Βάιος Φασούλας : Mόνο όταν κοιτάς πίσω μπορείς να πας μπροστά

epistoli new

Στον ρου των μηνυμάτων της 25ης του Μάρτη 2009
(…θάλασσες χωρίς λιμάνια κι ορίζοντες…!)
Α φ ι έ ρ ω μ α
Από το αρχείο του Πολίτη Βάιου Φασούλα

(Διαχρονικές αντιπαραθέσεις του παρελθόντος με το σήμερα. Αλλάζουν μόνο ημερομηνίες, τόποι και ονόματα. Κατά τ’ άλλα, εξουσίες, κυβερνήσεις, δημόσιοι οργανισμοί και μαζί κοινωνία και Πολίτες, στοιβαγμένοι μέσα σε σάπιες βάρκες και με οδηγούς ευρωάτλαντες βαρκάρηδες, οδηγούνται συνεχώς προς την πλήρη στρωματοποίηση- πυθμένα της καπιταλιστικής λάσπης που θα σκεπάσει τα πάντα και τους πάντες. Το θέλουμε; Δε μας ρώτησαν…)

Τι είδους μηνύματα να στείλουμε κι εμείς για τη Μεγάλη μας γιορτή του Σηκω-μού του 21 και της Ορθοδόξου Πίστης μας; Κάθε χρόνο το ίδιο πράγμα γίνεται και κάθε χρόνο τα μηνύματα ατονούν καθώς βγαίνουν από ψεύτικα χείλη και φθίνουν. Από όποιων χείλη κι από όποιων κουρδιστές καρδιές που, σε πολλές περιπτώσεις, κουρδίζονται ανθελληνικά και αλλοιώνονται. Έτσι και φέτος στις 25 του Μάρτη οι πολιτικοί αρχηγοί και η επίσημη ηγεσία της Χώρας θα εκπέμψουν τα ανάλογα μηνύματα προς τις κατευθύνσεις που επηρεάζουν. Και η ηγεσία της εκκλησίας θα εκπέμψει τα δικά της στα κοπάδια της.
Ασφαλώς τη μέρα αυτή για όλο τον κόσμο, μόνο το ελληνικό γένος έχει αυτή την τιμή αυτής της γιορτής, τιμή που την γνωρίζουν ανά της γης τα πλήθη και τους σηκώνονται τα ρίγη. Όσο κι αν ακούγεται υπερβολικό είναι αληθινό. Και δεν είναι λίγοι οι λαοί που τη παίρνουν (την επανάστασή μας) για μοντέλο. Είτε έχουν στα στήθια τους σταυρούς, είτε έχουν μισοφέγγαρα. Την αύρα τής ελευθερίας τους θέλουν.
Μηνύματα, λοιπόν, με ουρά, τραβηγμένα απ’ τα συρτάρια της μοντέρνας, «εκ-συγχρονιστικής» και ματεριαλιστικής κοινωνίας μας και μ’ ένα κερασάκι πάνω που λένε ή δείχνουν τη Δημοκρατία. Γι’ αυτή που χάθηκαν και χάνονται οι λαοί όταν απ’ το κύπελλό της πίνουν κρασί και μεθούν οι ηγέτες. Μόνο εκείνοι είναι οι προνομιούχοι να πίνουν. Κι αφού τους βγαίνει απ’ τα μάτια και τους σβήνει το φως απ’ το νου, μέσ’ απ’ το… δημοκρατικό τους μεθύσι, αφήνουν και καμιά ξεχασμένη σταγόνα για τους διψασμένους δούλους τους, σ’ αυτούς που, υποτίθεται, για την απόκτηση κάποιων σταγόνων, παγιδεύουν τους λαούς τους. Κι αυτή η χρονιά, 2009, προσφέρεται για πολλά μηνύματα για τον τόπο μας. Κι όλα είναι πλαισιωμένα από ελληνικά «κάλλη»και πλούτη. Κι όλοι μιλούν για Δημοκρατία, για πρόοδο, για ειρήνη. Και παραδόξως, αυτοί που επικαλούνται αυτά τα αγαθά, τυχαίνει να είναι και «δημοκράτες» ή «σοσιαλδημοκράτες» και μάλιστα ανά τον κόσμο!! Ένα σύμπλεγμα, θα λέγαμε, «μοντέρνων» Σοδόμων και Γομόρρων.
Και για να μην αδικούμε κανέναν, τέτοιο δικαίωμα το έχουν όλοι οι προνομιούχοι και «μεγάλοι» που κατάντησαν μεθύστακες-κοινώς ψεύτες, ραδιούργοι και φονιάδες- της «δημοκρατίας», που διέπονται από «δημοκρατική» φρόνηση και πάθος και τα μόνιμα χαρακτηριστικά τους είναι τα «φωτεινά» τους πρόσωπα και οι σκοτεινιασμένες καρδιές τους, τα γελοία τους χαμόγελα και οι τρικλοποδιές τους, με συσσωρευμένες πάνω τους τις…δημοκρατικές επιδρομές και εγκλήματα που επέβαλαν στους λαούς τους.
Άσσοι αναρριχητές στις πλάτες των ανθρώπων. Εγκληματίες, έμποροι του λευ-κού θανάτου και παράλληλα …υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της προόδου και της πολυμεταχειρισμένης… (επιτρέψτε μας τη φράση, κιλότα της πόρνης) ειρήνης. Και το μεγάλο κακό, για μας τους Έλληνες, είναι ότι εκείνος, ο Οδυσσέας, που τώρα τον χρειαζόμαστε όσο ποτέ, μένει ασυγκίνητος και ξένος. Λες και τον κατάφερε ο μονόφθαλμος Πολύφημος και τον έκανε πότη. Και να βλέπει το κοπάδι του να σφαγιάζεται απ’ τα οξειδωμένα της διαφθοράς ευρωστιλέτα και να εξακολουθεί να πίνει εκτελώντας, κάτω απ’ την αίγλη της μέθης, το πανούργο έργο του. Έργο που οι θεοί-λύκοι = Κύκλωπες του προστάζουν. Ένα έργο που κάτω από τα μάτια τής ζάλης δε βλέπει την γκανγκστερική ραδιουργία του δημοκρατικού Πολύφημου που πρυτανεύει…! Έτσι για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους.
Μάρτης, λοιπόν, εθνικά μηνύματα κι ένας νους καρφωμένος στο σανίδι. Σ’ ένα σανίδι που το θέλουν σάπιο και γιομάτο από δημοκρατικές πρόκες και δαρμένο και γδαρμένο από άγρια κύματα. Ένα σανίδι που το βάζουν να πλέει σε ανοιχτές θάλασ-σες. Χωρίς λιμάνια και ορίζοντες. Χωρίς ένα βράχο που να μπορεί για λίγο να σταματήσει και μ’ έναν ουρανό μαύρο, κατάμαυρο, όχι από σύννεφα, αλλά από ανθρώπινους πόνους και άχτι. Και για να μείνουμε λίγο στα δικά μας κι έχοντας πάντα κατά νου το Κόσσοβο, να στείλουμε κι εμείς τα μηνύματα που αφορούν ΕΜΑΣ κι είναι δικά μας.
Όσο κι αν οι σταγόνες του περίφημου Πολύφημου που περισσεύουν,- κοινώς «πλανητάρχης» αλλιώς Κλίντον, αλλιώτικα αρπαχτικό κοράκι των ερήμων και δήμιος της Ηπείρου μας, αλλιώς πρόεδρος των Αμερικανών και παν απ’ όλα «δημοκρατικός», βεβαίως έχει κι άλλους γνωστούς τίτλους, αυτές τις σταγόνες απορροφούν οι δικοί μας «πολιτικοί» και αυτές οι σταγόνες, θα πρέπει να ξέρουν πως είναι γιομάτες δηλητήριο. Θα πρέπει να γνωρίζει ο Έλληνας Πρωθυπουργός, που θέλει να είναι και σοσιαλιστής-έτσι λέει (αναφερόμαστε σ’ αυτόν γιατί αυτός είναι ο ηγέτης της Χώρας μας) θα πρέπει να χωνέψει λοιπόν ότι ο Κλίντον όχι μόνο δεν είναι δημοκράτης αλλά ο μεγαλύτερος ραδιούργος και τυχοδιώκτης των εποχών. Δεν μπορεί ο κ. Σημίτης και το αμερικανόφιλο επιτελείο του να καταδικάζουν την αριστερά χαρακτηρίζοντάς την «Αλβανόφρωνη» και ότι θέλει να μείνει στη μιζέρια. Δεν μπορεί να επιμένει ο Έλληνας υπουργός εξωτερικών να συζητήσει ο Μιλόσεβιτς με τους Ευρωπαίους ηγέτες για να δεχτεί τις στρατηγικές αξιώσεις του Κλίντον. Δεν μπορεί να μας λέει ο κ. Πάγκαλος τέτοια ώρα κουβέντες για το ΝΑΤΟ, «τι να κάνουμε, είμαστε ή δεν είμαστε στο ΝΑΤΟ».
Δεν επιτρεπόταν με τίποτα η αποβίβαση των νατοϊκών στρατευμάτων στη Θεσ-σαλονίκη και να χρησιμοποιηθούν ελληνικά λιμάνια και δρόμοι με μια τέτοια απάθεια και σιγή απ’ τον κόσμο του ΠαΣοΚ. που ντρεπόμαστε πραγματικά και πολύ περισσότερο δεν μπορεί έστω και την τελευταία στιγμή να μην καταγγέλλει την Αμερικανική επιδρομή στο Κόσοβο η ελληνική κυβέρνηση. Τα νατοϊκά στρατεύματα ήρθαν στη γειτονιά μας και αύριο θα μπουν στις αυλές μας και η ελληνική κυβέρνηση επωφελείται τις σταγόνες των ατλαντικών Κυκλώπων. Δεν έχει τελικά μια στάλα τόλμη να αρθρώσει λόγο και να σηκώσει ανάστημα καταγγέλλοντας τους Αμερικα-νούς και το ΝΑΤΟ;
Τι θα κουβεντιάσει σήμερα και αύριο ο κ. Σημίτης στο Βερολίνο στις πρώτες πνοές τις άνοιξης που θέλουν να ανάψουν, αν ο σύντροφός του Σρέντερ δεν περικόψει τα πακέτα και ποια θα είναι η νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή; Ή θα παροτρύνουν το Σέρβο πρόεδρο να επιτρέψει στην κυριαρχία της Σερβίας νατοϊκά στρατεύματα; Ποιος είναι τελικά ο ρόλος της ελληνικής κυβέρνησης; Η ήπια θέση της και οι συνεχόμενες υποχωρήσεις μη χάσουμε το… μάλαμα που λέγεται ΟΝΕ; Τι να την κάνουμε κ. Σημίτη τέτοια ΟΝΕ όταν σκοπός της, πέρα απ’ τα γνωστά παρατράγουδα, είναι να επιτίθεται στον ίδιο της εαυτό; Πού ανήκει τελικά η Σερβία, στην Ευρώπη ή στο Κονγκό; Ή μήπως στα Βαλκάνια που κάνετε τόσο λόγο; Τι θα πείτε στο Βερολίνο κ. Σημίτη, «ναι» στην εξάπλωση του ΝΑΤΟ και στον αποδεκατισμό της Σερβίας; Φοβάστε μην «πληγώσετε» τον «πλανητάρχη» νούμερο 1 ή τον «πλανητάρχη» νούμερο 2 της Ευρώπης, Τόνυ Μπλερ;
Τρέμετε μήπως μείνουμε εκτός τρένου και προκειμένου να το επιτύχετε συνερ-γάζεστε, σιωπάτε και συνηγορείτε σε βάρος του σέρβικου λαού και υπέρ των άθλιων και απάνθρωπων ορέξεων των αμερικανικών στρατηγικών συμφερόντων; Δε νομίζετε ότι έτσι δεν πάει άλλο και ότι το ποτήρι της «δημοκρατίας» απ’ το οποίο γεύεστε κι εσείς και το επιτελείο σας έχει ξεχειλίσει; Ή δεν σας ενδιαφέρει η έκβαση των αποτελεσμάτων, η οποία θα έχει οδυνηρές συνέπειες τόσο για τους λαούς του Κοσόβου και της Σερβίας όσο και για την ίδια την Ελλάδα; Τι θα πείτε και τι θα διεκδικήσετε απ’ τους καουμπόηδες της δύσης, οι οποίοι δουλεύουν καλά το λάσο, όχι για τα άλογα και τα βόδια, αλλά για τους λαούς του κόσμου, τους οποίους με τη βοήθεια δούλων τούς έχουν μετατρέψει σε πραγματικά ζώα; Θα πείτε, κ. Κλίντον εμείς είμαστε καλά παιδιά μη μας πειράζετε και μη μας δημιουργείτε προβλήματα με την Τουρκία;
Μέχρι τώρα είμαστε κατηγορηματικά ενάντια να γίνουν εκλογές στην Ελλάδα, όπως όλα τα κόμματα υποστήριζαν και ήμασταν εν μέρει υπέρ της παραμονής της κυ-βέρνησης στην εξουσία. Δυστυχώς, η εξωτερική πολιτική με τα «ανδραγαθήματά» της μας έχει φέρει στη δυσάρεστη θέση να πούμε κι εμείς, κύριοι, μαζέψτε τα και παράλληλα καταγγέλλουμε την κυβέρνηση Σημίτη για τη φανερή Αμερικανική υποστήριξη και αδιαφορία στα δρώμενα. Γι’ αυτό μιλήσαμε για θάλασσες χωρίς λιμάνια και ορίζοντες. Είναι τα Βαλκάνια που έτσι θέλουν να τα μεταβάλλουν. Είναι τα Βαλκάνια που σήμερα γιορτάζουμε την απελευθέρωσή τους μαζί και τους ήρωές μας. Είναι τα Βαλκάνια που ανήκουμε κι εμείς και που δεν γνωρίζουμε ποια θέλουν να είναι.
Σφυρηλατείστε τα Βαλκάνια με τα σφυριά της προκοπής και της ελπίδας, με την αγάπη και τη συμφιλίωση των λαών. Για να μην μπορούν να αλωνίζουν οι λύκοι ελεύθερα απ’ τα «σκυλιά»-φύλακες, που τα έχουν δηλητηριάσει. Κι όσα απομείναν τα έχουν μεταβάλει σε δούλους και όργανά τους. Έξω το ΝΑΤΟ κ. Σημίτη και δεν πάει άλλο. Μιμηθείτε τουλάχιστον τον προκάτοχό σας για τον οποίο στο Συνέδριο κάνατε μεγάλο λόγο. Εκπροσωπείτε τον ελληνικό λαό και όχι τους Αμερικάνους. Διώξτε τους κι αφήστε τους ήσυχους να ασχοληθούν με τα δικά τους. Με την «πρόοδο», την «ευημερία», τον «πολιτισμό» με την «ειρήνη» στον τόπο τους και με τη «Δημοκρατία» τους.
Γερμανία Μάρτης 24 1999
Ε.Ε. Ελλάδα, Τρίκαλα, Μάρτιος 24 2009 pelasgos@fasoulas.de www.fasoulas.de
Ε.Ε. Ελλάδα, Τρίκαλα, Μάρτιος 24 2015 pelasgos@fasoulas.de www.fasoulas.de

(Απόσπασμα από το ελεγείο «Η Ελλάδα στον Αιώνα μας»
2001 σελ. 241. ISBN 3-00-008222-0)
Ένα ΜΗΝΥΜΑ για όλες τις μέρες

Θα ήθελα λοιπόν κι εγώ ωσάν μια κατακλείδα 370
να σας θυμίσω και τις δυο, τι έζησα, τι είδα
μες στην Ευρώπη όπου ζω και γέρασε η καρδιά μου,
όχι απ’ της φύσης το σκοπό ή τα παράπονά μου,

μα απ’ αυτά που έγιναν κι αυτά που παν να γίνουν
στις πλάτες της πατρίδας μου και της Ευρώπης βάρη
κι όλης της ανθρωπότητας που παν να ξεζουμίσουν
τα σκότη όλοι να φέξουμε ως φωτισμένοι φάροι

Εσύ ήσουν το ξεκίνημα, η κοίτη του φωτός
κι εσύ μπορείς, Ελλάδα μου, το τέλος να ανατρέψεις
φτάνει η αγάπη, ο σεβασμός, να γίνει αυτοσκοπός
και όπως ήσουνα παλιά πάλι να πρυτανεύσεις

Μα, τηράτε εσείς, ω Έλληνες, στον κόσμο διασπαρμένοι
κι εσείς που μείνατε στον τόπο μας, ποτέ μη λησμονάτε
κοινό καθήκον και σκοπός να ζούμε αδελφωμένοι
τον τόπο και τις ρίζες μας ποτέ μην τις ξεχνάτε

Ποιοι, έτσι την κατάντησαν και τ’ άστραμμά της χάνει;
Ποιοι τα φτερά της μάδησαν; Μπαμπέσηδες ή πλάνοι;
Δε βλέπετε τ’ αγγίγματα που δέχεται σαν δάδα
με προσανάμμια της ντροπής θ’ ανάψει σαν λαμπάδα

Κι όλα ταύτα γίνονται στ’ όνομα της Ευρώπης
και οι θεσμοί μας χάνονται στα βάθη κάποιας τρώγλης
Δε τον πονάτε, ωρέ ‘σεις, τον τόπο μας μια στάλα
που απ’ ευρωπαϊκά σκαλιά σκορπίζεται κατάρα

Ακόμα και ο πολιτισμός κι αυτός τους ενοχλεί
τι πάει να πει ελληνισμός, σαν Ούννοι λεν μαζί
Μ’ ακόμα και να στήσουνε Καρλομαγνομουσείο
θεμέλια πρέπει να βαλθούν μ’ ελληνικό στοιχείο

Μάθετε, ε εσείς γραικοί, και βάλτε το στο νου σας,
δε στήνεται το πνεύμα με ύλης μεγαλεία
το λέω για ύστερη φορά, πείτε στους εαυτούς σας
τα μάρμαρα δε ζουν ποτέ σε ευρωπανδοχεία

Ε εσείς, γραικοί, σιγά κι όλα θα τα ‘χετε χάσει
τα παραμύθια της Ένωσης ποιος πλέον θα τα χάψει;
Δεν αφουγκράζεστε; θωρώ πώς τώρα κλαίνε όλοι
απ’ ανεργία ή έγκλημα, χαμένη όλ’ η πόλη

Τρομάρα όλους θα μας βρει, τα βογκητά μας λείπουν
και οι αχοί μας, ως βοή δεν μας εγκαταλείπουν
τ’ άμοιρα ζώα από δω, τα σκάνδαλα βαπόρι
στη σύριγγα και στο πορνό γίναν όλοι μαστόροι

Και το ‘παμε πολλές φορές, σ’ όλους τους ευρωπαίους, 380
πως δε ξεχνάμε τις μεριές που γέννησαν αρχαίους
γι’ αυτό κι αυτοί μας θέλουνε αποκεφαλισμένους
σαν ζώα φτωχά κι άρρωστα και φτηνοπουλημένους

Α, τώρα μιλούν για Νίκαια, για γαλλικές συνθήκες,
που έβαλαν τα δίκαια μες στις αρχειοθήκες
Το Μάαστριχ το ξεχάσανε, τ’ Άμστερνταμ, το Ελσίνκι
κι ούλοι τους παρελάσανε πνιγμένοι μες στο ξίγκι

Πούλησαν χαβιαρόζουμο σε σάκους τρυπημένους,
μα ήταν αχυρόζουμο που σκόρπισε σ’ ανέμους
Δεν βλέπτε, τάχα, φανερά πώς δρούνε οι φραντόζοι
κι οι γερμανοί πιο καθαρά παίζουν τον καραγκιόζη;

Ποιος θα ‘ναι τώρα πιο τρανός, μετά τους αμερικάνους;
Τους Γάλλους ή τους Γερμανούς θα λένε βετεράνους;
Κι εμείς όλο μιλούμε για Ευρώπη των λαών
και εκδημοκρατισμένη ήπειρο των παλαβών

Να ζούμε σαν μια φαμελιά με τ’ άστρα μιας σημαίας
κι ας τρώγεται ψωμί κι ελιά στο έξω της αυλαίας
μα να δειχτούμε θέλουμε κοσμοπολιτισμένοι,
από τη ζάλη του βορρά την εξευρωπαϊσμένη

Στα σπίτια μας ας κοιτάξουμε, να ‘χουμε αρμονία
συζυγική, οικογενειακή και κάποια ευτυχία;
Μη τα παιδιά μας, άραγε, τρατάρονται με χόρτα
Κι αργά, αργά τα χάνουμε που βρήκανε μια πόρτα

Που αν το κατώφλι της διαβούν χάνουνε τα πασχάλια,
στη νάρκη πια εντάσσονται και ζουν σε μαύρα χάλια
Κοιτάτε κάθε γειτονιά πόσο έχει αλλοιωθεί
κι οι κομματάρχες συζητούν για νέα εποχή

Μέσ’ στις Ευρώπης χάθκαμε στο ανθρωποπαζάρι
στον τόπο μας αφήκαμε να σηκωθεί χορτάρι
Ένα χορτάρι ροζακί φουντώνει και πυκνώνει
κι οι σταυροφόροι στη γραμμή χτυπάνε στο αμόνι

Ασύδοτα πέφτει η βαριά πάνω σ’ ένα κομμάτι
το φέρνουν μια γυροβολιά και το πουλάν στο γδάρτη
Γδάρτες, κομμάτια, μπλέκονται στων έμπορων τα νύχια
σε όρνια μεταμφιέζονται σπαράζοντας τα μύχια

των κοπελιών, που ονόμασαν, «κομμάτια» των κεφιών τους
και τις ψυχούλες τρόμαξαν τ’ άλεσμα των δοντιών τους
Αχ! κοινωνία κι έγινες, Σοδόμων και Γομόρρων
στην αναρχία έπεσες μαφιόζων και εμπόρων…
….

Αυτό είναι και το μήνυμά μου για τις 25 του Μάρτη.
Στους χαλεπούς καιρούς μας τι άλλο να πεις…
(Απόσπασμα από το «Η Ελλάδα στον αιώνα μας»)

Τα μάτια μου σαν αστραπές γυρνούν στις εποχές
σε νέες που ‘ναι πια γνωστές και σ’άλλες, πιο παλιές
Από μικρός σε γύρευα σ’ έψαχνα με τα μάτια
ποτέ μαθές δε χάθηκα απ’ τα δικά σου χνάρια.

Πόσο πολύ θα ήθελα στα έπη σου να ζούσα!
Φόρο τιμής να σου ‘δωνα για σε να ξεψυχούσα!
Τη σάρκα και το αίμα μου να σου ‘δωνα μια μέρα
να γίνονταν τα έργα μου αντάξια μ’ εσένα.

Έτσι με σπούδασες εσύ να σ’ έχω στην καρδιά μου
και μια αστείρευτη πηγή είν’ τα αισθήματά μου,
βαθύ πηγάδι και πηγή πέλαγα τα νερά του
που πάντα σένα καρτερεί να ζήσεις στη δροσιά του.

Αύρα να βρεις, να δροσιστείς να σβήσεις τη φωτιά σου
να ευφρανθείς, να γιατρευτείς από τα βάσανά σου
κι εγώ να ρίχνω αδιάκοπα κουβάδες στολισμένους
διαμαντοχρυσοστόλιστους, χρυσαλυσοδεμένους.0

Να τραγουδώ με έπαρση τον ύμνο το δικό μας
κι ακράτητη η έξαρση να σβήνει τον καημό μας.
Να ρίxνω τη δροσάδα μου πάνω στην κεφαλή σου
με την κρυσταλλαφράδα μου ν’ αγιάσω τη ζωή σου.

Κι αν η πυρά θα μ’ έκαιγε και έλιωνα σαν κερί
μέσ’ στη φωτιά, ήλιος εσύ θα άστραφτες πιο πολύ
Θνητός εγώ, θα σου ‘λεγα, σβήνω στα χώματά σου
το χρέος μου το τέλειωσα, τράνεψαν τα φτερά σου

Σαν αστραπή τα μάτια μου ψάχνουν τις εποχές
σα να θωρώ γύρα φωτιές τρανές και τρομερές,
π’ όλο δυνάμωναν πλατιά κι έφερναν ουρλιαχτά
δυσοίωνα ακούγονταν και έσπερναν συμφορά.

Και βλέπω γύρω χαλασμό τ’ άπιστου μακελάρη
που έμοιαζε κατακλυσμό μιλιούνια οι τυράννοι,
αιώνες τέσσερις πικρούς κράτησε το κακό μας
χρόνους κατάμαυρους σκληρούς τ’ άχαρο βάσανό μας.

Κι άρχισαν τα γιουρούσια τους γυμνά τα γιαταγάνια
βάρβαροι απ’ την κούνια τους μας παίρναν τα κεφάλια.
Πασάδες και βεζίρηδες κι αγάδες με φιρμάνια
αράπηδες, μουχτάρηδες μας σπείραν την ορφάνια.

Και σκύλιασαν οι άπιστοι και δούλεψε μαχαίρι
καθάριζαν οι άναντροι απ’ τη ζωή το ταίρι
και ρήμαξαν πάρα πολλούς, Ρωμιούς κατατρεγμένους
αθώους, άδολους κι αγνούς και καταφρονεμένους.

Μέχρι που πια δεν άντεξαν θεοί της Ρωμιοσύνης
και μπαϊράκι σήκωσαν μπόι αντρειοσύνης
Διάκοι, παπάδες και σοφοί μύριοι ραγιάδες, σκλάβοι
όλοι σηκώσανε φωνή και η φωτιά ανάβει

Πώς βλέπω μπρος στα μάτια μου να σε σβαρνούν τα χτήνη!
Να σε δαγκώνουν, μάνα μου, σαν λυσσασμένοι σκύλοι!
Να σε τραβούν απ’ τα μαλλιά και την ψυχή να θένε
να σέρνουν την απελπισιά, παντού τουρκιά να λένε.

Το φερετζέ τους άγρια θέλαν να σου φορέσουν
τα ιερά σου και άγια θέλαν να σου ληστέψουν.
Πώς βλέπω τρόγυρα Ρωμιούς μύριους καπεταναίους!
Κολίγους και αρματολούς και μαχητές γενναίους!

Και να, θωρώ σαν τη φωτιά Ανδρούτσο και Μιαούλη
κι η Μπουμπουλίνα να ορμά, Κανάρης καραούλι.
Ο Παπαφλέσσας χύνεται σαν ποταμός π ‘αφρίζει
τις αλυσίδες έσπασε τους άπιστους θερίζει.

Ακράτητα και φλογερά χιλιάδες παλικάρια
ξεθηκαρίζαν τα σπαθιά κι όρμαγαν σαν λιοντάρια,
με θάρρος, τόλμη ντύθηκαν της αρετής στολίδια
σαν αστραπές ξεχύθηκαν κι έκρουσαν καριοφίλια.

Καβάλα πάνω στ’ άλογα πιάνουν τα καραούλια
και στα χωριά ανάστατα βαρούνε τα νταούλια.
Αδάμαστοι σαν τα θεριά οι Κολοκοτρωναίοι
και να, πετά η Λευτεριά, που ήταν σκλαβωμένη!

Το φερετζέ δεν φόρεσαν και το Χριστό κρατήσαν
και το ζυγό αρνήθηκαν φωτιές τις αψηφήσαν.
Κι όρθιο σηκώσαν το Σταυρό, τους άπιστους θαμπώσαν
μ’ αγία πίστη και ψαλμό τη Λευτεριά ορθώσαν.

Για το δικό σου σηκωμό αντρώθηκαν παιδάκια
γυναίκες, μάνες σαν στοιχειό κι όλα τα γεροντάκια.
Και σκώθηκε η Λευτεριά πα στου Ρωμιού την όψη
άγρεψε κι όλους τους χαλά τους άπιστους σκοτώνει.

Πόσο δε σε τραγούδησαν του κόσμου οι ποιητές!
Πόσο αυτοί που σ’ ύμνησαν τη δόξα και αρετές!
Πόσοι για σε δεν πλέξανε κλώνους ελιάς στεφάνια!
Κι άσπρα πουλιά πετάξανε στα γαλανά ουράνια!

Και πόσοι δεν εβούλιαξαν μέσα στην αμαρτία!
Αγνή Εσύ και ούρλιαζαν, ξένη απ’ την προδοσία!
Όλοι ονειρευτήκανε της δόξας σου την ώρα
κι η Λευτεριά εσήμανε σ’ ολόκληρη τη χώρα.

Ω, πώς με πήρε ο ειρμός, της Λευτεριάς ο θρύλος
κι αργά να βγαίνει ο καημός και να γεμίζω ρίγος!