Η αξιοποίηση των Διαρθρωτικών Ταμείων, και ειδικότερα των συγχρηματοδοτούμενων Επιχειρησιακών Προγραμμάτων, από την Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι σήμερα περιορισμένη. Αυτό οφείλεται κυρίως στους παρακάτω λόγους:
1) Το κανονιστικό πλαίσιο του Αναπτυξιακού Προγραμματισμού δεν έχει επικαιροποιηθεί από το 1986 που εκπονήθηκε (Ν. 1622/1986) και προέβλεπε ως φορείς προγραμματισμού τους Δήμους, τους Αναπτυξιακούς Συνδέσμους, τις Νομαρχίες και τις κρατικές Περιφέρειες.
2) Δεν έχουν ακόμη ρυθμιστεί οι σχέσεις των δυο βαθμών Αυτοδιοίκησης σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των διαδικασιών του αναπτυξιακού προγραμματισμού. Η έλλειψη αυτή συνεχίζει να δημιουργεί ασάφειες, δυσλειτουργίες και τριβές μεταξύ Δήμων και Περιφερειών.
3) Το σύστημα διαχείρισης των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων είναι πολύπλοκο και γραφειοκρατικά δομημένο. Ευθύνεται για καθυστερήσεις και εμπλοκές και γι’ αυτό το λόγο χρειάζεται απλοποίηση και καλύτερη οργάνωση των δομών διαχείρισης. Σημαντικά προβλήματα δημιουργεί και το κανονιστικό πλαίσιο που διέπει τις απαλλοτριώσεις, την εκπόνηση των μελετών, την εκτέλεση των έργων, τον έλεγχο των συμβάσεων από το Ελεγκτικό Συνέδριο, καθώς και τη συνεργασία Δημόσιου–Ιδιωτικού Τομέα.
4) Αρκετοί Δήμοι δεν έχουν κατάλληλα στελεχωμένες και οργανωμένες υπηρεσίες ώστε να ανταποκριθούν, ως δικαιούχοι, γρήγορα και αποτελεσματικά στις απαιτήσεις του συστήματος διαχείρισης, για την έγκαιρη ωρίμανση των έργων, την διοίκηση και παρακολούθηση της εκτέλεσής τους και τη συντήρηση και λειτουργία τους. Ιδιαίτερα στους μικρούς Δήμους, όπου απουσιάζουν πλήρως οι σχετικές υπηρεσίες, η κατάλληλη τεχνική υποστήριξη (μέσω διαδημοτικής συνεργασίας ή/και διαβαθμιδικής συνεργασίας, τεχνικής βοήθειας από επιστημονικούς φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης), αποτελεί πρώτη προτεραιότητα.
5) Η απουσία βάσης δεδομένων με όλα τα γεωγραφικά, δημογραφικά, οικονομικά και κοινωνικά στοιχεία κάθε περιοχής δυσκολεύει τον αξιόπιστο προγραμματισμό της τοπικής ανάπτυξης και τη συνεχή αξιολόγηση των επιπτώσεων (impact assessment) των εκτελούμενων έργων και δράσεων.
Από τα παραπάνω συνάγεται ότι πρέπει να αναληφθούν επειγόντως πρωτοβουλίες τόσο για τη ριζική απλοποίηση του συστήματος διαχείρισης όσο και για τη βελτίωση της οργάνωσης και της διοικητικής ικανότητας Δήμων και Περιφερειών στην αξιοποίηση των συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να δοθεί έμφαση στους ακόλουθους τομείς:
– Έγκαιρη προετοιμασία ενόψει της νέας προγραμματικής περιόδου (2014 – 2020) για τον σχεδιασμό της περιφερειακής πολιτικής και την εκπόνηση των νέων Περιφερειακών και Τοπικών Αναπτυξιακών Προγραμμάτων
– Οριστική ρύθμιση των σχέσεων Κεντρικής Διοίκησης – Περιφερειών – Δήμων στην κατεύθυνση της διαβαθμιδικής ισότιμης συνεργασίας. Έγκαιρος προγραμματισμός του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων
– Εκπόνηση και εφαρμογή ενός Προγράμματος Συλλογικής Υποστήριξης των Δήμων, που είναι δικαιούχοι των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων, με έμφαση στους μικρούς Δήμους και ιδιαίτερα τους νησιωτικούς και τους ορεινούς.Το πρόγραμμα αυτό θα αφορά εξίσου την εκπόνηση των Ετήσιων Προγραμμάτων Δράσης, την ένταξή τους στα αντίστοιχα Αναπτυξιακά Προγράμματα, την παρακολούθηση των Προγραμμάτων αυτών μέσω δεικτών και την οργάνωση των Διευθύνσεων Προγραμματισμού και Ανάπτυξης των Δήμων.
Τα μέτρα που περιγράψαμε κρίνονται αν αναγκαία για τη βελτίωση της απορροφητικότητας των πόρων του ΕΣΠΑ, η οποία στις παρούσες συνθήκες περιορισμού των δημόσιων επενδυτικών δαπανών, με βάση το Μνημόνιο 2, προβάλλει ως «σανίδα σωτηρίας» για την οικονομική ανάκαμψη της Πατρίδας μας. Η Αυτοδιοίκηση μπορεί να εξελιχθεί σε «πρωταθλητή» στη μάχη της απορροφητικότητας, αρκεί να υποστηριχθεί επαρκώς και να βελτιωθεί το σχετικό θεσμικό πλαίσιο. Θα πρόκειται για μια μεταρρύθμιση με «μικρούς τίτλους», αλλά με τεράστια σημασία για τη χώρα…
.