Αν δεν γίνει κάτι, υπολογίζεται ότι η πλαστική ρύπανση θα τριπλασιασθεί μέχρι το 2060, σύμφωνα με τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, Αλλά, πώς φθάσαμε εδώ; Και ποιες είναι οι συνέπειες για το περιβάλλον και το κλίμα;
Από το 1950, η παγκόσμια παραγωγή πολυμερών συνθετικών, με βάση το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, πολλαπλασιάσθηκε επί 230, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Διπλασιάσθηκε ανάμεσα στο 2000 και το 2019 στους 460 εκατομμύρια τόνους (Mt). Ο ρυθμός της αύξησης είναι ταχύτερος σε σχέση με άλλες βασικές πρώτες ύλες όπως ο χάλυβας, το αλουμίνιο και το τσιμέντο.
Αν δεν γίνει κάτι, μέχρι το 2060 η συνολική παραγωγή θα έχει πολλαπλασιασθεί επί 3 για να φθάσει το 1,2 δισεκατομμύριο τόνους.
Η αύξηση της παραγωγής εντοπίζεται στις ΗΠΑ, την Μέση Ανατολή και την Κίνα.
Η Ευρώπη έχει παραγάγει 55 Mt το 2020, μία μείωση 5% σε σχέση με το 2019.
Η πανδημία και οι κρίσεις που ακολούθησαν είχαν δύο κύριες και αντίθετες επιπτώσεις στην κατανάλωση: από την μία πλευρά, την εκτόξευση της χρήσης του μιας χρήσεως πλαστικού στην υγεία, την διατροφή και το online εμπόριο· από την άλλη πλευρά, την πτώση από το 2020 της κατανάλωσης στους τομείς που έχουν σχέση με την καθίζηση της παγκόσμιας οικονομίας και τον πληθωρισμό, όπως το χονδρεμπόριο, η αυτοκινητοβιομηχανία και οι κατασκευές.
Η παραγωγή πλαστικών αποβλήτων έχει υπερδιπλασιασθεί σε 20 χρόνια, από 156 Mt το 2000 στα 353 Mt το 2019. Υπολογίζεται ότι θα τριπλασιασθεί στο 1,014 δισεκατομμύριο τόνους μέχρι το 2060, σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΟΟΣΑ.
Περισσότερα από τα δύο τρία είναι υλικά με διάρκεια ζωής μικρότερη των πέντε ετών: συσκευασίες, προϊόντα κατανάλωσης, υφάσματα.
Το 2019, 22 εκατομμύρια τόνοι πλαστικού απορρίφθηκαν στο περιβάλλον, εκ των οποίων 6 Mt στο υδάτινο περιβάλλον, σε ποτάμια, λίμνες και ωκεανούς, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Το πλαστικό αντιπροσωπεύει «τουλάχιστον το 85% του συνόλου των απορριμμάτων στο υδάτινο περιβάλλον, σύμφωνα με τα Ηνωμένα Εθνη.
Η πλειονότητα των 22 Mt (82%) οφείλεται στην κακή διαχείριση των απορριμμάτων. Το υπόλοιπο οφείλεται στην φθορά και στην διασπορά μικροπλαστικών (12%), στα αδέσποτα απορρίμματα (5%) και στις θαλάσσιες δραστηριότητες.
Μέχρι το 2060, ο ΟΟΣΑ προβλέπει ότι ο όγκος των αποβλήτων στο περιβάλλον θα διπλασιασθεί στους 44 Mt, στην πλειονότητά τους μακροπλαστικά (87%). Ομως το μερίδιο των μικροπλαστικών αναμένεται να υπερδιπλασιασθεί σε απόλυτο βάρος και θα αντιπροσωπεύει το 13% των πλαστικών αποβλήτων στο περιβάλλον μέχρι το 2060.
Οι ποταμοί είναι ο βασικός δίαυλος μεταφοράς των πλαστικών στον ωκεανό. Η διαδικασία χρειάζεται χρόνια ή και δεκαετίες. Μέχρι σήμερα, περί τα 139 Mt πλαστικών αποβλήτων έχουν συγκεντρωθεί στο υδάτινο περιβάλλον του πλανήτη, το 1,7 Mt εξ αυτών πλέει στους ωκεανούς.
Επί του συνόλου, μόνο το 9% των πλαστικών αποβλήτων ανακυκλώνεται σε παγκόσμιο επίπεδο, το 19% αποτεφρώνεται και περί το 50% καταλήγει σε ελεγχόμενες χωματερές. Το 22% που μένει εγκαταλείπεται σε μη ελεγχόμενες χωματερές, καίγεται στο ύπαιθρο ή απορρίπτεται στο περιβάλλον.
Οι πλούσιες χώρες του ΟΟΣΑ είναι υπεύθυνες για το 14% των μακροπλαστικών αποβλήτων, αλλά για το 36% των μικροπλαστικών.
Οι συνέπειες στο περιβάλλον, την υγεία, το κλίμα που συνδέονται με τα πλαστικά «αυξάνονται σημαντικά», σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Τα πλαστικά απόβλητα που συγκεντρώνονται στο περιβάλλον δεν είναι βιοδιασπώμενα, χρειάζονται εκατοντάδες χρόνια για να αποσυντεθούν και παράγουν μικροπλαστικά και νανοπλαστικά.
«Προκαλούν συνθήκες ασφυξίας στα θαλάσσια είδη, βλάπτουν τα εδάφη, δηλητηριάζουν τα υπόγεια ύδατα και μπορούν να έχουν σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
Τα πλαστικά σωματίδια βρίσκονται παντού, στο νερό της βρύσης, στο νερό που πίνουμε, στα υπόγεια ύδατα», προειδοποιεί η Greenpeace.
Τα πλαστικά συμβάλλουν επίσης στην κλιματική κρίση: το 2019, προκάλεσαν 1,8 δισεκατομμύριο τόνους σε εκπομπές αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου, δηλαδή το 3,4% των παγκόσμιων εκπομπών, που προέρχονταν κατά 90% από την παραγωγή και μετατροπή των πλαστικών από ορυκτές πρώτες ύλες, σύμφωνα με τον ΟΗΕ και τον ΟΟΣΑ.