Εισαγωγικά.
Ένα από τα μεγαλύτερα εκκλησιαστικά γεγονότα που σημάδεψαν, μέχρι στιγμής, τον 21ο αιώνα είναι αυτό της σύγκλησης της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, που πραγματοποιήθηκε στην Κρήτη στις 18-27 Ιουνίου του 2016 και αφορούσε την συνάντηση των ορθόδοξων Εκκλησιών προκειμένου να συζητήσουν και να αντιμετωπίσουν από κοινού ζητήματα που άπτονται των άμεσων ενδιαφερόντων τους.
Αναντίρρητα, το γεγονός αυτό είναι ένα ιστορικό γεγονός [1] μεγάλης σπουδαιότητας για τα εκκλησιαστικά πράγματα, τόσο του ορθόδοξου όσο και του χριστιανικού κόσμου. Μία απαίτηση των καιρών με σκοπό την επικοινωνία των Ορθοδόξων Εκκλησιών που είχαν απομονωθεί εξαιτίας ποικίλλων κοινωνικοπολιτικών καταστάσεων [2] και ιδιαιτέρως λόγω του ζητήματος του εθνοφυλετισμού [3], το οποίο αρκετά ταλάνισε και εξακολουθεί να υποσκάπτει την ενότητα και την κοινή μαρτυρία των ορθοδόξων Εκκλησιών [4]. Ο εθνοφυλετισμός, ο οποίος προκάλεσε τρία σχίσματα (ελλαδικό, βουλγαρικό, βουλγαρικό, αντιοχειανό), καταδικάστηκε από την Μεγάλη Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης (1872) ως μία πολύ επικίνδυνη εκκλησιαστικά αίρεση [5].
Βέβαια, για να συγκληθεί η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος, πέρασαν πολλά χρόνια διεργασιών και η μακρά περίοδος προετοιμασίας [6] οδήγησε στο τελικό αποτέλεσμα. Χρόνια επίπονων προσπαθειών και μεγάλων δυσκολιών, οι οποίες με την χάρη του Θεού ξεπεράστηκαν και έτσι φτάσαμε στην σύγκληση της πολυαναμενόμενης Συνόδου, η οποία άφησε το δικό της αποτύπωμα στον ορθόδοξο και χριστιανικό κόσμο. Για περισσότερο από πενήντα χρόνια (1961-2016), σημειώθηκε ένα πραγματικά σημαντικό έργο, το οποίο δεν σχετιζόταν μόνο με την προετοιμασία των θεμάτων που απασχόλησαν και συζητήθηκαν στη Σύνοδο, αλλά και με την ενίσχυση της συνοδικής αυτοσυνειδησίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας [7].
Ομολογουμένως, ήδη από το 1902 [8], κατά την πορεία των εργασιών όλων των θεσμικών οργάνων, μέχρι και το 2016, δεν ήταν καθόλου εύκολο το εγχείρημα αυτό. Τα τελευταία χρόνια καθοριστικό ρόλο στην πορεία των πραγμάτων επιτέλεσε το Οικουμενικό Πατριαρχείο [9] και συγκεκριμένα η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, ο οποίος με διεισδυτική ματιά, οξύ νου, σύγχρονη αντίληψη των εκκλησιαστικών πραγμάτων και των προβλημάτων τους, καθώς και με ανύσταχτο ενδιαφέρον και επιμονή επιδόθηκε σε μία επίπονη εργασία έτσι ώστε να πραγματοποιηθεί το αυτονόητο· συναντηθούν οι ορθόδοξες Εκκλησίες και να συζητήσουν για θέματα που τις απασχολούν. Ο ρόλος του στην προετοιμασία της Συνόδου, στην επιτάχυνση της διαδικασίας και στη σύγκληση της Συνόδου υπήρξε αποφασιστικός και πράγματι επαινέθηκε για όλες τις προσπάθειες του από ακαδημαϊκούς και Ιεράρχες, ορθόδοξους και μη ορθόδοξους [10].
(συνεχίζεται)
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (θεολόγος, βαλκανιολόγος)
Εφημέριος Διάβας Ι.Μ. Σταγών & Μετεώρων
Υποσημειώσεις:
[1] Μητροπολίτου Μεσσηνίας Χρυσόστομου Σαββάτου, Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἔκφρασις τῆς συνοδικής αὐτοσυνειδησίας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, Αθήνα 2017, σ. 58.
[2] Μητροπολίτου Μεσσηνίας Χρυσόστομου Σαββάτου, Σημαινόμενα για την Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, Αθήνα 2017, σ. 9.
[3] Βλ. Στυλιανού Δ. Χαραλαμπίδη, Η ορθόδοξη Διασπορά, Ostracon Publishing, Θεσσαλονίκη 2021, σσ. 7-13.
[4] ‘’…η ολοένα και περαιτέρω παρατηρούμενη έλλειψη γνήσιου οικουμενικού πνεύματος, εισάγει μεταπρατικά και με αρκετή ιστορική καθυστέρηση ένα ομολογιακό και τοπικιστικό πνεύμα, ευνοεί την εμφάνιση φονταμενταλιστικών τάσεων και αναπτύσσει φοβικά εθνικιστικά και αντιδυτικά σύνδρομα’’. Βλ. σχετικά Σταύρου Γιαγκάζογλου, Ενότητα μέσα στην ποικιλία. Η συνοδικότητα ως τρόπος ζωής και έκφρασης της Εκκλησίας. Θεολογία, Τριμηνιαία έκδοση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, Τόμος 86, 2015, Τεύχος 4, σ. 3.
[5] Βλ. σχετικά Βλασίου Ιω. Φειδά, Εκκλησιολογία μεταξύ Χριστολογίας και Πνευματολογίας υπό το φως της πατερικής παραδόσεως, Αθήνα 2018, σ. 497.
[6] ‘’Η μακρά περίοδος που σημειώθηκε κατά τις διεργασίας συγκλίσεως της Αγίας και Μεγάλη Συνόδου ωφείλεται στην εφαρμογή της αρχής της ομοφωνίας, η οποία εφαρμόστηκε σε θέματα που δεν συνδέονταν με την προετοιμασία της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, ενώ την ίδια στιγμή σε θέματα που δεν αφορούσαν την πίστη τα εκκλησιαστικά όργανα λειτουργούσαν από την περίοδο της Αρχαίας Εκκλησίας με βάση την αρχή της αυξημένης ή της απλής πλειοψηφίας..‘’. Βλ. σχετικά Βλασίου Ιω. Φειδά, Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος. Από την άκριτη αμφισβήτηση στην ομόφωνη αποδοχή. Αθήνα 2017, σσ. 7-8. Επίσης, η μακρά περίοδος προετοιμασίας της Συνόδου προκάλεσε σε μερικούς ανθρώπους απογοήτευση και σκεπτικισμό, ενώ σε άλλους καλλιέργησε μεγάλες και μη ρεαλιστικές προσδοκίες μιας εις βάθος εκκλησιαστικής και θεολογικής ανανέωσης’’. Βλ. σχετικά Pantelis Kalaitzidis, The Holy and Great Council of the Orthodox Church between synodal inertia and great expectations, Peeters Publishers Leuven 2020, p. 95.
[7] Ό.π. pp. 92-93.
[8] Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος εξηγεί πως το Οικουμενικό Πατριαρχείο οδηγήθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα στην ανάληψη νέων πρωτοβουλιών για την τόνωση των διορθόδοξων σχέσεων και την αντιμετώπιση του εθνοφυλετισμού, εξ’ αιτίας των εθνικιστικών παροξυσμών, των εθνοφυλετικών επιδιώξεων και της απομονωτικής εσωστρέφειας των κρατικών ιδεολογιών. Βλ. σχετικά Μητροπολίτου Μεσσηνίας Χρυσόστομου Σαββάτου, Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἔκφρασις τῆς συνοδικής αὐτοσυνειδησίας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, Αθήνα 2017, σ. 20.
[9] ‘’Συνεπώς, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ως διαχρονικός εγγυητής της αυθεντικής συνέχειας της καθιερωμένης στη μακραίωνη εκκλησιαστική πράξη κανονικής παραδόσεως τόσο για τις διορθόδοξες, όσο και για τις διεκκλησιαστικές σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας…’’. Βλ. σχετικά Βλασίου Ιω. Φειδά, Εκκλησιολογία μεταξύ Χριστολογίας και Πνευματολογίας υπό το φως της πατερικής παραδόσεως, Αθήνα 2018, σ. 501.
[10] Ό.π. σ. 81.