π. Αθ. Τύμπας: π. Γεώργιος Mεταλληνός, ο τελευταίος των Κολλυβάδων

πρωτ. Αθανασίου Τύμπα, Θεολόγου-Μουσικού

Οι Κολλυβάδες άγιοι Πατέρες αγωνίστηκαν με τα συγγράμματά τους μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους να μην αλωθεί ο Ελληνικός χώρος από τους προτεστάντες και καθολικούς ιεραποστόλους. Ο π. Γεώργιος Μεταλληνός είχε διαβάσει και ενστερνιστεί όλα τα συγγράμματα του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου και του Αγίου Αθανασίου του Παρίου οι οποίοι προσπαθούσαν και κατάφεραν να αναιρέσουν όλες τις λάθος δοξασίες του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού. Έλεγε χαρακτηριστικά πως διάβασε δώδεκα φορές το «Συμβουλευτικό Εγχειρίδιο ή περί φυλακής των πέντε αισθήσεων» του Αγίου Νικοδήμου, για να καταλάβει σε βάθος τι σημαίνει Ορθοδοξία.

Στα συγγράμματα του π. Γεωργίου μπορούμε να βρούμε όλες τις κακοδοξίες του Αδαμάντιου Κοραή που δυστυχώς είναι ο πατέρας όλης της σύγχρονης Ελληνικής Παιδείας. Ποτέ ο π. Γεώργιος δεν ήθελε να μπούμε στην Ενωμένη Ευρώπη, διότι απλά δεν έχουμε κανένα κοινό με τους Καθολικούς και τους Προτεστάντες. Ως σπουδαίος ιστορικός έλεγε πως δεν πρόκειται να προκόψει η Ενωμένη Ευρώπη, διότι οι πολίτες της δεν έχουν κοινή Θρησκεία. Πόσο πραγματικά κακό δεν έκαμε ο Δυτικός τρόπος ζωής στους νεοέλληνες!

Έθεσε σε σωστή βάση τον όρο Εκκλησία. Η Ορθοδοξία, έλεγε σωστά, δεν είναι θρησκεία αλλά τρόπος ζωής μέσα στην Εκκλησία που οδηγεί στην αγιότητα μέσω της καθάρσεως και του φωτισμού της καρδιάς του ανθρώπου. Μακριά από την Εκκλησία και την ενορία που αποτελεί το κύτταρό της δεν υπάρχει σωτηρία. Μόνον μέσα στην μυστηριακή ζωή ο άνθρωπος μπορεί να βρει την αληθινή ευτυχία. Αντίθετα ο δυτικός τρόπος ζωής απομακρύνει τον άνθρωπο από την Θεό και τον οδηγεί στον ορθολογισμό, τον ατομισμό και την αθεΐα.

Η Ορθοδοξία, έλεγε ως γνήσιος μαθητής του π. Γεωργίου Φλορώφσκυ και του π. Ιωάννου Ρωμανίδη, ομοιάζει περισσότερο με τις φυσικές επιστήμες και λιγότερο με την φιλοσοφία. Εάν ο άνθρωπος πειραματιστεί, εφαρμόσει τα του Ευαγγελίου και ακολουθήσει την ζωή των Αγίων Πατέρων τότε ο Θεός θα του αποκαλυφθεί μέσα στην καθαρή του καρδιά. Αυτή την εμπειρία της αγιότητας δεν μπορεί τότε κανείς να την αμφισβητήσει ούτε υπάρχει λόγος, όπως λανθασμένα κάνουν οι Καθολικοί, να αποδείξουμε την ύπαρξη του Θεού με λογικά επιχειρήματα.

Ο π. Γεώργιος εξασκήθηκε στον διάλογο με τους Προτεστάντες και τους Καθολικούς όσο σπούδαζε στην Γερμανία. Το ισχυρότερο όπλο εναντίων τους, όπως συχνά μας έλεγε, ήταν το θαύμα του αγιασμού που το νερό διατηρείται αναλλοίωτο στον χρόνο. Μάλιστα συχνά τελούσε τον αγιασμό όχι με βασιλικό αλλά με διάφορα άλλα φυτά ώστε να αναιρεί το επιχείρημα των συμφοιτητών του προτεσταντών ότι ο βασιλικός έχει αντισηπτικές ιδιότητες.

Η επάνοδός του στην Ελλάδα μετά την δικτατορία το 1974 είχε πάρα πολλές δυσκολίες. Επέστρεψε διότι ήθελε τα παιδιά του να μάθουν άριστα την Ελληνική γλώσσα. Έλεγε: «είμαι υπέρ των γλωσσών γιατί και εγώ σπούδασα γλώσσες, αλλά θα ήθελα να ξέρουν πάνω απ’ όλα και καλύτερα τα ελληνικά. Η πίστη και η γλώσσα είναι τα στοιχεία που μας συνδέουν με τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία».

Όταν βρέθηκε στην Ελλάδα τους πρώτους έξι μήνες βρισκόταν άμισθος και στο περιθώριο διότι κάποιοι ανόητοι από τους κύκλους της Αρχιεπισκοπής Αθηνών τον κατηγόρησαν άλλοι ως ακραίο αριστερό και άλλοι ως χουντικό. Όμως ο γέροντάς μας τότε Τρίκκης και Σταγών Αλέξιος τον απεκατέστησε στα μάτια του Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ και έτσι άρχισε να διακονεί επίσημα πια στον Άγιο Αντύπα στην οδοντιατρική σχολή. Ο δε αρχιεπίσκοπος όπου κι αν συναντούσε τον παπά    Γιώργη του ζητούσε συγνώμη για την ταλαιπωρία του, τον αγαπούσε πολύ και τον έκαμε μέλος σε πολλές επιτροπές της Εκκλησίας της Ελλάδος. Και ο π. Γεώργιος έλεγε για τον αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ: «η λεβεντιά του Σεραφείμ είναι απαράμιλλη, την πίστη μας την υπερασπίστηκε όσο κανείς άλλος στην εποχή του αφού συχνά επαναλάμβανε, πως το Βατικανό δεν είναι Εκκλησία».

Όταν προέκυψε το θέμα με τον ερχομό του Πάπα Ιωάννου του Β’ στην Ελλάδα, επί αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, ο π. Γεώργιος είχε την εξής θέση: «ας έλθει ο Πάπας, αφού θέλει να προσκυνήσει, και εγώ θα του κάνω τον τσιτσερόνε, τον ξεναγό δηλαδή, αλλά δεν πρέπει να δημιουργηθούν καταστάσεις επίσημες που θα αναγνωρίζεται ως επίσκοπος της Εκκλησίας του Χριστού. Κανονικός επίσκοπος της Ρώμης είναι ο Γεννάδιος, ο Ορθόδοξος επίσκοπος Ιταλίας». (ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ).