Mε αφορμή τους αναστάσιμους θορύβους και γενικώς τη βαβούρα και τα αιματηρά κόστη στους χρήστες βεγγαλικών, αξίζει να δούμε γενικά το ηχοτοπίο της πόλης, που είναι σημαντικό στοιχείο της ποιότητας ζωής των πολιτών. Το ηχοτοπίο είναι προϋπόθεση άλλων λειτουργιών, όπως η εργασία ή η εκπαίδευση, η αναψυχή, όμως το ίδιο συνιστά μια ιδιαίτερη λειτουργία: που άλλοτε μπορεί να «χαϊδεύει» τα αυτιά και άλλοτε να ανασκολοπίζει αισθήσεις και πνεύμα…
Για όσους δεν καταλαβαίνουν αυτή τη διακριτή λειτουργικότητα, αξίζει να υπομνησθούν ορισμένα παλιά ακούσματα στις γειτονιές της Αθήνας. Λόγου χάρη στην Ηλιούπολη Αττικής τα καλοκαιρινά πρωινά των σίξτις, όπου ακούγαμε το πέρασμα του τρένου από απόσταση – σαν μια μαγική «συμβοή» που στην παιδική φαντασία μας ερχόταν από τα τρίσβαθα του Φαρ Ουέστ και ορθωνόταν σαν κύμα, για να καταλαγιάσει στη συνέχεια σε μια γαληνοποιό σιωπή.
Το 1985 ο Μάνος Χατζιδάκις, σε μια συνέντευξή του στον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο στις στήλες της «Νέας Οικολογίας», αναφερόταν στους λεπτούς και ερωτικούς ήχους της νυχτερινής Αθήνας. Υποθέτω ότι ο αλησμόνητος καλλιτέχνης είχε αδυναμία στο «ακουστήρι» (όπως λέμε μπανιστήρι) – και μάλιστα καθώς αυτό δεν συνεπαγόταν διείσδυση και παρενόχληση της ιδιωτικής ζωής των άλλων…
Η αφόρητη παρενόχληση
Ο θόρυβος στην πόλη αλλά και στην ύπαιθρο συνιστά ένα μεγάλο «παράσιτο – ερέθισμα», που αποδιοργανώνει ή εξουδετερώνει τις ανθρώπινες λειτουργίες. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ο άνθρωπος μπορεί να ανεχτεί και να συμβιώσει με θορύβους έντασης μέχρι 71 ντεσιμπέλ. Από εκεί και πάνω η ηχητική παρενόχληση γίνεται προοδευτικά αφόρητη.
Ο καθηγητής του ΕΜΠ Στέφανος Μανιάς υποστήριζε ότι πέρα από τα 95 ντεσιμπέλ – τα οποία συνιστούν πολλαπλάσια παρενόχληση σε σχέση με τα 71, δεδομένου ότι η κλίμακα είναι λογαριθμική – ο θόρυβος είναι επιβλαβής ακόμη και για την ψυχική υγεία. Εγώ προσωπικά τον πιστεύω, χωρίς να ζητώ και την κατάθεση εμπειρικών ερευνών. Σημειώνω πάντως και τον «αμφίδρομο» χαρακτήρα της συγκεκριμένης αιτιακής σχέσης – ότι δηλαδή και η ψυχική υγεία είναι επιβλαβής για τον θόρυβο…
Στην πολιτική η παραγωγή θορύβου εισπράττεται γενικώς από τους θορυβοποιούς ως επιβεβαίωση της απήχησής τους – «το ξεκουφαίνειν άνδρα δείκνυσι».
Όμως και η κοινωνία δεν πάει πίσω. Ένας νεαρός πελάτης καταστήματος συστημάτων ήχου για αυτοκίνητα ζήτησε τέτοια ηχεία «που να σταματάει στο φανάρι και δύο φανάρια μπροστά να τρίζουν τα τζάμια των οδηγών». Άλλοι απευθύνονται σε ειδικευμένα καταστήματα μοτοσυκλετών αναζητώντας εξατμίσεις που θα τους κάνουν γενικά «ξακουστούς», άλλοι πλειοδοτούν αναζητώντας τη θορυβοποιία που θα επιτρέπει μέχρι και θρησκευτικές λειτουργίες όπως η Ανάσταση Νεκρών…
Όσον αφορά το άρθρο 81 του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, που επιβάλλει κυρώσεις για την έλλειψη κατάλληλης εξάτμισης, αυτό μάλλον ελάχιστα εφαρμόζεται. Εξάλλου σε αρκετές περιπτώσεις κάποιοι θορυβοποιοί μοτοσυκλετιστές αναπτύσσουν τέτοιες ταχύτητες ώστε να απαντούν στην παρουσία της Τροχαίας με την υπόρρητη δήλωση: ΜΟΛΩΝ ΠΙΑΣΕ…
Χειρότερα το καλοκαίρι
Η ηχορύπανση παίρνει τεράστιες διαστάσεις σε περιόδους μεγαλύτερης «ανοικτότητας» των ιδιωτικών χώρων, όπως η περίοδος του καλοκαιριού.
Οι συναγερμοί των αυτοκινήτων, το κορνάρειν κατά βούληση, οι κωδωνοκρουσίες των εκκλησιών, τα στριγκλίζοντα μωρά που δεν χαμπαριάζουν από παραδοσιακές απειλές («σταμάτα γιατί θα φωνάξω τον θείο Ηρώδη»), οι βλαχόμαγκες που εννοούν να κάνουν «ξακουστή» την αγαπημένη τους σολίστ ντογκάδικου, τα τσογλανοειδή που στραβοκαβαλάνε παπάκια παράγοντας τον ήχο μύγας εις τη νιοστήν και προκαλώντας σαδιστικές φαντασιώσεις – όπως λόγου χάρη τη σύνθλιψή τους στην άσφαλτο με τη χρήση μιας γιγαντομυγοσκοτώστρας! – όλα αυτά και όλοι αυτοί υπαγορεύουν μέτρα ηχοπροστασίας.
Έρχονται τότε τα διπλά τζάμια, τα ενισχυμένα κουφώματα, οι φυγές στην περιφέρεια, και γενικώς τα μέτρα παθητικής προσαρμογής στην όλη κατάσταση: Που συχνά έχουν ως «παράπλευρη απώλεια» την κατάργηση της ανοικτότητας του χώρου και της συμμετοχής σε μια ηχητική συλλογικότητα. Που κάνουν δηλαδή κάτι ανάλογο με τα κλιματιστικά, τα οποία τεμαχίζουν το συλλογικό κλίμα σε ιδιωτικά μικροκλίματα…
Το ευρωπαϊκό «δελτίο σιγής»
Πολλοί εκβάλλουν βροντώδεις κραυγές διαμαρτυρίας «στης εξουσίας την πόρτα». Στη Λαμία μια πολιτική κίνηση με επικεφαλής τον Σ. Σταμέλλο υπενθυμίζει στους βαρήκοους διαχειριστές της δημοτικής αρχής ότι η κουφαμάρα δεν είναι τίποτα μπροστά στα άλλα προβλήματα των θορύβων – όπως είναι το στρες, η αδυναμία νοητικής συγκέντρωσης, η χαλάρωση των αντανακλαστικών, η αύξηση της κόπωσης και η μείωση της παραγωγικότητας.
Στην Ευρώπη το «δελτίο σιγής» που παράγει μια αντιθορυβική συλλογικότητα προσπαθεί να συντονίσει τις κοινωνικές αντιστάσεις ενάντια σε μια από τις μεγαλύτερες πηγές θορύβων, όπως είναι οι αυτοκινητόδρομοι… Και τούτο αν ληφθεί υπόψη ότι πολλοί δρόμοι κατασκευάζονται – τουλάχιστον στη Γερμανία – με «σιωπηλή άσφαλτο», δηλαδή ένα δομικό υλικό που αποτρέπει την παραγωγή υψηλών θορύβων από τα διερχόμενα αυτοκίνητα….
Τελευταίος, αλλά καθόλου ασήμαντος, είναι ο θόρυβος στις περιαστικές ορεινές περιοχές, καμιά φορά στην Πάρνηθα και στον Υμηττό, συνηθέστατα παραγόμενος από εντουράδες που διασχίζουν μονοπάτια ή ορεινούς δρόμους, απτόητοι μπροστά στις διαμαρτυρίες των πεζοπόρων. Δεδομένου ότι το τοπίο είναι μια υποκειμενική σχέση παρατηρητή και παρατηρούμενου, ο θόρυβος καταλύει αυτή τη σχέση, ουσιαστικά δηλαδή καταργεί το τοπίο.
Πιστεύω ότι κάθε καλός φυσιολάτρης de profundis εύχεται στο εξαθλιωμένο τσογλαναριάτο αυτής της κατηγορίας έναν γρήγορο πηγαιμό στα τσακίδια…
* Ο Γιάννης Σχίζας είναι συγγραφέας
topontiki.gr