Συνέντευξη στον Παναγιώτη Τζένο,
CRASH Δεκεμβρίου 2011, Τεύχος 9
Δεν έχει ούτε καταβολές, αλλά ούτε και πολιτική οικογενειακή παράδοση αριστερού. Το αντίθετο μάλιστα. Γόνος μεγαλοαστικής οικογένειας τσιφλικάδων στα Τρίκαλα με πλούσια πολιτική ιστορία, καθώς από το 1881 οπότε και απελευθερώθηκε η Θεσσαλία εκπροσωπήθηκε 35 φορές(!) στη Βουλή, ο Σωτήρης Χατζηγάκης γαλουχήθηκε από μικρός στην ιδέα της πολιτικής. Σε ηλικία 28 περίπου ετών ο Κωνσταντίνος Καραμανλής τον τοποθετεί υποψήφιο στα Τρίκαλα, όπου και έσπασε όλα τα ρεκόρ ψήφων εκείνη την εποχή.
Ωστόσο, αν και υπήρξε –τουλάχιστον μέχρι τη διαγραφή του – ο παλαιότερος βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, δεν υπήρξε και ο πλέον συμβατικός κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Δεξιάς. Κάθε άλλο. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ο πρωταγωνιστικός του ρόλος στις αγροτικές κινητοποιήσεις κατά την περίοδο διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, όταν μαζί με τον κ. Θανάση Νασίκα οδηγούσαν την πομπή με τα αγροτικά μηχανήματα από τη Λάρισα έως τα Τέμπη.
Ο τότε μάλιστα κυβερνητικός εκπρόσωπος της κυβέρνησης Σημίτη κ. Πρωτόπαπας τον είχε αποκαλέσει Μαρίνο Αντύπα της Δεξιάς (σ.σ. για όσους δεν θυμούνται ήταν ο αριστερός διανοούμενος που δολοφονήθηκε μετά την αγροτική εξέγερση του Κιλελέρ το 1910). Ο Σωτήρης Χατζηγάκης όχι μόνο δεν ενοχλήθηκε από τη συγκεκριμένη τοποθέτηση, αλλά αντίθετα την επομένη έστειλε στον τότε κυβερνητικό εκπρόσωπο ένα μπουκέτο με κατακόκκινα τριαντάφυλλα και αφού τον ευχαριστούσε για τη διαφήμιση που έκανε στο αγροτικό πρόβλημα, υπέγραφε φαρδιά πλατιά ως … Μαρίνος Αντύπας.
Από το σπίτι του στα Τρίκαλα ή στο Περτούλι πέρασαν ή φιλοξενήθηκαν κατά καιρούς ο Δεληγιάννης, ο Τρικούπης, ο Βενιζέλος, ο Πλαστήρας, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και βέβαια ο Ευάγγελος Αβέρωφ, δεύτερος του ξάδερφος και πολιτικός του μέντορας. Ήταν λοιπόν αναμενόμενο ο κ. Χατζηγάκης να αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα βουλευτή της πάλαι ποτέ Λαϊκής Δεξιάς, που μετασχηματίστηκε στη γενιά των αμφισβητήσεων και των επαναστάσεων.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, το γεγονός ότι υπήρξε αυτός που έβαλε τον πρώτο «σπόρο» της περίφημης θεωρίας του «Μεσαίου Χώρου» με τη συγγραφή δύο σημαντικών βιβλίων, της «Ιδεολογίας του Μεσαίου Χώρου» και του «Κοινωνικού Φιλελευθερισμού», ήδη από την εποχή Αβέρωφ. Όσοι μάλιστα θυμούνται το παρασκήνιο της εποχής αναφέρουν ότι ο αείμνηστος πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας ενθουσιάζεται από τις απόψεις αυτές και δίνει εντολή να εκδοθούν τα βιβλία αυτά σε χιλιάδες αντίτυπα με έξοδα του κόμματος και να διανεμηθούν σε όλα τα στελέχη και τα μέλη του κόμματος. Δεν ξεχνούν μάλιστα να υπενθυμίσουν την άποψη του Αβέρωφ ο οποίος συχνά στις ομιλίες του ανέφερε ότι «πρέπει να είμαστε “αριστεροί” στα κοινωνικά ζητήματα, “κεντρώοι φιλελεύθεροι” στις πολιτικές και δημοκρατικές μας αρχές και “συντηρητικοί” στις εθνικές, τις πολιτισμικές και παραδοσιακές αξίες της φυλή μας».
Ο Σωτήρης Χατζηγάκης συνεχίζει να πιστεύει ότι η σύγχρονη Δεξιά, αν θέλει να δει άσπρη μέρα, πρέπει να τοποθετηθεί αριστερά στην κοινωνική της πολιτική. Αυτή η άποψη περί διαφορετικών και αλληλοσυμπληρούμενων τάσεων, ωστόσο, αποδείχθηκε ότι αποτέλεσε έναν και από τους λόγους που οδήγησαν στη διαγραφή του από τον Αντώνη Σαμαρά.
Ο Σωτήρης Χατζηγάκης αν και χαμηλών τόνων πολιτικός και σίγουρα ένας άνθρωπος ευγενής και καλλιεργημένος, δεν είναι από αυτούς που διστάζουν να συγκρουστούν για τις θέσεις τους και τις απόψεις τους. Υπήρξε φανατικός πολέμιος της προσπάθειας περιχαράκωσης του κόμματος στη θεωρία της λαϊκής δεξιάς, ήδη από την περίοδο Έβερτ, τον οποίο θεωρούσε λαϊκιστή.
Παραιτήθηκε το 1992 από την κυβέρνηση Μητσοτάκη γιατί διαφώνησε με την ιδιωτικοποίηση της δασοπυρόσβεσης, αν και «μητσοτακικός». Όπως περιγράφει μάλιστα και στο βιβλίο του «Χωρίς Συμβιβασμούς» η απόφαση του ήταν ιδιαίτερα δύσκολη τόσο από πολιτικής πλευράς όσο και από ανθρώπινης γιατί ερχόταν σε σύγκρουση με αγαπημένα πρόσωπα της παράταξής του.
Τρία είναι τα πρόσωπα με τα οποία έχει συνδεθεί η πορεία του στη Νέα Δημοκρατία. Ο Γιώργος Σουφλιάς, με τον οποίο είχαν μοιραστεί το πολιτικό τους γραφείο στο ξεκίνημά τους και παραμένουν έως σήμερα στενοί φίλοι. Ο Μιχάλης Λιάπης, με τον οποίο συνεργάστηκαν στενά στον Πολιτικό Σχεδιασμό της Ν.Δ. προσπαθώντας να διαφυλάξουν τη συνοχή του κόμματος στα «πέτρινα χρόνια» της δεκαετίας του 80 και της κυριαρχίας Παπανδρέου. Ο Σωτήρης Χατζηγάκης εξάλλου θεωρείται το πρόσωπο-κλειδί στην απόφαση του Μ. Λιάπη να στηρίξει στη μάχζη της διαδοχής του 1997 τον Γ. Σουφλιά απέναντι στον εξάδελφό του Κώστα Καραμανλή. Και βέβαια ο σημερινός πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Αντώνης Σαμαράς, με τον οποίο αποτέλεσαν τα «εξαπτέρυγα» του Αβέρωφ σε μια δύσκολη περίοδο για το συντηρητικό κόμμα.
Μπαίνοντας στο γραφείο του για να ξεκινήσουμε τη συνέντευξη μου επιδεικνύει το πλούσιο φωτογραφικό υλικό της πολυετούς του πορείας στην πολιτική. Στιγμιότυπα με τον αείμνηστο Αβέρωφ, τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον Μητσοτάκη και μια φωτογραφία με τον Αντώνη Σαμαρά σε νεαρή ηλικία. Όταν αναφέρομαι στη διαγραφή του δείχνει ατάραχος, σαν να την περίμενε. Μια από της κατηγορίες που έχουν εκτοξεύσει εναντίον του ήταν ότι δήθεν περίμενε να γίνει υπουργός στην κυβέρνηση Παπαδήμου. Δεν προλαβαίνω να τελειώσω την φράση και με σταματά : «Εγώ δεν είμαι Σαμαράς, να ρίχνω κυβερνήσεις και να εγκλωβίζω τη χώρα μου σε τραγικά αδιέξοδα, όπως έκανε ο ίδιος με το «Σκοπιάνο» και τον δήθεν «ανένδοτο» αγώνα του με την υπογραφή.
Όταν τον ρωτάω για τη στάση του σημερινού προέδρου Αντώνη Σαμαρά, το ύφος του αλλάζει. Οι κατηγορίες που του αποδίδει είναι βαριές ενώ στο στόχαστρο του βρίσκονται και συγκεκριμένες ομάδες στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας. Είμαι βέβαιος ότι η συνέντευξη θα είναι δυνατή.
Συνυπήρξατε, επί χρόνια, με τον σημερινό πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας στο πλευρό του αείμνηστου Αβέρωφ, ως πνευματικά του παιδιά και στενοί συνεργάτες. Πείτε μας για τις μνήμες εκείνης της περιόδου και για την άποψη του Αβέρωφ για τον Αντώνη Σαμαρά.
Πράγματι, με τον Αντώνη Σαμαρά ήμασταν, κατά κάποιον τρόπο, οι δύο «υπαρχηγοί» του Ευάγγελου Αβέρωφ ή οι δύο «Καππαδόκες», όπως μας αποκαλούσε ο ίδιος.
Ωστόσο, θεωρώ πως ο κ. Σαμαράς έπαιζε πάντοτε τα δικά του προσωπικά παιχνίδια. Δεν τιμούσε ούτε τους ευεργέτες του (Αβέρωφ, Μητσοτάκη και Κων/νο Καραμανλή), ούτε την παράταξη από την οποία στη συνέχεια αποστάτησε και μετά την πρόδοσε, στηρίζοντας τις επιλογές του ΠΑΣΟΚ στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Το χειρότερο όλων, όμως, είναι πως οι μέχρι τούδε πράξεις του αποδεικνύουν ότι δεν λογάριασε ποτέ το Εθνικό συμφέρον, το οποίο το έβαζε σε ήσσονα μοίρα. Το απέδειξε με το Σκοπιανό, πριν από 20 σχεδόν χρόνια, το απέδειξε και πρόσφατα με τα επικίνδυνα παιχνιδάκια του με την υπογραφή του προς τους Ευρωπαίους.
Και μην ξεχνάτε, ότι ενώ επί δύο σχεδόν χρόνια ύψωνε το ηρωϊκό αντιμνημονιακό λάβαρο, σήμερα έχει κάνει στροφή 180 μοιρών. Μπορεί, άραγε, να εμπιστευθεί κανείς τέτοιες πολιτικές συμπεριφορές;
Τη στάση του αυτή, των συνεχών παλλινωδιών για προσωπικούς λόγους, την συνειδητοποίησε κάποια στιγμή και ο αείμνηστος Ευάγγελος αβέρωφ, γεγονός που τον επίκρανε πάρα πολύ, όπως το αντιλήφθηκα εγώ, αλλά και μου το εξομολογήθηκε τη περίοδο εκείνη ένας παλαιός στενός συνεργάτης του.
Με τον αείμνηστο ευπατρίδη, πολιτικό και συγγενή μου Ευάγγελο Αβέρωφ, συνδεθήκαμε ακόμη πιο στενά, με αποτέλεσμα να με μυήσει ακόμη περισσότερο στη πολιτική και να μου εμπιστευτεί μύχιες σκέψεις του για τη πολιτική, αλλά και για πρόσωπα.
Προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι ενώ ήσασταν από τους υπέρμαχους για τη συμμετοχή της ΝΔ στο σχηματισμό της κυβέρνησης Παπαδήμου, διαγραφήκατε με αφορμή της δηλώσεις σας για τα περίφημα «σταγονίδια» που ήταν αντίθετα εξ’ αρχής σε οποιαδήποτε συνεργασία. Ποιοι θεωρείτε ότι ήταν οι πραγματικοί λόγοι για τη διάγραφή σας;
Η πολιτική συμπεριφορά του κ. Σαμαρά χαρακτηρίζονταν πάντοτε από ανασφάλεια. Ανέκαθεν επεδίωκε να περιβάλλεται όχι από συνεργάτες και φίλους, αλλά από αυλικούς και πειθήνια όργανα.
Λειτουργούσε, μάλιστα, συστηματικά κατά τρόπο φατριαστικό, ενώ ταυτίζονταν πάντοτε με μικρές, φανατικές και περιορισμένου κοινωνικού βεληνεκούς ομάδες, πιστεύοντας ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο θα μπορούσε να ελέγχει το πολιτικό παιχνίδι προς ίδιον όφελος.
Σήμερα ιδιαίτερα, που αντιλαμβάνεται ότι η ΝΔ δεν πρόκειται ν’ αποκτήσει αυτοδυναμία, το ξεκαθάρισμα στελεχών με προσωπικότητα και άποψη μπήκε στο στόχαστρο της εξόντωσής του ως πρώτη προτεραιότητα.
Συνεπώς, οι καταγγελίες μου για «σταγονίδια» έθιξαν τη νοοτροπία του ίδιου και την ομάδα των στενών του συνεργατών του και μόνο αυτή, με τους οποίους σκοπέυει να αλλώσει το μεγάλο κόμμα της ΝΔ. Φοβήθηκε, συνεπώς, ότι η στάση μου του χαλούσε τα σχέδια. Έτσι κρίθηκα «επικίνδυνος» και «διαγράφηκα» και από το κόμμα, με πρωτοφανή εμπάθεια και εκδικητικότητα.
Ποια πιστεύετε ότι είναι η ιδεολογική βάση της σημερινής Νέας Δημοκρατίας και πόσο χώρο μπορεί να έχουν σε αυτή οι διαφορετικές τάσεις που εκφράζονται στο κόμμα;
Η σημερινή ΝΔ δεν είναι το ίδιο κόμμα για το οποίο εγώ, αλλά και τα στελέχη και οι οπαδοί της, αγωνίζονται εδώ και 38 χρόνια. Δεν είναι πια η παράταξη που είχε ως στόχο να δημιουργήσει έναν κόσμο καλύτερο και έναν ηπιότερο πολιτικό πολιτισμό. Δεν είναι το κόμμα που οικοδόμησαν και λάμπρυναν εξαιρετικές πολιτικές φυσιογνωμίες της Δημόσιας ζωής μας.
Η ΝΔ ήταν πάντοτε μια μεγάλη αστική, φιλελεύθερη εθνική και Ευρωπαϊκή παράταξη, η επιρροή (και οι οπαδοί) της οποίας ξεκινούσε από τη λαϊκή δεξιά και έφτανε στις παρυφές της σοσιαλδημοκρατίας, όπως έλεγε χαρακτηριστικά και ο ιδρυτής της ο Κων/νος Καραμανλής. Ήταν η παράταξη της μεσότητος, της σύνεσης, της σωφροσύνης, που συνέθετε απόψεις και τάσεις, για να χαραχθεί ο τελικός πολιτικός της δρόμος.
Αυτή την παράταξη την υπηρέτησα με συνέπεια 38 ολόκληρα χρόνια.
Σήμερα, ωστόσο, φαίνεται να επικρατεί μια άλλη «άποψη». Επισήμως η ΝΔ αποκηρύσσει τον πολυτασικό χαρακτήρα και καταδικάζει την ήπια, αλλά δυνατή, φυσιογνωμία της. Καταδικάζει, συνεπώς, την ίδια τη δημοκρατική της λειτουργία και θεωρεί ως «αντικαταστατική» την ύπαρξη τάσεων εντός του κόμματος. Εσείς, κύριε Τζένο, αλλά και όλος ο κόσμος, αναγνωρίζετε ότι υπάρχουν στελέχη και τάσεις μέσα στη ΝΔ, διαφόρων αποχρώσεων, που εγκολπώνονται και τη λαϊκή δεξιά, και τον φιλελεύθερο και τον μεσαίο χώρο.
Ο κ. Σαμαράς, όμως, προσχώρησε σε μία πολιτική αντίληψη για μια δήθεν «δεξιά ιδεολογική καθαρότητα», η οποία μεταβαπτίζεται σήμερα σε «λαϊκή». Μια τέτοια «καθαρότητα» θέτει τη ΝΔ στο περιθώριο του ιδεολογικού και πολιτικού φάσματος. Την «καθαρότητα» αυτή, συνήθως, την επιδιώκουν τα κόμματα της αριστεράς αλλά και της άκρας δεξιάς, τα οποία, όμως, δεν είναι κόμματα εξουσίας, αλλά κόμματα διαμαρτυρίας, γι’ αυτό και παραμένουν πάντοτε καθηλωμένα σε μικρά ποσοστά λαϊκής έκφρασης. Αντί, λοιπόν, να επιδιώκεται να διευρυνθεί το κόμμα της ΝΔ, με τις διαγραφές καθίσταται ένα ακροδεξιό απολειφάδι τύπου Πολιτικής Άνοιξης.
Υπήρξατε ένας εκ των θεμελιωτών και εκφραστών του περίφημου μεσαίου χώρου, ρητορική που υιοθετήθηκε κατά την περίοδο διακυβέρνησης Καραμανλή. Ωστόσο, στο στενό περιβάλλον του σημερινού προέδρου του κόμματος φαίνεται να κυριαρχεί η ιδέα της λαϊκής δεξιάς. Θεωρείτε ότι μπορούν να συνυπάρξουν αυτές οι δύο τάσεις;
Πρώτος διατύπωσα τη θεωρία του «Μεσαίου Χώρου», την οποία μάλιστα κατέγραψα σε βιβλίο προ 20ετίας. Το βιβλίο εκείνο, κατόπιν εντολής του τότε αρχηγού της ΝΔ, Ε. Αβέρωφ εκδόθηκε σε χιλιάδες αντίτυπα –με έξοδα του κόμματος– και διανεμήθηκε σ’ όλους τους οργανωμένους οπαδούς, στελέχη, Νομαρχιακές επιτροπές κλπ.
Θεωρώ ότι υιοθετώντας την ιδεολογικοπολιτική άποψη του «μεσαίου χώρου» –μια υπερβατική πολιτική, που απαντά στις σύγχρονες προκλήσεις– η ΝΔ θα ήταν σε θέση να κατακτήσει την πολιτική «ηγεμονία» στο ευρύτερο εκλογικό σώμα και να καταστεί ένα ώριμο και σύγχρονο φιλολαϊκό κόμμα.
Τις διαχρονικές αυτές ιδέες που αφορούν την παράταξη δεν σταμάτησα ποτέ να τις υπερασπίζομαι. Εγώ έκρουσα τον κώδωνα του κινδύνου στον κ. Σαμαρά, εδώ και ενάμιση χρόνο, ότι με την πολιτική που εφάρμοζε η ΝΔ κινδύνευε να συρρικνωθεί και να μεταβληθεί σε «συνιστώσα του ΣΥΡΙΖΑ».
Εκ των υστέρων, βέβαια, έκανε την «κωλοτούμπα», υποστέλλοντας τη σημαία της δήθεν «αντίστασης» και του «αντιμνημονιακού αγώνα», αποστέλλοντας –και σωστά έκανε– τη γνωστή επιστολή στους Ευρωπαίους, και απαλείφοντας ο,τιδήποτε θα μπορούσε να υπενθυμίσει τις ακραίες του θέσεις, που υποστήριζε με φανατισμό επί δύο χρόνια. Το ερώτημα, ωστόσο, είναι, γιατί άραγε έπρεπε να περάσει τόσος χρόνος για να κάνει το αυτονόητο; Γιατί εξέθεσε όλο αυτό το διάστημα την παράταξη, τα στελέχη της, αλλά και τη χώρα ως μη σοβαρή, απέναντι στους συμμάχους μας; Η «ασπόνδυλη πολιτική», που χαρακτηρίζει τον κ. Σαμαρά και η έλλειψη αρχών και αφετηριών από τις οποίες θα έπρεπε να απορρέει μια σοβαρή πολιτική, υπήρξε η αιτία που οδήγησε στη γελοίοποίηση της παράταξης και στη διαπόμπευση της χώρας στο εξωτερικό.
Πιστεύω, εξάλλου, πως η απόρριψη της συνύπαρξης των τάσεων μέσα σε μια μεγάλη παράταξη, η απαγόρευση του διαλόγου, της σύνθεσης ιδεών, της έκφρασης των βουλευτών στην Κοινοβουλευτική Ομάδα και στα άλλα όργανα του κόμματος, οδήγησε τη σημερινή ΝΔ στο να χαράσσεται η κεντρική πολιτική ολόκληρης της παράταξης αποκλειστικά από τον ίδιο κι από πέντε-δέκα φανατικούς υποτακτικούς με ακραίες και λαϊκιστικές ιδέες. Και πάντως χωρίς σύνθεση απόψεων και ελεύθερες δημοκρατικές διαδικασίες. Έτσι οδηγήθηκε η ΝΔ σε συνεχείς παλλινδρομήσεις, φτάνοντας στο σημερινό φιάσκο.
Εργαλείο για να φτάσουμε σ’ αυτές τις ακραίες πολιτικές συμπεριφορές που αλλοιώνουν τη φυσιογνωμία της παράταξης, υπήρξε το σιωπητήριο στους βουλευτές και τα στελέχη και η ποινικοποίηση κάθε έκφρασης ελεύθερης γνώμης.
Η κυβέρνηση Παπαδήμου θα πρέπει να έχει περαιτέρω χρόνο στη διάθεση της ή θεωρείτε ότι πρέπει άμεσα να οδηγηθούμε σε εκλογές για να υπάρξει και λαϊκή νομιμοποίηση;
Βεβαίως και πρέπει μια τέτοια κυβέρνηση Εθνικής Σωτηρίας, να έχει επαρκή χρόνο, ώστε να μπορέσει να επιτελέσει αποτελεσματικά το πολυσήμαντο και κρίσιμο για τη χώρα μας έργο της. Θεωρώ, επίσης, πως μια πολυκομματική κυβέρνηση συνεργασίας, σηματοδοτεί μια νέα εποχή για το πολιτικό μας σύστημα, καθώς διανοίγεται η πόρτα για έναν καινούργιο πολιτικό πολιτισμό.
Από την άλλη πλευρά, ο «αρχηγισμός» πνέει σήμερα τα λοίσθια. Τα κόμματα αρχίζουν να εισέρχονται στη λογική της μεταξύ τους συνεργασίας. Σ’ αυτό το νεοδιαμορφούμενο τοπίο, οι λογικές και οι πολιτικές, που αντιπροσωπεύει ο κ. Σαμαράς, δεν θα μπορούσαν, κατά τη γνώμη μου, να έχουν κάποια θέση.
Πρέπει, επίσης, όλοι μας να καταλάβουμε ότι η νέα αυτή Κυβέρνηση είναι μεν μεταβατική, αλλά όχι προεκλογική. Στην αντίθετη περίπτωση, η χώρα θα είχε εισέλθει ήδη σε μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο που θα έθετε σε κίνδυνο ολόκληρο το εγχείρημα διάσωσής της.
Αντίθετα, θα πρέπει να είναι μια κυβέρνηση η οποία, αφού ολοκληρώσει το δύσκολο έργο της, θα εγγυηθεί την ομαλή μετάβαση της χώρας προς τις εθνικές εκλογές.
Ελπίζω ότι τα δύο μεγάλα κόμματα δεν θα υπονομεύσουν αυτή τη κυβέρνηση Εθνικής συνεργασίας και θα την βοηθήσουν να ολοκληρώσει το έργο της
Σωτήρης Χατχηγάκης