«Η οικονομική κρίση είναι συστημική. Προκλήθηκε κυρίως από τις παντοδύναμες και ανεξέλεγκτες τράπεζες» τόνισε ο τρικαλινός βουλευτής και πρώην υπουργός στην εισήγησή του
«Το οικονομικό σύστημα, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια, είναι κυρίως υπεύθυνο για τη σημερινή οικονομική κρίση και λιγότερο τα κράτη και οι κυβερνήσεις», τόνισε ο βουλευτής και πρώην υπουργός κ. Σωτήρης Χατζηγάκης, με παρέμβαση του στο πλαίσιο της Πολιτικής Επιτροπής του ΝΑΤΟ που συνεδριάζει αυτές τις ημέρες στην Ουάσιγκτον. «Το σύστημα αυτό», συνέχισε ο κ. Χατζηγάκης, «αποτελεί από τη φύση του το εκκολαπτήριο των πανίσχυρων ιδιωτικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, τα οποία σήμερα λειτουργούν ανεξέλεγτα και με αδιαφάνεια, ενώ έχουν και τον κύριο έλεγχο στη ροή του χρήματος. Μ’ αυτό τον τρόπο, επηρεάζουν άμεσα και τις οικονομίες όλων των κρατών της υφηλίου, έτσι ώστε οι δικές τους κρίσεις να καθίστανται ταυτόχρονα παγκόσμιες. Γι’ αυτό είναι και οι κυρίως υπεύθυνοι για τη δραματική οικονομική, κοινωνική, οικολογική και γεωπολιτική κατάσταση που βιώνει σήμερα ολόκληρος ο κόσμος». Ο κ. Χατζηγάκης τόνισε, επίσης, ότι το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα τα τελευταία χρόνια έχει αποφύγει τη λήψη μέτρων για την ανάπτυξη της αληθινής οικονομίας. Αντίθετα, είναι υπεύθυνο για τις «φούσκες στην οικονομία, οι οποίες συμβάλλουν καθοριστικά στη κρίση. Στη συνέχεια, προσφεύγουν σε συνταγές λιτότητας, αποφεύγοντας τα πραγματικά προβλήματα της οικονομίας, που είναι συστημικά. Είναι γνωστό, άλλωστε, πως οι αγορές δεν μπορούν να αποτελέσουν από μόνες τους την κινητήρια δύναμη επιλύσεως του προβλήματος, που οι ίδιες και οι μεγάλες τράπεζες έχουν δημιουργήσει.
Επικαλούμενος τον Στίγκλιτζ και άλλους κορυφαίους οικονομολόγους, τόνισε χαρακτηριστικά ο πρώην υπουργός πως, «πολλοί νομπελίστες οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι οι οικονομίες χρειάζονται μια ισορροπία μεταξύ του ρόλου των αγορών και των κυβερνήσεων. Αυτό σημαίνει ότι οι κυβερνήσεις οφείλουν να έχουν μεγαλύτερο ρόλο και όχι απλώς να επιστρατεύονται για τη σωτηρία των οικονομιών των κρατών, όποτε οι αγορές αποτυγχάνουν.
Αυτό συνέβη πρόσφατα, πριν από δύο χρόνια, στις ΗΠΑ, όταν η κατάρρευση μεγάλων τραπεζών (π.χ. Lehman Brothers) επέφερε σοβαρούς κλειδωνισμούς σ’ ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό σύστημα, αναγκάζοντας την Αμερικανική Κεντρική Τράπεζα να παρέμβει με χρήματα των αμερικανών φορολογουμένων, ώστε να αποτρέψει την κατάρρευση ολόκληρης της οικονομίας. Από την άλλη πλευρά, πολλοί είναι εκείνοι που πιστεύουν ότι για να καταφέρουν να επιτύχουν την πολυπόθητη ανάπτυξη οι χώρες που είναι υπερχρεωμένες, θα πρέπει ο χρόνος αποπληρωμής του χρέους τους να τύχει σοβαρής επιμήκυνσης και να μειωθούν σημαντική τα επιτόκια. Εξάλλου, μία συνεννοημένη «συγχώρεση» ενός μέρους του χρέους, θα πρέπει να είναι στους στόχους».
Ο κ. Χατζηγάκης άσκησε επίσης κριτική κατά της εφαρμοζόμενης πολιτικής του ΔΝΤ, υποστηρίζοντας ότι τα μέτρα που επιβάλει τα τελευταία χρόνια στις χώρες που αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα είναι διαμετρικά αντίθετα από εκείνα που υποστήριζε ο Κέινς σε παρόμοια κρίση που αφορούσε ολόκληρο τον κόσμο, το 1929, αλλά και σήμερα άλλοι διακεκριμένοι οικονομολόγοι (όπως ο Γκάλπμρεϊθ, ο Στίγκλιτζ, ο Κρούγκμαν κλπ.). «Το αποτέλεσμα είναι», τόνισε τελικά ο κ. Χατζηγάκης, «ότι οι σημερινές πολιτικές του ΔΝΤ επιδεινώνουν την οικονομική κατάσταση (όπως έγινε στην Αργεντινή, στις χώρες της Ανατολικής Ασίας κλπ.), καθώς παρατηρούνται δυσμενή οικονομικά και κοινωνικά φαινόμενα όπως η υψηλή ανεργία, η βαθιά και παρατεταμένη ύφεση, η έλλειψη κοινωνικής συνοχής κλπ.».
Ολοκληρώνοντας την παρέμβασή του, ο κ. Χατζηγάκης κατέληξε: «Τελικά, ίσως έχει έρθει η ώρα για μια δραστική αναμόρφωση του παγκόσμιου οικονομικού οικοδομήματος. Πρέπει ν’ αναρωτηθούμε, αν οι πολιτικές που εφαρμόζει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο σε χώρες που αντιμετωπίζουν πρόβλημα χρέους, είναι το σωστό «φάρμακο» ή αν μπορούν ν’ ακολουθηθούν άλλες πολιτικές, άλλες πρακτικές που δεν θα οδηγούν τις χώρες σε βαθύτερη και μεγαλύτερη ύφεση.»
Παρόμοιες απόψεις με αυτές του κ. Χατζηγάκη υποστήριξαν και πολλοί άλλοι Ευρωπαίοι βουλευτές -από πάνω από 20 κράτη που συμμετέχουν στην Πολιτική Επιτροπή του ΝΑΤΟ- οι οποίοι φάνηκαν να υποστηρίζουν και να συμφωνούν με τις θέσεις που ανέπτυξε ο πρώην υπουργός.