Θεολογία και φιλοσοφία. Αντίθεση ή σύγκραση; Με αφορμή τον θάνατο του φιλοσόφου Χρήστου Γιανναρά (4/7)

Πρεσβυτέρου Ηρακλή Φίλιου

Θεολόγου, Βαλκανιολόγου

Κληρικού της Ιεράς Μητροπόλεως Σταγών & Μετεώρων

 

Καππαδόκες Πατέρες και φιλοσοφία.

Όπως έπραξε ο Μ. Βασίλειος στο ζήτημα του Ιουλιανού Παραβάτη, ο οποίος τελευταίος είχε απαγορέψει στους χριστιανούς να διδάσκουν φιλοσοφία, αντέδρασε εντονότατα με τους δύο στηλιτευτικούς λόγους του. ‘’Τίνος τοῦ ἑλληνίζειν εἰσίν οἱ λόγοι;’’, θα ρωτήσει τον Αυτοκράτορα, δηλαδή, ποιος έχει το δικαίωμα να διδάσκει και να μελετά τα αρχαία ελληνικά κείμενα; Για να απαντήσει ο ίδιος: ‘’Δεν είναι δικαίωμα μόνο των οπαδών της αρχαίας θρησκείας η διδασκαλία των ελληνικών’’ [27]. Αν και η Εκκλησία του προσέδωσε το όνομα ‘’θεολόγος’’, στα συγγράμματά του είναι διάχυτη η χρήση της φιλοσοφικής σκέψης. Σε έναν λόγο του, μάλιστα, περί του αγίου Πνεύματος κάνει λόγο για ‘’θεολογικώτερους εκ των Ελλήνων ειδωλολατρών’’ [28]. Τέλος, αναφορικά με τον Γρηγόριο Θεολόγο, ο ίδιος σε ένα θαυμάσιο λόγο του επαινεί τον φίλο του χριστιανό φιλόσοφο Ήρωνα [29] (ο οποίος πριν τη μεταστροφή του στον χριστιανισμό υπήρξε κυνικός φιλόσοφος, και τον οποίο αποκαλεί στο λόγο του ‘’άριστο και τελειότατο των φιλοσόφων’’ [30]. Γράφει λοιπόν τα εξής: ‘’Θα επαινέσω τον φιλόσοφο, αν και είμαι κουρασμένος σωματικώς∙ διότι είναι φιλόσοφος… Διότι η πρέπει να φιλοσοφούμε, κατά την αντίληψη μου, ή να τιμούμε τη φιλοσοφία, εάν δεν θέλουμε να πέσουμε εντελώς έξω από το καλό, ούτε να κατηγορηθούμε δι’ απερισκεψία, αφού έχουμε δημιουργηθεί λογικοί και σπεύδουμε με το λόγο προς τον Λόγο…’’ [31]. Και παρακάτω σημειώνει, αναφερόμενος στις ευεργεσίες της φιλοσοφίας: ‘’Πρώτη δε από τις ευεργεσίες της φιλοσοφίας είναι να επαινούνται τα καλά∙ διότι ο έπαινος προκαλεί ζήλο, ο ζήλος αρετή, η αρετή μακαριότητα, η δε μακαριότης είναι το υψηλότερο από τα επιθυμητά και εκείνο προς το οποίο κατευθύνεται κάθε σπουδαίου κίνηση’’ [32].

Τελευταίος Καππαδόκης Πατέρας ο Γρηγόριος Νύσσης. Ο φιλοσοφικώτερος των δύο άλλων Καππαδοκών Πατέρων [33]. Χαρακτηρίζοντας τη φιλοσοφία ‘’ιατρική της ψυχής’’ [34], θα επηρεαστεί ιδιαίτερα από τον πλατωνικό λόγο [35] και τον Ωριγένη [36]. Ιδιαίτερα στη θεωρία του περί αποκατάστασης των πάντων θα επηρεαστεί από τον Ωριγένη [37]. Ο Νύσσης δεν εγκλωβίζεται στα στενά όρια του δόγματος. Γράφει για εκείνον ο Δρ. Φιλοσοφίας και Θεολογίας Ιωάννης Πλεξίδας: ‘’Η ιδιομορφία, όμως, της σκέψης του Γρηγορίου δεν βρίσκεται στο ότι αντλεί εικόνες και λέξεις από τη φιλοσοφική ορολογία και μεθοδολογία, ώστε να διατυπώσει τις αλήθειες της πίστης και να εμβαθύνει με λογικά επιχειρήματα στη χριστιανική αλήθεια…’’ [38]. Ο Νύσσης, για παράδειγμα, προσεγγίζει το ζήτημα του κακού μέσα από μία γνωσιολογική θεώρηση που είναι αρχαιοελληνική [39]. Θα πει χαρακτηριστικά ο Νύσσης πως ‘’τό γάρ κακόν ἀνυπόστατον, ὅτι ἐκ τοῦ μη ὄντος τήν ὑπόστασιν ἔχει…’’ [40]. Για τους Πατέρες υπάρχει το αγαθό (π.χ. το καλό, το φως) και το μη αγαθό λειτουργεί ως απουσία του αγαθού, ως ‘’αλλοτρίωση του αγαθού’’, όπως θα πει ο Νύσσης [41]. Γι’ αυτό ο Ιωάννης Δαμασκηνός που συγκεφαλαιώνει την σκέψη των προγενέστερων Πατέρων θα γράψει σε διάλογο του με έναν μανιχαίο: ‘’Επομένως, η κακία δεν είναι ον, αλλά στέρηση του όντος και μη ον, και ως στέρηση είναι αντίθετη προς το αγαθό κατά την κατοχή [42].

 

Υποσημειώσεις:

[27] Γρηγορίου Θεολόγου, Στηλιτευτικός, PG 36, 508-509.

[28] Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος ΛΑ’, ΕΠΕ 4, σ. 203.

[29] Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, αναφερόμενος στα όσα περιφρόνησε ο Ήρων από την κυνική φιλοσοφία, σημειώνει: ‘’Από δε την Κυνική φιλοσοφία περιφρόνησε την αθεΐα, επαίνεσε την απλότητα αυτής και έγινε αυτό που τώρα βλέπετε, σκύλος εναντίον των πραγματικών σκύλων και φιλόσοφος εναντίον των ασόφων και Χριστιανός για όλους’’. Βλ. Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος ΚΕ΄, ΕΠΕ 3, Σ.261. 

[30] Ό.π. σ. 253.

[31] Ό.π. σ. 251.

[32] Ό.π.

[33] Jaeger Werner, Early Christianity and Greek Paideia, Cambridge, Massachsetts-London, Harvard University Press 1962, p. 92.

[34] Γρηγορίου Νύσσης, Περί παρθενίας, GNO, VIII, σ. 335. 15-16.

[35] Meredith Anthony, Gregory of Nyssa. The early Church Fathers, London and New York, Routledge, Early Christian Studies/Religion 1999.

[36] Quasten Johannes, Patrology, Vol. III, The Golden Age of Greek Patristic Literature From the Council of Nicaea to the Council of Chalcedon, Utrecht/Antwerp, Spectrum Publishers 1960, p. 289.

[37] Βλ. σχετικά Ιωάννου Γρ. Πλεξίδα, Η ανθρωπολογία του κακού. Μια ανάγνωση του Γρηγορίου Νύσσης, Εκδόσεις λογεῖον, Τρίκαλα 20142, 181-191.

[38] Ό.π. σ. 23.

[39] Την ίδια οδό ακολουθεί αιώνες μετά ο άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός στο έργο του ‘’Κατά Μανιχαίων διάλογος’’. Βλ. σχετικά Ιωάννου Δαμασκηνού, Κατά Μανιχαίων διάλογος, Φιλοσοφική και Θεολογική Βιβλιοθήκη, Αριθ. 8, Εκδόσεις Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2007, σ. 38-39. Επίσης, ο άγιος Μάξιμος Ομολογητής και ο άγιος Διονύσιος Αρεοπαγίτης στο ζήτημα του κακού, θα πουν ότι το κακό δεν έχει υπόσταση, αλλά παρυπόσταση. Βλ. σχετικά ό.π.

[40] Γρηγορίου Νύσσης, Εἰς τόν Ἐκκλησιαστήν, GNO V, p. 300.21-22, 301. 1-2.

[41] Γρηγορίου Νύσσης, Κατηχητικός Λόγος, PG 45, 37D.

[42] Βλ. σχετικά Ιωάννου Δαμασκηνού, ό.π. σσ. 41-42.