«Τα Παιδιά του Παραδείσου» στην κινηματογραφική Λέσχη Τρικάλων

parad2

Ο ποιητικός ρεαλισμός στην καλύτερη γαλλική ταινία όλων των εποχών

«Η ζήλια ανήκει σε όλους, αν μια γυναίκα δεν ανήκει σε κανέναν…» Ενας παθιασμένος παιάνας για τη ζωτική σημασία και την αμφίδρομη σχέση ελευθερίας και καλλιτεχνικής δημιουργίας. Μια ιστορία σαν παραμύθι… Ο Καρνέ και ο Πρεβέρ προσπάθησαν να δημιουργήσουν μια ταινία που να πρωταγωνιστήσει η μεγάλη Γαλλίδα σταρ Αρλετί. Το αρχικό τους σχέδιο, η ταινία la lantern magique, όμως δεν προχώρησε τελικά. Καθώς έψαχναν για κάτι καινούργιο, συναντήθηκαν με τον φίλο τους Ζαν-Λουί Μπαρό στη Νίκαια. Ο ηθοποιός τους μίλησε για έναν μίμο, τον Ντεμπερό. Ο Καρνέ ενθουσιάστηκε με την ιδέα να ζωντανέψει στη μεγάλη οθόνη την περίφημη Boulevard du Crime, μια περιοχή του Παρισιού που έβριθε από κόσμο κάθε λογής το 1830 – 1840…
To ανυπέρβλητο αριστούργημα, «Τα Παιδιά του Παραδείσου» του Μαρσέλ Καρνέ, προβάλλεται σε επανέκδοση από την Κινηματογραφική Λέσχη Τρικάλων, 69 χρόνια μετά την αρχική κυκλοφορία του. Το έργο αποτελεί έναν παθιασμένο παιάνα για τη ζωτική σημασία και την αμφίδρομη σχέση ελευθερίας και καλλιτεχνικής δημιουργίας.

ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
Η ταινία μάς ταξιδεύει σε μια κακόφημη περιοχή, τη Λεωφόρο του εγκλήματος στο Παρίσι του 19ου αιώνα, παρουσιάζοντας την τοιχογραφία μιας ολόκληρης εποχής μέσα από τη δράση περιθωριακών ηρώων. Είμαστε στο Παρίσι του 1828, ή μάλλον στο κατοχικό Παρίσι του 1943, τότε που ο ποιητής Ζακ Πρεβέρ έγραψε το αριστουργηματικό αυτό σενάριο, αποθεώνοντας- μαζί με τον σκηνοθέτη Μαρσέλ Καρνέ, τον μουσικό Ζοζέφ Κοσμά και τον σκηνογράφο Αλεξάντρ Τρονέρ- τη σχολή του ποιητικού ρεαλισμού.
Αυτός όμως που κυριαρχεί στην ταινία είναι ο Ζαν-Λουί Μπαρό στον ρόλο του Μπατίστ Ντεμπουρό του πιο διάσημου μίμου της ιστορίας. Στην πραγματικότητα ο Μπαρό ήταν αυτός που έδωσε την ιδέα στον Πρεβέρ και τον Καρνέ να ζωντανέψουν την προσωπικότητα του Ντεμπουρό. Εκπληκτικός μίμος κι ο ίδιος ο Μπαρό έφτιαξε ένα εμβληματικό χαρακτήρα που έχει στιγματιστεί από τον ανεκπλήρωτο έρωτά του για την Γκαράνς.
Η ταινία άρχισε να γυρίζεται υπό γερμανική κατοχή με τρομερές δυσκολίες (ο αντιστασιακός Κοσμά δούλευε παράνομα με το ψευδώνυμο Ζορζ Μουκέ) και ολοκληρώθηκε μετά την Απελευθέρωση.

ΥΠΟΘΕΣΗ
Παρίσι, 1840, Λεωφόρος του Εγκλήματος. Μέσα στο πολύβουο πλήθος που συνωστίζεται γύρω από τα θεάματα, μια ελεύθερη γυναίκα, η Γκαράνς, γίνεται το αντικείμενο του πόθου ενός πρωτοπόρου, αλλά και συνεσταλμένου μίμου, του Μπατίστ. Εκείνος την ερωτεύεται παράφορα και με μια εξαιρετική παντομίμα την γλιτώνει από τη φυλακή. Ενας τέτοιος έρωτας όμως δεν είναι εφικτός. Η γοητευτική Γκαράνς προσελκύει πολλούς άντρες δίπλα της και ο ρομαντικός Μπατίστ δεν δέχεται τίποτα από το απόλυτο! Σύντομα τους δύο τους χωρίζουν άλλοι έρωτες. Ο Λασνέρ, ο Φρεντερίκ Λεμαίτρ και ο πάμπλουτος κόμης Εντουάρ διεκδικούν την Γκαράνς και η πιστή, ερωτευμένη Ναταλί τον Μπατίστ. Φαίνεται πως οι ζωές τους είναι καταδικασμένες να εξελίσσονται παράλληλα. Ομως, το πάθος του Μπατίστ φαίνεται να παραμένει άσβεστο και να φουντώνει περισσότερο όσο περνά ο καιρός…

ΚΡΙΤΙΚΗ
Το «μέγεθος» της ταινίας που θα άφηνε στην αιωνιότητα τον Μαρσέλ Καρνέ βρίσκεται μέσα στο ίδιο της το σώμα. Στην αναπαράσταση μιας ολόκληρης εποχής, αυτής των αρχών του 19ου αιώνα, ακριβώς με τον τρόπο που αυτή γράφτηκε στους πολυπληθείς, θορυβώδεις δρόμους του Παρισιού και στα φθαρμένα από τη χρήση καθίσματα των επιβλητικών θεάτρων της πόλης. Στην μελοδραματική της βάση, γραμμένη από την ποιητική πένα του Ζακ Πρεβέρ σαν ένας από την αρχή ορισμός του «ρομαντισμού». Στον τρόπο με τον οποίο το δράμα μετακινείται σχεδόν ανεπαίσθητα ανάμεσα σε βαριά διακοσμημένα δωμάτια και ακόμη πιο βαρείς ανθρώπινους αναστεναγμούς. Στην μεγαλοπρέπεια ενός φιλμικού ογκόλιθου που – κόντρα στον όποιο ορισμό του έπους – μιλάει απλά για τη θλίψη που αφήνουν στο βίαιο πέρασμα τους οι «χαμένες ψευδαισθήσεις» και ο «χαμένος χρόνος».
Δεν έχει τελικά σημασία. Τα «Παιδιά του Παραδείσου» κρύβουν μέσα στο θεόρατο σκηνικό τους και στην φλεγόμενη αφήγηση τους τον Μπαλζάκ, τον Προυστ, τον Καμί, τον Βερλέν, τον Μονέ, τον Ντελακρουά, κάθε Γάλλο συγγραφέα, ζωγράφο, διανοούμενο και όλα σχεδόν τα κινήματα που οδήγησαν στον μοντερνισμό του 20ου αιώνα σε μια παράσταση που θα μπορούσε να παίζεται στο διηνεκές και να παραμένει πάντοτε σαν να την βλέπεις για πρώτη φορά.
Αν, όμως, παραμένουν πριν από οτιδήποτε μια χειμαρρώδης και συναρπαστική κινηματογραφική ταινία – υπόδειγμα του ποιητικού ρεαλισμού, αυτό το χρωστούν στην μοναδική τους ιδιότητα να ενσωματώνουν κάθε αναφορά τους (λογοτεχνική, εικαστική, φιλοσοφική) σε ένα σύνολο που στην πραγματικότητα δεν είναι παρά ακόμη ένας κάτοικος της «Λεωφόρου του Εγκλήματος», εκεί όπου άστεγοι, εγκληματίες, ηθοποιοί, ερωτευμένοι, απατεώνες και απλοί θεατές ζουν απαλλαγμένοι από ταξικές, οικονομικές και κοινωνικές διαφορές. Ενα γνήσιο λαϊκό θέαμα, φτιαγμένο ακριβώς όπως αξίζει στα γνήσια λαϊκά θεάματα: με απόλυτη γνώση όσων αγγίζουν, αφορούν και συγκινούν τον ανυποψίαστο θεατή.
Στην πραγματικότητα, όμως, δεν υπάρχει κανένας θεατής της ταινίας του Καρνέ που να μπορεί να θεωρηθεί υποψιασμένος. Ακόμη και ο πιο διαβασμένος, αυτός που ξέρει κάθε λεπτομέρεια της δημιουργίας της εν μέσω του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου και των περιπετειών που συνάντησε μέχρι να ολοκληρωθεί. Ακόμη και αυτός που θα αναγνωρίσει στην ηρωίδα του, τη Γκαράνς της Αρλετί την ίδια την κατεχόμενη Γαλλία να διεκδικείται από επίδοξους εραστές και στον ήρωα του, τον μίμο Μπατίστ έναν γνήσιο εκπρόσωπο της αντίστασης.
Τα «Παιδιά του Παραδείσου», περισσότερο ίσως από κάθε «μυθική» ταινία της ιστορίας του σινεμά, καταφέρνουν να ίπτανται πάνω από το μύθο τους. Σαν ένα δείγμα μιας σπάνιας στιγμής που οι ιδέες υπηρετούν μόνο το σκοπό και που ο σκοπός είναι τόσο σαφής που κάθε θόρυβος, κάθε διάλογος, κάθε μικρή η μεγάλη κίνηση στο φόντο ή σε πρώτο πλάνο, κάθε cut στο μοντάζ υπηρετούν μόνον αυτόν.
Απέναντι τους ο θεατής δεν χρειάζεται να κάνει τίποτε άλλο παρά να αφεθεί. Αυτό που θα ανακαλύψει θα είναι η αλήθεια που κρύβεται πάντοτε πίσω από κάθε σκηνοθετημένη πράξη ζωής και η πικρή, μα τόσο ανακουφιστική συνειδητοποίηση πως το πραγματικό θέατρο είναι αυτό που παίζεται όταν η αυλαία έχει πέσει και η αληθινή ζωή μπορεί επιτέλους να αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο.

Tips
– Το 1995 ανακηρύχτηκε η καλύτερη γαλλική ταινία όλων των εποχών ύστερα από ψηφοφορία 600 κορυφαίων κριτικών κι επαγγελματιών.
– Το κλασικό φιλμ γυρίστηκε με απόλυτη μυστικότητα στα χρόνια της γερμανικής κατοχής και μετατράπηκε σε έναν τεράστιο κινηματογραφικό άθλο για το γαλλικό σινεμά.
– Η ταινία ήταν υποψήφια για Όσκαρ Καλύτερου Πρωτότυπου Σεναρίου το 1947 και κέρδισε το ειδικό βραβείο «Cesar of Cesars» στο Παρίσι το 1979.
– Διαφημισμένα σαν το γαλλικό “Όσα Παίρνει ο Άνεμος” και τεράστια εμπορική επιτυχία στην εποχή τους, τα “Παιδιά του Παραδείσου” αποτελούν επίτευγμα και μόνο για τον τρόπο και τις συνθήκες υπό τις οποίες κατάφεραν να γυριστούν στην περίοδο της γερμανικής κατοχής.
– Συναρπαστικό πανόραμα εποχής και αξέχαστη ερωτική ιστορία, παραμένουν -μαζί με τον “Κανόνα του Παιχνιδιού” του Ζαν Ρενουάρ- η σημαντικότερη, μεγαλειώδης και αξεπέραστη μέχρι σήμερα στιγμή του γαλλόφωνου αφηγηματικού κινηματογράφου.

Info
Παραγωγή: Ρειμόν Μπορντερί, Φρεντ Ορέν
Σκηνοθεσία: Μαρσέλ Καρνέ
Σενάριο: Ζακ Πρεβέρ
Φωτογραφία: Μαρκ Φοσάρ, Ροζέρ Ουμπέρ
Μοντάζ: Ανρί Ρουστ, Μαντλέν Μπονίν
Μουσική: Μορίς Τιριέ
Πρωταγωνιστούν: Αρλετί, Ζαν Λουί Μπαρό, Πιέρ Μπρασέρ, Πιερ Ρενουάρ, Μαρία Κασαρές, Γκαστόν Μοντό
Διάρκεια: 190′
Χώρα: Γαλλία
Εικόνα: Ασπρόμαυρη
Είδος: Στον ποιητικό ρεαλισμό, δεν υπάρχουν είδη…

ΠΟΥ, ΠΟΤΕ, ΠΟΣΟ
Δευτέρα 17 Μαρτίου 2014, στον δημοτικό κινηματογράφο, μύλος Ματσόπουλου
Ωρα έναρξης: ΕΙΔΙΚΑ ΓΙΑ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΠΡΟΒΟΛΗ 21.30 μ.μ.
Εισιτήρια: Κάρτα μέλους 20 ευρώ (10 ευρώ για άνεργους/φοιτητές) συν 2 ευρώ ανά ταινία. Μη μέλη 5 ευρώ.

Δείτε το τρέιλερ στον παρακάτω σύνδεσμο
http://www.youtube.com/watch?v=G1Nz-U9znnY

.