Για να καταλάβει κανείς πώς κινείται ένα κόμμα, ποιες είναι οι αντιλήψεις που συγκρούονται στο εσωτερικό του, ποιες συμμαχίες διαμορφώνονται, ποιες είναι οι επιθυμίες των μελών του, πώς αντιλαμβάνονται οι οπαδοί του το ρόλο του, καλό θα είναι να μην περιορίζεται στις επίσημες ανακοινώσεις και στις παρεμβάσεις των ηγετικών παραγόντων του, ούτε βεβαίως στους ισχυρισμούς που διακινούνται από τα επιτελεία.
Κι αυτό, γιατί ο δημόσιος λόγος των ηγεσιών περιλαμβάνει μπόλικες δόσεις συμβατικής σκέψης, κομματικής ορθοφροσύνης, εξιδανικεύσεις, εξωραϊσμούς και συχνά αποσιωπά τις δυσάρεστες πλευρές της λειτουργίας των κομμάτων. Οφείλει, λοιπόν, ένας παρατηρητής να προσπαθήσει να διαβάσει κάτω από τις γραμμές των δηλώσεων, να αποκωδικοποιήσει συμπεριφορές και στάσεις και, κυρίως, να πιάσει τον παλμό των στελεχών και των μελών. Το σύντομο αυτό προλογικό σχόλιο ήταν αναγκαίο προκειμένου να επιχειρηθεί μια πρώτη απάντηση στο ερώτημα που διατυπώνεται από κόμματα και δημοσιολόγους για το αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι έτοιμος να κυβερνήσει.
Το ερώτημα έχει δύο σκέλη: το πρώτο έχει να κάνει με το αν η ηγεσία του και το στελεχικό δυναμικό του θεωρούν ότι είναι έτοιμο, πράγματι, το κόμμα. Το δεύτερο έχει να κάνει με το αν, ανεξάρτητα με το τι διατυμπανίζουν οι επικεφαλής του, είναι όντως έτοιμο. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ υπογραμμίζει ότι είναι έτοιμη να αναλάβει την ευθύνη διακυβέρνησης. Το λέει φωναχτά, το δείχνει με κάθε τρόπο. Για παράδειγμα:
-Η ομιλία Τσίπρα στη συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν μια ομιλία που απευθυνόταν στο κομματικό ακροατήριο, αλλά στην ελληνική κοινωνία.
-Οι συναντήσεις του με τους πρεσβευτές των χωρών μελών της Ευρωζώνης ήταν μια επιλογή που είχε δύο αποδέκτες: τις κυβερνήσεις των ευρωπαϊκών χωρών και τους Έλληνες ψηφοφόρους.
-Οι οργανωμένες επισκέψεις, πριν και μετά τις εκλογές, στα υπουργεία Δημόσιας Τάξης και Άμυνας έγιναν για να σταλεί το μήνυμα στο εκλογικό σώμα, και ειδικότερα σε κείνο το κομμάτι του που φοβάται τις πολιτικές αλλαγές, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ένας επικίνδυνος και τυχοδιωκτικός σχηματισμός, όπως επιμένουν να τον παρουσιάζουν η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ.
-Οι επαφές στην Ευρώπη με εκπροσώπους δεξαμενών σκέψης που επηρεάζουν κυβερνήσεις, έχουν ως στόχο να διασκεδάσουν την εντύπωση, που είχε καλλιεργηθεί το προηγούμενο διάστημα από ξένα Μέσα Ενημέρωσης, ότι οι θέσεις και η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ, δεν συνάδουν με την ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική.
-Η ρητορική Τσίπρα, των συνεργατών του, καθώς και των στελεχών του που ξέρουν από οικονομία και έχουν εμπειρία [Δραγασάκης, Σταθάκης] κρατά αποστάσεις [χωρίς, πάντως, να την αποδοκιμάζει] από την παλιά τακτική του κόμματος που έδινε περισσότερο σημασία στον ακτιβισμό και τις κινηματικές πρακτικές.
– Η αίσθηση που αποκόμιζε κάποιος , παρακολουθώντας, έστω υποτυπωδώς, τις εργασίες της Συνδιάσκεψης, ήταν ότι οι περισσότεροι σύνεδροι έχουν συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι το κόμμα τους θα έχει την ευκαιρία να κυβερνήσει και, συνεπώς, πρέπει να ανταποκριθεί σ’ αυτήν την πρόκληση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πια ένα μεγάλο κόμμα. Φαίνεται από τις δημοσκοπήσεις. Φαίνεται, επίσης, από το πώς τον αντιμετωπίζουν οι αντίπαλοί του. Κατακτά τα καλά ενός μεγάλου κόμματος[αυτοπεποίθηση, πολιτική ευρυχωρία , ποικιλία ιδεών, αίσθηση των κινδύνων, ρεαλισμό].Αποκτά, όμως, και τα κουσούρια του μεγάλου κόμματος [ερωτοτροπεί με την υποσχεσιολογία, υποβαθμίζει χάριν της αποτελεσματικότητας και της γρήγορης προσαρμογής στις απαιτήσεις της συγκυρίας την εσωτερική δημοκρατία, υποκύπτει στους καταναγκασμούς των ισορροπιών και της γραφειοκρατικής διευθέτησης των συσχετισμών].
Ο Αλέξης Τσίπρας είπε ότι « είμαστε σαν έτοιμοι από καιρό, μπορούμε να σταματήσουμε την καταστροφή, θέλουμε την εξουσία για τον λαό». Εξαιρετικά φιλόδοξος, όσο και δύσκολος στόχος, με δεδομένη τη δυσπιστία του κόσμου απέναντι στην πολιτική και τους πολιτικούς.
Tάσος Παππάς
aixmi.gr
.