Ράνια Τζιαμπίρη: Η γραφή είναι μαραθώνιος, όχι αγώνας ταχυτήτων-Συνέντευξη στην Ειρήνη Ντάλα

Η επιμελήτρια λογοτεχνικών έργων Ράνια Τζιαμπίρη είναι μια από τις γνωστότερες και πιο επιτυχημένες στον εκδοτικό κόσμο. Καταφέρνει έντεχνα να φέρει την ισορροπία ανάμεσα στο ταλέντο και την συγγραφική αρτιότητα, διατηρώντας την προσωπική ταυτότητα του συγγραφέα.

Είναι φιλόλογος με σπουδές στη Φιλοσοφία και Παιδαγωγική (Α.Π.Θ.) και εξειδίκευση στην Επιμέλεια και Διόρθωση Κειμένων (ΕΚΠΑ). Κατοικεί στην Αθήνα τα τελευταία εννέα χρόνια, αφιερώνοντας την πορεία της στην πολυδιάστατη υπηρεσία του βιβλίου και σε συνεργασίες με εκδοτικούς οίκους και συγγραφείς.

Με εικοσαετή παρουσία στον χώρο, έχει επιμεληθεί έργα λογοτεχνίας, παιδικής λογοτεχνίας, αυτοβελτίωσης, καθώς και ιστορικά και πανεπιστημιακά συγγράμματα, συνδυάζοντας φιλολογική ακρίβεια με σεβασμό στη φωνή του δημιουργού. Για την ίδια, η επιμέλεια είναι ταυτόχρονα επιστημονική διαδικασία και πράξη αγάπης προς τον λόγο με αλήθεια, συνέπεια και αυθεντικότητα, κάτι που όπως τονίζει στη συνέντευξη είναι χαρακτηριστικό του ανθρώπου και δεν μπορεί να αντικαταστήσει η τεχνητή νοημοσύνη.

 

Ε.Ν. : Επιμελήτρια εκδόσεων. Πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με την επιμέλεια κειμένων; Τι ακριβώς περιλαμβάνει το αντικείμενο της δουλειάς σας και πώς διαχωρίζεται από εκείνο του διορθωτή;

 

Ρ.Τ : Η ενασχόλησή μου με την επιμέλεια κειμένων είναι αποτέλεσμα μιας μακροχρόνιας πορείας στον χώρο του βιβλίου που αγγίζει τα είκοσι χρόνια. Η αγάπη μου για τη γλώσσα και τη λογοτεχνία με οδήγησε φυσικά στην επιμέλεια, έναν χώρο που απαιτεί ακρίβεια, αφοσίωση και δημιουργικότητα. Το αντικείμενό μου περιλαμβάνει όχι μόνο τη γλωσσική και συντακτική ορθότητα, αλλά και τη συνοχή, τη ροή και την αισθητική του λόγου. Ο διορθωτής περιορίζεται κυρίως στα ορθογραφικά και τυπογραφικά λάθη· η επιμέλεια, αντίθετα, είναι μια πιο σύνθετη διαδικασία που φροντίζει το ύφος και την πιστότητα στη φωνή του συγγραφέα.

 

Ε Ν. : Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση στην επιμέλεια ενός κειμένου και ποιο το συχνότερο πρόβλημα που έχετε να αντιμετωπίσετε;

 

Ρ.Τ. : Η μεγαλύτερη πρόκληση είναι να βρεις τη λεπτή ισορροπία ανάμεσα στην προσωπική ταυτότητα του συγγραφέα και στη γλωσσική αρτιότητα που απαιτείται για την έκδοση. Το συχνότερο πρόβλημα είναι η ασυνέπεια — είτε στη σύνταξη, είτε στη στίξη, είτε στη χρήση χρόνων και προσώπων. Αυτά χρειάζονται προσεκτική δουλειά ώστε να διορθωθούν χωρίς να αλλοιωθεί η αυθεντικότητα του κειμένου. Σήμερα, με την αυξανόμενη παρουσία της τεχνητής νοημοσύνης στη συγγραφή, γεννιέται μια νέα πρόκληση: Αν και μπορεί να μιμηθεί τη μορφή, συχνά σφάλει στην ουσία, αφήνοντας έναν λόγο ξύλινο και άψυχο.

 

Ε.Ν. : Μέσα από την πολυετή εμπειρία σας κρίνετε πως υπάρχουν όρια στην επιμελήτρια;

 

Ρ.Τ. : Φυσικά. Το μεγαλύτερο όριο είναι ο σεβασμός στο έργο του συγγραφέα. Ο ρόλος μου δεν είναι να ξαναγράψω το κείμενο ούτε να του δώσω τη δική μου φωνή, αλλά να ενισχύσω τη δική του. Αν ξεπεράσεις αυτό το όριο, παύεις να είσαι επιμελητής και γίνεσαι «συγγραφέας στη θέση του συγγραφέα». Αυτή η ισορροπία είναι θεμελιώδης και καθορίζει την ποιότητα της συνεργασίας.

 

Ε.Ν. : Μπορεί από την επιμέλεια να «σωθεί» ένα κακό έργο ή να αλλοιωθεί ένα καλό;

 

Ρ.Τ. : Η επιμέλεια δεν μπορεί να «σώσει» ένα έργο που στερείται βάσης, γιατί η λογοτεχνική αξία δεν δημιουργείται με τεχνικές διορθώσεις. Μπορεί όμως να αναδείξει μια ιστορία που είχε αδικηθεί από αδέξια γραφή. Από την άλλη, μια άτεχνη ή υπερβολική επιμέλεια μπορεί πράγματι να αλλοιώσει ένα καλό έργο. Γι’ αυτό απαιτείται μέτρο, ευαισθησία και ουσιαστικός διάλογος με τον συγγραφέα.

 

Ε.Ν. : Υπάρχει κάποιο από τα βιβλία που έχετε επιμεληθεί, που για κάποιον λόγο το αγαπάτε ιδιαίτερα;

 

Ρ.Τ. : Είναι δύσκολο να ξεχωρίσω, γιατί κάθε βιβλίο αφήνει το δικό του αποτύπωμα. Υπάρχουν όμως ορισμένα έργα που με συγκίνησαν περισσότερο, είτε λόγω θεματικής είτε γιατί ένιωσα πως συνδέθηκα βαθύτερα με τον συγγραφέα και τον κόσμο του. Αυτά τα βιβλία τα κουβαλάω πάντα μέσα μου, σαν προσωπικά ταξίδια.

 

Ε.Ν.: Θυμάστε κάποιο «μαργαριτάρι» που συναντήσατε, χωρίς να αναφερθούμε φυσικά σε ονόματα, που ακόμη σας κάνει να χαμογελάτε;

 

Ρ.Τ. : Στα πρώτα μου βήματα συνεργάστηκα με έναν συγγραφέα που είχε την τάση να εφευρίσκει δικές του λέξεις και να επιμένει με πάθος ότι είναι σωστές. Μάλιστα, υποστήριζε ότι του τις υπαγόρευε κάποιο «πνεύμα» την ώρα της γραφής. Εγώ, άπειρη τότε, προσπαθούσα διακριτικά να του εξηγήσω ότι η γλώσσα δεν εμπλουτίζεται έτσι… Ακόμα θυμάμαι την επιμονή του και τη δική μου αμηχανία.

 

Ε.Ν. : Σας έχει συμβεί ποτέ συγγραφέας να μην είναι δεκτικός στις παρατηρήσεις – προτάσεις σας, να νιώσει απειλή ή ότι χάνει την κυριαρχία της δουλειάς του εξαιτίας της δικής σας;

 

Ρ.Τ. : Ναι, έχει συμβεί, και προσωπικά το κατανοώ απόλυτα, γιατί το βιβλίο είναι το προσωπικό δημιούργημα του συγγραφέα και κάθε παρέμβαση μπορεί να τον κάνει να αισθανθεί ευάλωτος. Σε τέτοιες περιπτώσεις, με ηρεμία και διάλογο δείχνω ότι ο ρόλος μου είναι να προστατέψω και να ενισχύσω το έργο του, όχι να το περιορίσω. Όταν χτιστεί εμπιστοσύνη, η συνεργασία γίνεται δημιουργική. Άλλωστε, όλες οι διορθώσεις που προτείνω βασίζονται σε έγκριτη βιβλιογραφία και σταθερά επιστημονικά κριτήρια, ώστε να μην υπάρχει κανένας κίνδυνος αυθαιρεσίας.

Ε.Ν. : Ζούμε σε εποχές πολλαπλών ταχυτήτων, με πληθώρα συγγραφέων. Ποια χαρακτηριστικά πρέπει να έχει κάποιος, κατά τη γνώμη σας, για να ξεχωρίσει;

 

Ρ.Τ. :Μέσα στα είκοσι χρόνια που βρίσκομαι στον χώρο του βιβλίου έχω δει πολλούς συγγραφείς να κάνουν τα πρώτα τους βήματα και άλλους να εδραιώνονται. Εκείνοι που τελικά ξεχωρίζουν είναι όσοι έχουν αυθεντική φωνή και δεν προσπαθούν να μιμηθούν κανέναν. Χρειάζεται επίσης επιμονή και συνέπεια, γιατί η γραφή είναι μαραθώνιος, όχι αγώνας ταχύτητας. Και, πάνω απ’ όλα, αλήθεια· ο αναγνώστης διαισθάνεται πότε ένα κείμενο είναι βιωμένο και πότε «κατασκευασμένο». Αυτά τα τρία στοιχεία —αυθεντικότητα, συνέπεια και αλήθεια— είναι που, μέσα στην πληθώρα των εκδόσεων, κάνουν έναν συγγραφέα να αφήσει το δικό του αποτύπωμα.

 

Ε.Ν. : Με τι είδος γραφής καταπιάνονται ως επί το πλείστον οι σύγχρονοι Έλληνες συγγραφείς; Θα μπορούσατε να μας προτείνετε τρία βιβλία από το είδος που εσείς αγαπάτε και επιμεληθήκατε να μας συντροφεύσουν το φθινόπωρο;

 

Ρ.Τ. : Οι σύγχρονοι Έλληνες συγγραφείς στρέφονται κυρίως στην πεζογραφία, αντλώντας υλικό από τη μνήμη, την ιστορία και την καθημερινή ζωή. Παράλληλα, η παιδική λογοτεχνία και τα βιβλία αυτοβελτίωσης κερδίζουν όλο και περισσότερο έδαφος.

Αν και μου είναι δύσκολο να επιλέξω μόνο τρία, γιατί κάθε βιβλίο που επιμελούμαι έχει τη δική του θέση στην καρδιά μου, θα πρότεινα για το Καλοκαιρινό Κρασί (εκδ. Σύγχρονοι Ορίζοντες), τη Μεσότητα στην άκρη του κόσμου (εκδ. Ο Νόμος της Επιτυχίας) και τις Λευκές Μνήμες (εκδ. Φιλιππότης). Κάθε ένα από αυτά ανοίγει έναν διαφορετικό δρόμο στον αναγνώστη, άλλοτε της συγκίνησης, άλλοτε του στοχασμού κι άλλοτε της προσωπικής αναζήτησης.

 

Ε.Ν. : Ευχαριστώ θερμά, κ Τζιαμπίρη, για την υπέροχη κουβέντα μας! Εύχομαι να είστε πάντα καθοδηγητής και αρωγός γραπτών που εμπνέουν!

 

Ρ.Τ. : Εγώ σας ευχαριστώ πολύ για το βήμα και την ευκαιρία που μου δώσατε να μιλήσω για αυτό που αγαπώ περισσότερο: τα βιβλία.

 

Ειρήνη Ντάλα

Φιλόλογος     

Facebook: Eirini Ntala

Instagram: eirinintala