Η συστηματική κατανάλωση προϊόντων πατάτας μπορεί να συμβάλλει στην αύξηση της αρτηριακής πίεσης, αναφέρουν ερευνητές από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ.
Αναλύοντας στοιχεία από σχεδόν 187.000 άνδρες και γυναίκες, οι ερευνητές διαπίστωσαν πως όσοι εθελοντές έτρωγαν πατάτες μέρα παρά μέρα, διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο να πάσχουν από υπέρταση.
Αυτό ίσχυε ανεξάρτητα από το αν έτρωγαν τις πατάτες βραστές, ψητές, τηγανητές ή σε μορφή πουρέ.
Οι ερευνητές εικάζουν ότι το πρόβλημα είναι το άμυλο της πατάτας που τους προσδίδει υψηλό γλυκαιμικό δείκτη.
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι σύντομα μετά την κατανάλωσή τους, οι πατάτες αυξάνουν απότομα τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα. Η υπεργλυκαιμία αυτή σχετίζεται με ορισμένες χημικές μεταβολές που προκαλούν οξειδωτικό στρες και φλεγμονή – δύο φαινόμενα τα οποία παίζουν ρόλο στην ανάπτυξη υπέρτασης, λένε οι ερευνητές.
Επιπλέον, οι πολλές πατάτες σχετίζονται με αύξηση του σωματικού βάρους – και τα περιττά κιλά είναι σημαντικός παράγοντας κινδύνου για υπέρταση.
Η νέα ανάλυση, που δημοσιεύθηκε στην «Βρετανική Ιατρική Επιθεώρηση» (BMJ), έδειξε ακόμα οι γυναίκες έχουν λίγο περισσότερες πιθανότητες από τους άνδρες να εκδηλώσουν υπέρταση από τις πολλές πατάτες.
Στην πραγματικότητα, οι άνδρες που κατανάλωναν τέσσερις ή περισσότερες μερίδες πατάτες την εβδομάδα είχαν 11% περισσότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν υπέρταση σε σύγκριση με όσους έτρωγαν πατάτες σπανιότερα από μία φορά το μήνα.
Το αντίστοιχο ποσοστό για τις γυναίκες που έτρωγαν τέσσερις ή περισσότερες μερίδες πατάτες την εβδομάδα ήταν 17%.
Αντιθέτως, η αντικατάσταση μίας μερίδας πατάτες την ημέρα με μία μερίδα μη-αμυλούχων λαχανικών, συσχετίσθηκε με μείωση κατά 7% του κινδύνου αναπτύξεως υπέρτασης.
Οι ερευνητές με επικεφαλής τον δρα Τζων Φόρμαν, επίκουρο καθηγητή στο Τμήμα Διατροφής & Επιδημιολογίας του Χάρβαρντ, εκτιμούν ότι τα νέα ευρήματα σε συνδυασμό με άλλα, προγενέστερα υποδηλώνουν ότι ίσως πρέπει να επανεξεταστεί η ένταξη της πατάτας στα λαχανικά από τις Αρχές που συντάσσουν τις κατεθυντήριες οδηγίες διατροφής.
Και αυτό, διότι «οι αρνητικές επιδράσεις τους συνάδουν με εκείνες της αυξημένης πρόσληψης υδατανθράκων», λένε.
Πηγή : Web Only