Βαρυσήμαντη επιστολή του τρικαλινού βουλευτή και πρώην υπουργού κ. Σωτήρη Χατζηγάκη φιλοξένησε η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, με αφορμή το… υπό διαμόρφωση πολιτικό σκηνικό. Ο κ. Χατζηγάκης στην με τίτλο «παλαιοί και νέοι πολιτικοί» επιστολή του υπογραμμίζει μεταξύ άλλων πως «η πολιτική μας ζωή χρειάζεται και τη φρεσκάδα της ανανέωσης, αλλά και τη σωφροσύνη, τη σύνεση και την εμπειρία των δοκιμασμένων και ώριμων πολιτικών». Αναλυτικά: «Κύριε Διευθυντά… Διαβάζοντας με προσοχή στην έγκριτη εφημερίδα σας (φύλλο της Τετάρτης, 27 Απριλίου 2011) το άρθρο της κ. Ξένιας Κουναλάκη, «Γλυκό μεν, άμυαλο δε, το πουλί της νιότης», ένοιωσα ικανοποίηση, που επιτέλους κάποιος διατυπώνει δημόσια και «έξω από τα δόντια» αυτονόητες αλήθειες, που έρχονται σε αντίθεση με τις απόψεις του συρμού που επιβάλλουν έναν απαράδεκτο ηλικιακό ρατσισμό ξεχωρίζοντας τους πολιτικούς σε «νέους-καλούς» και σε «μη νέους-φθαρμένους». Το τολμηρό άρθρο της συντάκτριάς σας πιστεύω ότι συνδράμει στη βελτίωση της πολιτικής μας ζωής και γι’ αυτό θα ήθελα να προσθέσω και τις δικές μου σκέψεις, που αποτελούν εμπειρία 37 ετών στην ενεργό πολιτική σκηνή.
Με ιδιαίτερη έμφαση τα τελευταία χρόνια καλλιεργείται η άποψη ότι οι νέοι στην ηλικία πολιτικοί είναι οι μοναδικοί που μπορούν να παράξουν πολιτική, να δημιουργήσουν ένα καινούργιο πολιτικό πολιτισμό και ν’ αναγεννήσουν τον τόπο. Τέτοιες αντιλήψεις, έχει αποδειχθεί ιστορικά, ότι εξυπηρετούν κατ’ αρχάς κάποιες ηγεσίες, οι οποίες δεν θα επιθυμούσαν να έχουν «στα πόδια τους» πρόσωπα καταξιωμένα και έμπειρα, που θα είχαν το θάρρος ενίοτε να διατυπώσουν και αντίθετες απόψεις από τις δικές τους. Εξυπηρετούν, όμως, επίσης και κάποιους «παρατρεχάμενους» και «υποτακτικούς» του εκάστοτε αρχηγού, που θεωρούν ότι έτσι μόνον θα μπορούσαν να επιπλεύσουν στο δημόσιο βίο. Εξάλλου, οι σημερινοί νεοπαγείς κανόνες της επικοινωνίας, διαμορφώνουν έναν «νέο» τύπο πολιτικών, ανάλαφρο, υπάκουο, αναλώσιμο, χειραγωγήσιμο και με στρογγυλεμένο πολιτικό λόγο, ο οποίος θα εξυπηρετεί επιπλέον και τη σωτηρολογική επιθυμία του κόσμου, υπηρετώντας τον μύθο ότι «μόνον η ηλικιακή ανανέωση, χωρίς άλλες στοιχειώδεις προϋποθέσεις της κοινωνίας και της δημόσιας ζωής, μπορεί να βελτιώσει και να αποκαταστήσει τα κακώς κείμενα». Ορθώς, λοιπόν, αναφέρει και η συντάκτριά σας, επικαλούμενη πολιτικούς Ευρωπαϊκών χωρών όπως είναι η Γερμανία (π.χ. Πέερ Στάινμπρουκ, Οσκαρ Λαφοντέν, Γιόσκα Φίσερ, Χέλμουτ Σμιτ κ.α.), αλλά και δημοσίευμα του Der Spiegel, που κηρύσσει την «επιστροφή των γκριζομάλλιδων». Εγώ θα προσέθετα ότι ανάλογα παραδείγματα συναντούμε παντού στον κόσμο (στις ΗΠΑ, στην Κίνα, σε μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και σε διεθνείς Οργανισμούς κλπ.), όπου βλέπουμε ότι καίριες θέσεις καταλαμβάνουν έμπειροι, μεστωμένοι και καταξιωμένοι άνθρωποι. Τις τελευταίες δεκαετίες, έμπειροι και ώριμοι πολιτικοί σφράγισαν τις τύχες της ανθρωπότητας: Ρούσβελτ, Τσώρτσιλ, Στάλιν, Άιζενχάουερ, Ατενάουερ, Ντε Γκώλ, Μιττεράν, Αντρεότι, Κολ, ΜακΜίλαν, Μάο Τσετούνγκ, Ντεγκ Ξιάο Πίνγκ, Κάστρο, Γκάντι, ενώ στην Ελλάδα μια μικρή σταχυολόγηση μας υπενθυμίζει, πως τα «ιερά τέρατα» της πολιτικής μας ζωής ήσαν άνθρωποι μεστωμένοι και έμπειροι, όπως ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο Κων/νος Καραμανλής, ο Ηλίας Ηλίου, ο Χαρίλαος Φλωράκης, ο Ευάγγελος Αβέρωφ, ο Κώστας Μητσοτάκης, ο Κων/νος Τσάτσος κλπ. Βέβαια, υπάρχουν και πολλά παραδείγματα νέων ανθρώπων, που ξεχώρισαν ως αρχηγοί και ηγέτες, πάντοτε όμως αφού είχαν –οι περισσότεροι τουλάχιστον– ήδη διακριθεί και καταξιωθεί στο χώρο του επαγγέλματός τους, της επιστήμης ή σε ευρύτερους κοινωνικούς αγώνες.
Συνεκδοχικά, θα υποστηρίζαμε πως η πολιτική μας ζωή έχει ανάγκη από ένα «ηλικιακό μείγμα» του πολιτικού της στελεχιακού δυναμικού: χρειάζεται και τη φρεσκάδα της ανανέωσης, αλλά και τη σωφροσύνη, τη σύνεση και την εμπειρία των δοκιμασμένων και ώριμων πολιτικών».