Εισήγηση στο Διεθνές Συνέδριο «Προσβασιμότητα – Αναπηρία – Εκκλησία»
στην Θεολογική Σχολή Α.Π.Θ. (2 – 4 Νοεμβρίου 2023).
(1/3)
Πρεσβυτέρου Ηρακλή Φίλιου
Θεολόγου, Βαλκανιολόγου
Κληρικού της Ιεράς Μητροπόλεως Σταγών & Μετεώρων
Εν πρώτοις, αισθάνομαι την ανάγκη να ευχαριστήσω θερμά την Επιστημονική Επιτροπή του Συνεδρίου, τον π. Ιωάννη Χρυσαυγή, τον π. Αθανάσιο Γκίκα, καθώς και τα υπόλοιπα μέλη για την τιμητική αυτή πρόσκληση. Προσέρχομαι στο Συνέδριο αυτό από την Ιερά Μητρόπολη Σταγών και Μετεώρων, από τους επιβλητικούς βράχους των Αγίων Μετεώρων, και χαίρομαι που βρίσκομαι ξανά στην αγαπημένη μου Θεολογική Σχολή, της οποίας τυγχάνω απόφοιτος.
Ομολογουμένως, το παρόν Διεθνές Συνέδριο «Προσβασιμότητα – Αναπηρία – Εκκλησία», το οποίο τελεί υπό την αιγίδα του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, ασχολείται με ένα ιδιαίτερο ζήτημα, αυτό της αναπηρίας και της προσβασιμότητας.
Στα λίγα λεπτά που μου αναλογούν, επιτρέψετε μου να αναφερθώ σύντομα σε τρία σημεία που αφορούν το θέμα «Η θεολογική κατανόηση του ανθρωπίνου προσώπου». Τον όρο ‘’πρόσωπο’’, την καταξίωση του στην ορθόδοξη θεολογία και τα ΑμεΑ ως φίλους του Χριστού
Ο όρος «πρόσωπο».
Αναζητώντας την ετυμολογία του όρου ‘’πρόσωπο’’ θα διαπιστώσουμε πως πρόκειται για ένα σύνθετο όρο που σημαίνει «τό προς τον ὠπα ὄν»[1]. Ο όρος αυτός δεν προέρχεται από την πατερική γραμματεία. Είναι ένας όρος, τον οποίο οι Πατέρες[2] και συγκεκριμένα οι Καππαδόκες Πατέρες[3] δανείστηκαν από την αρχαιοελληνική φιλοσοφία[4] προκειμένου να αναφερθούν στον Πατέρα, στον Υιό και στο Άγιο Πνεύμα.. Κάτι τέτοιο όμως δεν ήταν εύκολο, αν λάβουμε υπόψη μας πως ο Σαβέλλιος χρησιμοποιούσε τον όρο πρόσωπο με την αρχαία ελληνική έννοια του προσωπείου[5]. Αναντίρρητα, η χρήση του όρου ‘’πρόσωπο’’ αποτελεί πραγματική επανάσταση στα θεολογικά γράμματα και πράγματα. Μάλιστα, κατά τον π. Γεώργιο Φλορόφσκυ «η έννοια του προσώπου καθ’ εαυτή υπήρξε πιθανώς η μεγαλύτερη χριστιανική συμβολή στη φιλοσοφία»[6]. Έννοια, η οποία βέβαια αποτέλεσε για τη θεολογική σκέψη σημείο αιρετικών αποκλίσεων[7].
Να σημειωθεί πως σε μία γενικότερη αντίληψη και στάση οι Πατέρες της Εκκλησίας δεν φοβήθηκαν καθόλου τις λέξεις, που προέρχονταν από την αρχαιοελληνική φιλοσοφία και τις οποίες χρησιμοποίησαν στα κείμενά τους. Εξάλλου, η αλήθεια δεν βρίσκεται στις λέξεις, αλλά στα πράγματα[8]. Η φιλοσοφία δεν αποτελούσε απαγορευμένο καρπό για τη θεολογία της Εκκλησίας.
Ο όρος ‘’πρόσωπο’’ προέρχεται από την αρχαία ελληνική τραγωδία[9] και συνδέεται με τον όρο προσωπείο[10]. Ο Τερτυλλιανός[11] στην Δύση ήδη χρησιμοποιεί τον όρο στην τριαδολογία. Υπήρξε ανάγκη στους Πατέρες να εκφραστεί η πίστη στον Τριαδικό Θεό. Επίσης, έπρεπε να αντιμετωπιστούν οι αιρέσεις των πρώτων χριστιανικών χρόνων[12]. Γι’ αυτό και οι Πατέρες άντλησαν από την αρχαιοελληνική φιλοσοφία όρους όπως πρόσωπο, υπόσταση, φύση, ουσία, ενέργεια[13] για να εκφράσουν στη δογματική διδασκαλία την πίστη της Εκκλησίας. Έτσι, αναφέρονται στα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος.
Αυτή η καινοτομία ήταν ένα πραγματικά μεγάλο τόλμημα[14] για την εποχή των Πατέρων, δεδομένου του πολιτιστικού περιβάλλοντος τους. Όμως, δεν έγινε σε σύντομο χρόνο, καθότι έπρεπε να αντιμετωπιστεί η καχυποψία ως προς το περιεχόμενο λέξεων από τη θύραθεν παιδεία[15]. Έτσι, χρειάστηκε να δοθεί προσοχή από τους Πατέρες στην μεταποίηση των όρων, ώστε να αποφευχθεί οποιαδήποτε αιρετική απόκλιση μιας και οι όροι όπως ο όρος ‘’πρόσωπο’’ είχε χρησιμοποιηθεί με την έννοια του προσωπείου[16]. Τέλος, να σημειωθεί πως επανάσταση αποτελεί και η ταύτιση των όρων υπόσταση και πρόσωπο από τους Πατέρες και ιδιαίτερα από τον Μ. Βασίλειο[17].
(συνεχίζεται)
Υποσημειώσεις:
[1] Μέγα ετυμολογικόν Λεξικόν, Τόμος Δ’, Αθήνα 2004, σ. 194. Στις ανθρωπιστικές επιστήμες με τον όρο πρόσωπο δηλώνεται ο άνθρωπος, πρβλ. Θεοδόσης Πελεγρίνη, Λεξικό της Φιλοσοφίας, Αθήνα 2004, σ. 501, αλλά και ως ον με νοημοσύνη και αυτοσυνειδησία που μπορεί να καθορίζει τον εαυτό του ως ον σε σχέση, πρβλ. Λεξικό Τριανταφυλλίδη, πρβλ. Αριστοτέλους, Περί ζώων ιστ. 1,8, σ. 491b, 9, πρβλ. Δ. Δημητράκου, Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης, Τόμος Θ’, σ. 8056.
[2] Για την εισαγωγή του όρου πρόσωπο στην πατερική γραμματεία βλ. Χρήστου Γιανναρά, Το πρόσωπο και ο έρως, Τέταρτη έκδοση, Εκδόσεις Δομός, σσ. 31-32.
[3] Ιδιαίτερα οι Καππαδόκες Πατέρες (Μ. Βασίλειος, Γρηγόριος Θεολόγος, Γρηγόριος Νύσσης) ανέπτυξαν την τριαδολογία στα κείμενά τους, στα οποία κάνουν ευρεία χρήση του όρου πρόσωπο για να καθορίσουν τις σχέσεις των τριών προσώπων της Αγίας Τριάδος.
[4] Βλ. σχετικά Ιω. Δ. Ζηζιούλα, Ἀπό τό προσωπείον εἰς τό πρόσωπον. Ἡ συμβολή της πατερικῆς θεολογίας εἰς τήν ἔννοιαν τοῦ προσῶπου, Χαριστήρια εἰς τήν μνήμη τοῦ Μητροπολίτου Χαλκηδόνος Μελίτωνος, Πατριαρχικόν Ἵδρυμα Πατερικῶν Μελετῶν, Θεσσαλονίκη, 1977.
[5] Βλ. Μ. Βασιλείου, Επιστολή 236, Ἀμφιλοχίῳ Ἐπισκόπῳ Ἰκονίου, PG 32, 885A. Πρβλ. A. HARNACK, Dogmengeschichte, I. 18942, σ. 764.
[6] π. Γεωργίου Φλορόφσκυ, Θέματα Ορθοδόξου Θεολογίας, εκδ. Άρτος Ζωής, Αθήνα 1989, σ. 154.
[7] Βλ. Chitescu N., The Christology of St. John of Damascus, περιοδικό Εκκλησιαστικός Φάρος, τεύχος ΝΗ’, 1976, σσ. 302-356, μτφ. στα αγγλικά Fr. Alexandru Stan.
[8] Γρηγορίου Παλαμά, Τῷ πάντα καλῷ καγαθώ καί σοφῷ νομοφύλακι Συμεών, Συγγράμματα, τόμος Β΄, επιμέλεια – εισαγωγή Παναγιώτης Χρήστου, κείμενο Νίκος Ματσούκας, εκδ. Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 1994, σ. 395-396.
[9] Βλ. Ιω. Δ. Ζηζιούλα, Ἀπό τό προσωπείον εἰς τό πρόσωπον. Ἡ συμβολή της πατερικῆς θεολογίας εἰς τήν ἔννοιαν τοῦ προσῶπου, Χαριστήρια εἰς τήν μνήμη τοῦ Μητροπολίτου Χαλκηδόνος Μελίτωνος, Πατριαρχικόν Ἵδρυμα Πατερικῶν Μελετῶν, Θεσσαλονίκη, 1977, σσ. 290-291.
[10] Στον Αριστοτέλη συναντούμε τη φράση τραγικά πρόσωπα. Πρβλ. Αριστοτέλους, Περί ζώων ιστ. 31,7, σ. 958, α,17.
[11] Τερτυλλιανού, Adversus Praxeam, 11-12, PL 2, 167cd.
[12] Βλ. Χρήστου Γιανναρά, Το πρόσωπο και ο έρως, Τέταρτη έκδοση, Εκδόσεις Δομός, σ. 31.
[13] Για τη χρήση των όρων στην πατερική γραμματεία βλ. Prestige G.L., God in Patristic thought, London, εκδόσεις S.P.C.K., 1964, σσ. 157 – 196.
[14] Ζηζιούλα Ιωάννη, Τί ελπίζει η εκκλησία από τη θεολογία;, Περιοδικό Εκκλησιαστικός Κήρυκας, τόμος Ζ’, Λάρνακα 1995, σσ. 173-174: ‘’…γιατί εγώ σήμερα να μη χρησιμοποιήσω μια καινούργια λέξη; Γιατί πρέπει σώνει και καλά τη λέξη αυτή να τη βρω στους Πατέρες;’’.
[15] Για παράδειγμα, είναι γνωστό πως οι Καππαδόκες Πατέρες ταύτισαν τους όρους υπόσταση και πρόσωπο. Ο όρος υπόσταση όμως είναι συνώνυμος με τον όρο ουσία στον Μ. Αθανάσιο. Βλ. Μ. Αθανασίου, PG 26, 1036 B: «Ἡ γάρ ὑπόστασις καί οὐσία ἐστί καί οὐδέν ἄλλο σημαινόμενον ἔχει ἤ αὐτό τό ὄν». Πρβλ. Βασιλ. Στεφανίδου, Εκκλησιαστική Ιστορία, Γ’ Έκδ., Αθήνα, Εκδ. Αστήρ – Παπαδημητρίου, 1970, σ. 193.
[16] Ό.π. A. HARNACK, Dogmengeschichte, I. 18942, σ. 764.
[17] Βλ. J.S. Martins, The teaching of the 2nd Ecumenical Council in the Holy Spirit in historical and ecumenical perspective, Rome, Libreria Editrice Vaticana, 1983, σ. 38, σημείωση 18, πρβλ. Γρηγορίου Νύσσης ΕΠΕ 1, σ. 149.