Παρά τα στενά περιθώρια που διαμορφώνουν οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες οι οποίοι ισχύουν από το 2024 με ανώτατα όρια για την αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών, είναι δεδομένο ότι τον επόμενο χρόνο θα ακούσουμε νέες ελαφρύνσεις για το «προεκλογικό» 202
Το πρώτο δείγμα προς αυτήν την κατεύθυνση είναι ότι οι αλλαγές στη φορολογική κλίμακα είναι πλέον νόμος του κράτους, ενώ τα στελέχη του οικονομικού επιτελείου, αργά αλλά σταθερά, μεταστρέφονται απέναντι στο ενδεχόμενο νέων μέτρων τον επόμενο χρόνο. Μετά τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, Κωστή Χατζηδάκη, ο οποίος το είχε πει ξεκάθαρα, και ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης, σε συνέντευξή του, τόνισε ότι δεν υπάρχει σχεδιασμός για νέα μέτρα επειδή δεν έχουμε τελικά στοιχεία για το 2025. Πράγματι, φέτος, οι εισοδηματικές ενισχύσεις των 600 εκατ. ευρώ για συνταξιούχους και ενοικιαστές εξαγγέλθηκαν τον Απρίλιο, μόλις η Eurostat ανακοίνωσε το πρωτογενές πλεόνασμα και το χρέος του 2024. Ωστόσο, το 2026 είναι προεκλογική χρονιά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Με αυτό το δεδομένο, η ανακοίνωση νέων ελαφρύνσεων μπορεί να ακολουθήσει δύο βασικά σενάρια:
- Στο πρώτο σενάριο θα επαναληφθεί το χρονοδιάγραμμα του 2025. Θα έχουμε δηλαδή την ανακοίνωση κάποιου περιορισμένου πακέτου μέτρων τον Απρίλιο αφήνοντας τον κύριο όγκο των ανακοινώσεων για τον Σεπτέμβριο από το βήμα της ΔΕΘ. Αυτό το σενάριο είναι το επικρατέστερο, αν οι εκλογές γίνουν λίγο νωρίτερα από την άνοιξη του 2027.
- Το δεύτερο σενάριο αποκλείει την ανακοίνωση μέτρων τον Απρίλιο, με τα νέα μέτρα να ανακοινώνονται τον επόμενο Σεπτέμβριο. Η εφαρμογή τους θα ξεκινήσει άμεσα, ενώ στο σύνολό τους θα τεθούν σε ισχύ από τις αρχές του 2027, λίγους μήνες, δηλαδή, πριν από τις εκλογές.
Τρεις παράγοντες
Το είδος και το ύψος των νέων μέτρων θα εξαρτηθούν από τρεις παράγοντες, με πρώτο τον δημοσιονομικό χώρο που θα έχει δημιουργηθεί από την ανακοίνωση των μέτρων ύψους 1,67 δισ. ευρώ, τα οποία ανακοινώθηκαν στη ΔΕΘ και αφορούν τη φορολογική μεταρρύθμιση για τη μεσαία τάξη. Τα μέτρα αυτά είχαν πραγματικό δημοσιονομικό κόστος 1,2 δισ. ευρώ για το 2026, 1,6 δισ. ευρώ για το 2027 και 1,53 δισ. ευρώ για το 2028.
Τα μέτρα αυτά χρηματοδοτήθηκαν για το 2026, κυρίως, από την απόδοση των μέτρων κατά της φοροδιαφυγής, τα οποία έφτασαν τα 2,2 δισ. ευρώ μέχρι και τα τέλη Αυγούστου, καθώς η Επιτροπή δεν δέχθηκε να υιοθετήσει τις προβλέψεις του ΥΠΕΘΟ για έσοδα από φοροδιαφυγή, τα οποία θα είναι φέτος 1 δισ. ευρώ περισσότερα από τα 2 δισ. ευρώ που εισπράχθηκαν το 2024.
Εκτός από τα επιπλέον έσοδα από τη φοροδιαφυγή, ο Προϋπολογισμός αναμένεται να έχει επιπλέον έσοδα 750-800 εκατ. ευρώ από την ανάπτυξη της οικονομίας και την αύξηση της ιδιωτικής ζήτησης. Θεωρητικά, στο τέλος Φεβρουαρίου τα φορολογικά έσοδα θα πρέπει να είναι 1,8 δισ. ευρώ περισσότερα από τους στόχους του Προϋπολογισμού. Μάλιστα, το ΥΠΕΘΟ ετοιμάζεται να επεκτείνει τον αγώνα κατά της φοροδιαφυγής και στα προϊόντα στα οποία επιβάλλεται Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης, δηλαδή στα καύσιμα, στα καπνικά είδη και τα οινοπνευματώδη, με τη χρήση σύγχρονης τεχνολογίας (υπολογίζεται ότι η απώλεια εσόδων μόνο από τα καύσιμα, σε ετήσια βάση, είναι στα 800 εκατ. ευρώ με 1 δισ. ευρώ).
Πρωτογενείς δαπάνες
Ο δεύτερος παράγοντας που θα κρίνει τον χρόνο αλλά και το κόστος που θα έχουν στον Προϋπολογισμό τα μέτρα είναι η οροφή αύξησης των καθαρών πρωτογενών δαπανών για το 2026 και το 2027. Σύμφωνα με το προσχέδιο του Προϋπολογισμού, οι καθαρές εθνικά χρηματοδοτούμενες πρωτογενείς δαπάνες της Γενικής Κυβέρνησης, σύμφωνα με τον ορισμό του νέου ευρωπαϊκού πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης και του ΜΔΣ, αναμένεται να αυξηθούν κατά 4,4% το 2025 και 5,8% το 2026, μετά τη μείωση κατά 0,4% που εκτιμάται για το 2024, εξαιτίας, κυρίως, των ενεργητικών μέτρων μείωσης της φοροδιαφυγής που μετρούν αφαιρετικά στον στόχο των δαπανών, με τη σωρευτική αύξηση των ετών 2024-2026 να εκτιμάται σε περίπου 10 δισ. ευρώ.
Η εν λόγω σωρευτική αύξηση αντιστοιχεί στο όριο που τίθεται από το ΜΔΣ 2025-2028, υπενθυμίζεται δε ότι ο σχετικός στόχος αύξησης των πρωτογενών δαπανών στο ΜΔΣ ανέρχεται σε 2,6% το 2024, σε 3,7% το 2025 και σε 3,6% το 2026.
Ωστόσο, αν υπάρχει αξιόλογη υπεραπόδοση της οικονομίας (όπως διαφαίνεται από τα στοιχεία εκτέλεσης του Προϋπολογισμού) και, άρα, δυνατότητα για νέες ελαφρύνσεις, υπάρχει τρόπος να παρακαμφθεί η οροφή αύξησης δαπανών του 2026. Συγκεκριμένα, αν γίνει μια αλλαγή του χρόνου παραλαβής κάποιου τμήματος για τον εξοπλισμό των Ενόπλων Δυνάμεων, από το 2026 στο 2027, θα δημιουργηθεί έμμεσα νέος χώρος για ελαφρύνσεις και εισοδηματικές ενισχύσεις. Επίσης, το 2027 οι δαπάνες για δημόσιες επενδύσεις για το εθνικό σκέλος θα μειωθούν δραστικά, λόγω της ολοκλήρωσης του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Αμυντικές δαπάνες
Η εθνική ρήτρα διαφυγής για τις αμυντικές δαπάνες θα ελαφρύνει σημαντικά την εξίσωση των καθαρών πρωτογενών δαπανών κατά 1,3 δισ. ευρώ για το 2025, 2,3 δισ. ευρώ για το 2026 και περίπου 2 δισ. ευρώ για το 2028. Θεωρητικά, από τις αμυντικές δαπάνες ανοίγεται ένας δημοσιονομικός χώρος 5,6 δισ. ευρώ. Τούτο χωρίς να υπολογίσει κανείς κάποια πιθανή νέα προσθήκη στο εξοπλιστικό πρόγραμμα των 28 δισ. ευρώ, το οποίο έχει ανακοινωθεί από το 2025 μέχρι και το 2037.
ΒΓΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΟ ΣΥΡΤΑΡΙ
Στο τραπέζι η μείωση ασφαλιστικών εισφορών και η αύξηση επιδομάτων
Θα χρειαστεί καιρός για να ληφθούν οι τελικές αποφάσεις. Ωστόσο, υπάρχουν ακόμη στο τραπέζι κάποια μέτρα, τα οποία, αν και συζητήθηκαν πριν από τη φετινή ΔΕΘ, έμειναν, τελικά, στο συρτάρι λόγω κόστους.
Το πρώτο είναι η προγραμματισμένη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 0,5% για το 2027, η οποία μπορεί να αυξηθεί στο 1%. Επίσης, θα αναζητηθούν νέα μέτρα τα οποία θα ωφελήσουν τις επιχειρήσεις -και ειδικά τις μικρομεσαίες-, αλλά και θα αυξήσουν τον όγκο των εξαγωγών και των άμεσων ξένων επενδύσεων προς την Ελλάδα.
Συζητήθηκε, επίσης, και απορρίφθηκε η αύξηση του αριθμού των δικαιούχων του μόνιμου επιδόματος των 250 ευρώ που ανακοινώθηκε τον Απρίλιο για συνταξιούχους άνω των 65 ετών με εισοδηματικά κριτήρια. Με την υφιστάμενη μορφή του το επίδομα εξαιρεί περίπου 1 εκατομμύριο συνταξιούχους, γεγονός που έχει δημιουργήσει σωρεία αντιδράσεων στους απόμαχους της εργασίας οι οποίοι χάνουν το επίδομα.
Τέλος, συζητήθηκαν οι αυξήσεις των επιδομάτων του ΟΠΕΚΑ, οι οποίες είχαν προαναγγελθεί από τον πρωθυπουργό για φέτος με το τέλος του ξεκαθαρίσματος των δικαιούχων. Το θέμα πήγε πίσω λόγω τους κόστους της φορολογικής μεταρρύθμισης. Με δεδομένο ότι έχει εξαγγελθεί πολλές φορές, αναμένεται να ξανασυζητηθεί μόλις υπάρξουν απτά στοιχεία για το κλείσιμο του 2025.
fimotro.gr
