«Οι ξένοι κάνουν ονειρικές διακοπές, αλλά οι Έλληνες αδυνατούν να ανταποκριθούν» – Ανάλυση Guardia
«Ταϊλανδη της Ευρώπης», χαρακτηρίζει την Ελλάδα ο Guardian σε εκτενές ρεπορτάζ για το γεγονός πως «ένας στους δύο Έλληνες δεν πήγε διακοπές φέτος καθώς ο μισθός παραμένει σε χαμηλά επίπεδα».
Αναλυτικά:
Είναι 5 το απόγευμα μιας ζεστής καλοκαιρινής μέρας και παρατηρεί τα αυτοκίνητα και τα φορτηγά που περιμένουν στη σειρά για να περάσουν τη μεταλλική ράμπα και να επιβιβαστούν στο πλοίο με προορισμό την Αίγινα. Πέρυσι οι ουρές ήταν πολύ μεγαλύτερες. «Φαίνεται ότι οι άνθρωποι δεν ταξιδεύουν», λέει με μια κίνηση των ώμων ο Τάσος Παπαδόπουλος. «Το Σαββατοκύριακο η κίνηση είναι μεγαλύτερη, αλλά οι πωλήσεις εισιτηρίων έχουν μειωθεί κατά 50% περίπου».
Λάμποντας στο βάθος των λόφων κάτω από την Ακρόπολη, τα νησιά του Αργοσαρωνικού είναι δημοφιλή ακριβώς λόγω της εγγύτητάς τους με την Αθήνα. Το 2024, η Αίγινα προσέλκυσε περισσότερους από 2 εκατομμύρια επισκέπτες, πολλοί από τους οποίους ήταν Έλληνες με περιορισμένο προϋπολογισμό που προσελκύστηκαν από τα προσιτά ναύλα του πλοίου.
«Την ίδια περίοδο, τον περασμένο Αύγουστο, όλες οι ξαπλώστρες εκεί είχαν καταληφθεί μέχρι τις 10 το πρωί», λέει ο Κωνσταντίνος Τσάντας, ο οποίος διευθύνει μια επιχείρηση θαλάσσιων σπορ στις ακτές της Πελοποννήσου. «Φέτος είναι άδειες. Γνωρίζω ανθρώπους που ασχολούνται με θαλάσσια σπορ σε όλη τη χώρα και όλοι λένε το ίδιο: ότι η επιχείρηση έχει πέσει. Και να σκεφτείς ότι η Αίγινα είναι σχετικά φθηνή».
Το 2025 θα μείνει στην ιστορία ως η χρονιά που οι Έλληνες αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τον… θεσμό της παραλίας. Αθάνατες από τραγουδιστές και τραγουδοποιούς, ποιητές και κινηματογραφιστές, οι ανέμελες χαρές του καλοκαιριού έχουν, για πολλούς, πέσει θύματα της σκληρής πραγματικότητας του να βγάζεις τα προς το ζην.
«Οι μελέτες μας δείχνουν ότι ένας στους δύο Έλληνες δεν θα πάει διακοπές φέτος», λέει ο Τάκης Καλόφωνος, επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος της ΕΕΚΕ, της Ένωσης Εργαζομένων καταναλωτών Ελλάδας.
«Ενώ πριν από 10 χρόνια οι άνθρωποι έπαιρναν 20 ή ακόμα και 30 ημέρες άδεια, αυτό το καλοκαίρι παίρνουν λιγότερο από μία εβδομάδα. Οι Κυκλάδες και τα πιο απομακρυσμένα νησιά είναι ένα μακρινό όνειρο για πολλούς Έλληνες. Ποιος μπορεί να πληρώσει 450 ευρώ για εισιτήρια πλοίου, που είναι το κόστος για μια τετραμελή οικογένεια με αυτοκίνητο, όταν ο μέσος μισθός είναι 1.342 ευρώ το μήνα;»
Η μεγάλη απόδραση του Αυγούστου – που συχνά επικεντρώνεται στο θρησκευτικό πανηγύρι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στις 15 Αυγούστου – για πολλούς έχει περιοριστεί σε μερικές μέρες που περνούν με την οικογένεια ή τους φίλους τους σε χωριά της ηπειρωτικής χώρας.
«Θα ήθελα πολύ να περάσω λίγο χρόνο στην Αμοργό, αλλά το να πάω σε ένα νησί τόσο μακριά είναι απλά αδύνατο», λέει η 28χρονη Ισμήνη Μπαλάλη, που αγωνίζεται να επιβιώσει με ένα μισθό 850 ευρώ το μήνα στον τομέα του λιανικού εμπορίου. «Δεν μπορώ να πληρώσω 200 ευρώ τη βραδιά για ένα δωμάτιο. Όλοι οι φίλοι μου βρίσκονται στην ίδια θέση, και όλοι έχουμε μεταπτυχιακά διπλώματα. Αυτό το καλοκαίρι θα πάρουμε μερικές μέρες άδεια, εδώ και εκεί».
Η Eurostat, επιβεβαίωσε πρόσφατα τα ευρήματα της EEKE, ανακοινώνοντας ότι το 46% των Ελλήνων – 19% περισσότερο από τον υπόλοιπο πληθυσμό της ΕΕ – δεν μπόρεσαν να αντέξουν οικονομικά μια εβδομάδα διακοπών πέρυσι.
Στην Αθήνα, ο Αύγουστος έχει φέρει σκηνές που κάποτε ήταν αδιανόητες: το σύστημα δημόσιων μεταφορών είναι υπερπλήρες, η κυκλοφορία στο κέντρο της πόλης δεν έχει μειωθεί καθόλου, οι θέσεις στα υπαίθρια σινεμά είναι εξαντλημένες και τα μπαρ και τα fast food είναι γεμάτα με νέους Έλληνες που δεν μπόρεσαν να φύγουν.
«Μιλούν για την οικονομική ανάκαμψη της χώρας μας, αλλά κανένας από αυτούς τους θετικούς δείκτες δεν επηρεάζει ανθρώπους όπως εμένα», λέει η Ισμήνη. «Και δεν νομίζω ότι αυτή η κυβέρνηση νοιάζεται και πολύ».
Παραδόξως, η Ελλάδα είναι ένα τόσο τέλειο μέρος για διακοπές που οι Έλληνες δεν μπορούν πλέον να τις αντέξουν οικονομικά. Η άφιξη 36 εκατομμυρίων ταξιδιωτών πέρυσι – σχεδόν τέσσερις φορές ο πληθυσμός της χώρας – έχει εξασφαλίσει ότι η μεσογειακή χώρα είναι ένας από τους 10 κορυφαίους προορισμούς παγκοσμίως. Ο τομέας αυτός απέφερε έσοδα ύψους 21,7 δισ. ευρώ το 2024, βοηθώντας την Αθήνα να μειώσει το τεράστιο δημόσιο χρέος της από 180% του ΑΕΠ, στο αποκορύφωμα της οδυνηρής κρίσης χρέους της χώρας, σε 153,6%.
Ωστόσο, ενώ ο τουρισμός είναι η κινητήρια δύναμη της ελληνικής οικονομίας, παρέχοντας τουλάχιστον μία στις πέντε θέσεις εργασίας, η επιτυχία του έχει επίσης οδηγήσει σε ραγδαία αύξηση των τιμών. Αντίθετα, οι μισθοί παρέμειναν στάσιμοι, ξεπερασμένοι από τα ποσοστά πληθωρισμού που ξεπέρασαν κατά πολύ τα άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, προκαλώντας απότομη αύξηση του κόστους ζωής. Όσοι καταφέρνουν να αποταμιεύσουν χρήματα λένε ότι όλο και περισσότερο θεωρούν φθηνότερο να κάνουν διακοπές στο εξωτερικό παρά στην Ελλάδα.
Μια δημοσκόπηση της Alco τον Ιούνιο αποκάλυψε ότι τα εκρηκτικά έξοδα διαμονής, τα εισιτήρια των πλοίων και οι τιμές των εστιατορίων αποτελούν τα κύρια εμπόδια για τα ταξίδια.
«Οι Έλληνες δεν μπορούν πλέον να απολαύσουν αυτό που ήταν μια πολιτιστική και θρησκευτική παράδοση, τις διακοπές του Αυγούστου», λέει ο καθηγητής Χρήστος Πιτέλης, ειδικός σε θέματα βιομηχανικής οικονομίας και του τουρισμού και της φιλοξενίας στο Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον. «Η μείωση του εισοδήματος κάνει αυτή την εμπειρία απλά απαγορευτική για πολλούς».
Με τη μεσαία τάξη να έχει πληγεί περισσότερο από τα μέτρα λιτότητας που ήταν το τίμημα για τη διάσωση της χρεοκοπημένης ελληνικής οικονομίας από τους διεθνείς πιστωτές πριν από μια δεκαετία, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έχει δηλώσει ότι μέτρα ανακούφισης είναι καθ’ οδόν. Η κεντροδεξιά κυβέρνησή του έχει δεσμευτεί να μειώσει τους φόρους και να αυξήσει τον μέσο μηνιαίο μισθό στα 1.500 ευρώ έως το 2027.
Ωστόσο, οι Έλληνες δεν παραβλέπουν το γεγονός ότι, ενώ οι ξένοι επισκέπτες μπορούν να απολαύσουν τη φυσική ομορφιά και άλλες χαρές της χώρας τους, τέτοιες απολαύσεις έχουν γίνει για τους ίδιους μια γλυκόπικρη ανάμνηση.
«Είμαστε η Ταϊλάνδη της Ευρώπης. Παρέχουμε υπηρεσίες για να απολαμβάνουν οι άλλοι», λέει ο Άρης Απικιάν, παρατηρώντας τους περαστικούς τουρίστες έξω από το κατάστημα χαλιών όπου εργάζεται στο κέντρο της Αθήνας. «Ενώ οι ξένοι ζουν τα όνειρά τους στην Ελλάδα, εμείς βιώνουμε την οξεία πλευρά όλων όσων δεν πάνε καλά. Ποιος θέλει να πάει διακοπές όταν του λένε ότι οι λογαριασμοί ενέργειας, και ό,τι άλλο μπορείτε να φανταστείτε, πρόκειται να αυξηθούν; Νομίζω ότι αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε, τώρα που δεν μπορούμε να πάρουμε ούτε μια εβδομάδα άδεια, ότι εμείς οι Έλληνες είμαστε οι πραγματικοί χαμένοι».
documento.gr