδρος του Κέντρου Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων. Για την απονομή των σχετικών αναμνηστικών άλλαξα τη φανέλα της «ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ» με μία με το νούμερο του Ζιντάν από τη Ρεάλ Μαδρίτης. Το Ghibli converter έκανε τα υπόλοιπα…