Η κλεπτομανία είναι μία διαταραχή στην οποία το άτομο αποτυγχάνει να αντισταθεί στην παρόρμησή του να κλέψει αντικείμενα, παρότι δεν τα χρειάζεται διότι του είναι άχρηστα και περιττά.
Στο άτομο αυτό κυριαρχεί εν μέρει μία άρρητη επιταγή που του λέει «πάρε ό,τι μπορείς κρυφά», «γέμισε το κενό γρήγορα».
Το άτομο συνήθως νιώθει αυξημένη ένταση πριν κλέψει, ενώ στη διάρκεια της κλοπής η ένταση γίνεται ικανοποίηση, ευχαρίστηση, ευφορία και ανακούφιση. Τα συναισθήματα αυτά προκύπτουν σε μεγάλο βαθμό όχι από την κατάκτηση του αντικειμένου όσο από την πράξη της κλεψιάς καθαυτής.
Ομως η στιγμιαία πληρότητα που νιώθει το άτομο αποκτώντας το αντικείμενο του πόθου του, τείνει στην πορεία να μεταμορφώνεται σε ενοχές, θλίψη και μακροπρόθεσμο ψυχικό κενό, το οποίο μοιάζει να μη γεμίζει όσα αντικείμενα και αν κλέψει. Ετσι, όσο πιο πολύ κλέβει τόσο θέλει κι άλλο.
Η κλεπτομανία δεν είναι ένα «προμελετημένο έγκλημα» για την απόκτηση κάποιου αντικειμένου, αλλά μία αληθινή ψυχική διαταραχή που εντάσσεται στις διαταραχές ελέγχου των παρορμήσεων, στις οποίες το άτομο δεν μπορεί να αντισταθεί σε μία πηγαία παρόρμηση και μία πρόκληση να κάνει πράξεις καταστροφικές για τον εαυτό του και για τους άλλους.
Η κλεπτομανία είναι μια σπάνια διαταραχή και εμφανίζεται στο 5% των ατόμων που συλλαμβάνονται για μικροκλοπές, συχνότερα στις γυναίκες.
Σύγχρονα κλινικά δεδομένα υποστηρίζουν την ψυχιατρική συνάφεια της κλεπτομανίας με την ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, με κοινό παρονομαστή το βίωμα της παρόρμησης ως μία ξένη και ανεπιθύμητη εισβολή στο μυαλό του ατόμου. Οι σημαντικές απώλειες στη ζωή ενός ατόμου μπορεί να πυροδοτήσουν την κλεπτομανιακή συμπεριφορά, η οποία ακολουθεί μία χρόνια και εμμένουσα συμπεριφορά, παρότι το άτομο μπορεί να έχει συλληφθεί επανειλημμένως για κλοπές.
Η παθολογία αυτή θυμίζει τις κοινές εξαρτήσεις (ναρκωτικά, αλκοόλ, τζόγος) και η ψυχοθεραπευτική παρέμβαση κρίνεται απαραίτητη για την αντιμετώπισή της.
Πηγή : ΤΑ ΝΕΑ