Το πρόσωπο της Παναγίας έχει ύψιστη σημασία για το σχέδιο της Θείας Οικονομίας. Η Παναγία δεν μπορεί να είναι μία οποιαδήποτε γυναίκα. Είναι μία γυναίκα που έλαβε την ευλογία από τον Θεό να γεννήσει τον Υιό Του. Κι αυτό από μόνο του είναι ύψιστο.
Στη ζωή της Εκκλησίας προηγείται το βίωμα του δόγματος. Σύμφωνα με την ακραιφνή διδασκαλία της Εκκλησίας, η χριστιανική κοινότητα πρώτα βιώνει τα μεγάλα γεγονότα της πίστεως και στη συνέχεια τα καταγράφει. Δεν υπήρχε η ανάγκη, μέχρι την εμφάνιση των πρώτων αιρέσεων, η ανάγκη να καταγράψει συστηματικά η Εκκλησία τη δογματική διδασκαλία. Αυτό σημειώθηκε μόλις εμφανίσθηκε η απειλή των αιρέσεων, ώστε να περιφρουρηθεί η αλήθεια του ορθοδόξου δόγματος. Για παράδειγμα, οι χριστιανοί μέσα στη ζωή της Εκκλησίας βιώνουν το γεγονός της θεομητρότητας της Παναγίας και στη συνέχεια έρχεται η Εκκλησία και αποτυπώνει αυτό το βίωμα, το οποίο είναι γνωστό ως δόγμα, ως ζωή.
Είναι αλήθεια πως τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, η Εκκλησία ήρθε αντιμέτωποι με τις αιρέσεις. Αυτό την ανάγκασε, για παράδειγμα, να περιφρουρήσει και να φυλάξει την ορθόδοξη διδασκαλία περί της Αγίας Τριάδος, του προσώπου του Χριστού, της Παναγίας. Η διαφύλαξη αυτή είναι άκρως σημαντική, καθώς μέσα από την διαφύλαξη της αλήθειας των πραγμάτων, περιφρουρείται και το μυστήριο της σωτηρίας. Για παράδειγμα, αν η Παναγία δεν γέννησε τον Υιό του Θεού, τότε γέννησε έναν άνθρωπο, όπως έλεγε ο Νεστόριος. Είναι όμως δυνατόν, σε μία τέτοια περίπτωση, να σωθεί το ανθρώπινο γένος από έναν άνθρωπο;
Η αλήθεια, λοιπόν, γύρω από το πρόσωπο της Παναγίας έγκειται σε κάτι πολύ ανώτερο. Ο Νεστόριος αρνούταν να δεχτεί πως μπορεί να γεννηθεί από μία άνθρωπο, μία γυναίκα, ο Υιός του Θεού. Έλεγε, χαρακτηριστικά, πως από άνθρωπο είναι αδύνατο να γεννηθεί ο Θεός. Εδώ, να σημειωθεί πως η φιλοσοφία διαδραμάτισε έναν διττό ρόλο στη σκέψη αυτή. Από τον Άρειο και τον Νεστόριο, για παράδειγμα, χρησιμοποιήθηκε όχι ‘’αλιευτικώς’’ (Γρηγόριος Θεολόγος), αλλά αμιγώς, με καθαρό τρόπο στην ανάπτυξη της θεολογικής θεώρησης των προσώπων. Ο Άρειος, για παράδειγμα, στηρίχτηκε στην αριστοτελική θεώρηση περί κατηγοριών και μέσα από μία επιπόλαια ταύτιση (γεννᾶσθαι=γίγνεσθαι) ταύτιζε τον Υιό με το κτίσμα, αφού ο Υιός γεννάται (άρα και γίνεται) εκ του Πατρός. Αυτή είναι μία επιπόλαια χρήση της φιλοσοφίας στην ανάπτυξη της θεολογικής σκέψης. Με άλλα λόγια, πρόκειται για μία παρείσφρηση του φιλοσοφικού στοχασμού στο μυστήριο, λειτουργώντας εις βάρος του δευτέρου.
Ο Νεστόριος έπραξε αναλόγως. Επηρεασμένος από την πλατωνική σκέψη, όπως τη συναντάμε στο Συμπόσιο (θεός δέ ἀνθρώπῳ οὐ μείγνυται), δηλαδή δεν έρχεται ο Θεός σε επαφή με τον άνθρωπο, κήρυττε πως δεν μπορεί να γεννηθεί ο Θεός από μία γυναίκα. Χρησιμοποιούσε, για την Παναγία, τους όρους ανθρωποτόκος, Χριστοτόκος κ.ά. Δεν έλεγε όμως ότι γέννησε τον Θεό. Αυτό ήταν αδύνατο για τον Νεστόριο. Και φυσικά, η μετεξέλιξη του πλατωνισμού, ο νεοπλατωνισμός με κύριο εκφραστή του τον Πλωτίνο, πρέσβευε κάτι αντίστοιχο. Αξίζει, όμως, να σημειωθεί, πως ιδιαίτερα οι Καππαδόκες Πατέρες της Εκκλησίας (Μ. Βασίλειος, Γρηγόριος Θεολόγος, Γρηγόριος Νύσσης) επηρεάστηκαν (φαίνεται στα έργα τους) από την πλατωνική και νεοπλατωνική σκέψη, χωρίς όμως αυτή να λειτουργήσει εις βάρος της θεολογικής σκέψης, η οποία αναφερόταν στο μυστήριο που συντελείται μέσα στο σχέδιο της Θείας Οικονομίας, ως αέναη αποκάλυψη του Θεού στον κόσμο και στην κτίση.
Σχετικά λοιπόν με το πρόσωπο της Παναγίας, μεγάλη υπήρξε η συμβολή του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρέα, ο οποίος έλαβε μέρος στην Γ’ Οικουμενική Σύνοδο (431) και κατοχύρωσε για την Παναγία τον όρο Θεοτόκος. Αυτή παραμένει η πίστη στο πρόσωπο της Παναγίας. Και το μεγαλύτερο θαύμα που συντελέσθηκε στο πρόσωπό της είναι η θεομητρότητα, το να είναι η Μητέρα του Θεού. Αυτό εξυψώνει το πρόσωπό της, χωρίς όμως να φτάνουμε στην ορθόδοξη ζωή και διδασκαλία στις ακρότητες και στις λανθασμένες δογματικές διατυπώσεις στις οποίες προχώρησε η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.
Εν κατακλείδι, το πρόσωπο της Θεοτόκου έχει σημασία να υπάρχει και να λειτουργεί στη ζωή των ανθρώπων ως το πρόσωπο της θεομητρότητας, εκείνης δηλαδή της γυναίκας που επέλεξε ο Θεός να γεννήσει τον Υιό Του. Αν δεν γέννησε τον Υιό Του, όπως υποστηρίζουν και σήμερα οι αιρετικοί, τότε κάθε δυνατότητα σωτηρίας παραμένει ανέφικτη. Η Θεοτόκος, διαφαίνεται πλέον ξεκάθαρα, πως αποτελεί το κατεξοχήν πρόσωπο που διαδραματίζει τον πλέον κατεξοχή ύψιστο ρόλο στη σωτηρία του ανθρώπου. Εξάλλου, πόσο όμορφος ακούγεται ο λόγος του Κυρίλλου Αλεξανδρείας, όταν στους Χαιρετισμούς του προς την Υπεραγία Θεοτόκο, σημειώνει πως μέσα από την Θεοτόκο αγιάζεται η Αγία Τριάδα, εννοώντας πως η ίδια η Θεοτόκος υπουργεί, υπηρετεί, διακονεί το μυστήριο της Αγίας Τριάδος, αφού κατέστη η χώρα του αχώρητου Θεού.
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (θεολόγος, βαλκανιολόγος)
Εφημέριος Διάβας Ι.Μ. Σταγών & Μετεώρων