Η ελληνική κοινωνία αντιμετώπισε τον Στέφανο Κασσελάκη πρωτίστως σαν επικοινωνιακό φαινόμενο, αλλά παρακολουθούσε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον -και αντιφατικές διαθέσεις- την είσοδό του στην εγχώρια πολιτική σκηνή. Αλλά, αυτή καθ’ εαυτή η είσοδος δεν έπεσε από τον ουρανό. Ήταν αποτέλεσμα δυο παραγόντων.
Πρώτο. Των μηχανισμών του «κομματικού ΣΥΡΙΖΑ». Μετά την εκλογική συντριβή του το 2023- αναμενόμενη μετα την απραξία του 2019 και την εγκατάλειψή του από τον Τσίπρα- δίκην ανάληψης ευθυνών , αλλά χωρίς να δώσει εξηγήσεις σε κανένα κομματικό όργανο- έκαναν το μόνο που ήξεραν: ίντριγκα για τη διαδοχή.
Ο Κασσελάκης προέκυψε ως υποψήφιος επειδή δεν κατάφεραν να αναδιατάξουν τις παλιότερες ισορροπίες ανάμεσά στις φράξιες τους . Η μια πλευρά τον χρησιμοποίησε εναντίον των άλλων. Πως ακριβώς και από ποιόν πήρε το βάπτισμα, δεν εχει διευκρινιστεί, καθως και οι εκατέρωθεν αφηγήσεις πάσχουν.
Δεύτερο. Της… κομματικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ. Αποδείχθηκε ότι τα απλά μέλη και οι φίλοι αναζητούσαν ευκαιρία να τιμωρήσουν τη «φωτισμένη» κομματική γραφειοκρατία, που καταπονούσε το κόμμα τους και τελικά το έριξε στα βράχια. Με ώθηση που του έδωσαν οι «προεδρικοί» – και την ανοχή του Τσίπρα- ο Κασσελάκης υπερψηφίσθηκε, ως τιμωρία στους κομματικούς που κρατούσαν το κόμμα κλειστό με τους αναχρονισμούς και τις ιδεοληψίες τους.
Σε κάθε περίπτωση όμως, η ανάδειξη του στην ηγεσία, ήταν καθ όλα νόμιμη, καταστατική και δημοκρατικά. Και ήταν έργο του ΣΥΡΙΖΑ. Αν ήταν η όχι και του Τσίπρα προσωπικά, όπως πιστεύουν πολλοί, δεν εχει σημασία. Οι Συριζαίοι της Κουμουνδούρου υπέγραψαν ομόφωνα την υποψηφιότητα και οι πλειοψηφία των οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ του έδωσαν κεντρικό ρόλο στο δημόσιο βίο της χώρας.
Όποιος ειχε αντίρρηση, δεν είχε παρά να αποχωρήσει εκείνη τη στιγμή, όμως έκανε εντίμως ο καθηγητής Γρηγόρης Γεροτζιάφας.
Οι επικρίσεις την πολιτικη υπόσταση και τη δημόσια παρουσία του Κασσελάκη είναι πολλες και έχουν διατυπωθεί- πριν την εκλογή του ακόμη. Αλλά αυτό δεν την ακυρώνει, δεν αλλάζει τα χαρακτηριστικά της , ουτε περιορίζει το δικαίωμα του να ασκήσει την ηγεσία κατά τον τροπο του, μέχρι την επόμενη κριση του από οσους τον ψηφισαν. Πολύ περισσότερο όταν είχε και την επικύρωση ενός συνέδριου. Οσοι δεν τον ήθελαν, δεν είχαν παρά να πείσουν τα μέλη του κόμματος μην τον ξαναψηφίσουν.
Ούτε η μεσολάβηση των Ευρωεκλογών -με την περαιτέρω συρρίκνωση της εκλογικής επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ- αλλάζει αυτόν τον κανόνα. Αν έπαιρνε στην ευρωκάλπη 20%, όσα του καταλογίζουν σήμερα δεν θα ήταν πρόβλημα; Θα ήταν άλλος Κασσελάκης; Δεν θα «εξέθετε» το κόμμα; Ή προέκυψαν επειδή πήρε μόνο 14%.
Η πολιτική και κομματική τάξη ορίζει ότι , οποιος και αν είναι ο πρόεδρος ,εφόσον αναδείχθηκε από ένα σώμα με κάλπη ,μόνο αυτό το σώμα μπορεί να του αφαιρέσει το αξιωμα ,με τον ιδιο τρόπο. Οτιδήποτε παρεμβάλλεται δεν συνιστά δημοκρατική «διόρθωση», αλλά και κομματικη αυτουπονόμευση. Τα μικρότερα όργανα, δεν ακυρώνουν τις αποφάσεις των ευρύτερων σωμάτων. Το αντίθετο .
Αλίμονο αν οι συσπειρώσεις κορυφής πρώτα ακυρώνουν μια εκλογή και στη συνέχεια στήνουν δευτερη- αποκλείοντας οποιον κρίνουν. Δεν είναι θεμα Κασσελάκη. Εφόσον ισχύσεις μια φορά, καθιερώνεται θα μπορούν να το κάνουν και για άλλον την επόμενη φορα. Ποια Δημοκρατία; Μόνο σε αυταρχικά καθεστώτα οι λίγοι ξέρουν καλυτέρα από τους πολλούς
Η συγκεκριμένη – και ετερόκλιτη εν πολλοίς, συσπείρωση , καθοδηγουμένη η όχι, δεν συνειδητοποίησε τρία κρίσιμα στοιχεία που πέφτουν και πλακώνουν την ίδια…
Το πρώτο είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είχε αρχίσει να εκπίπτει πολύ πριν τον Κασσελάκη.
Το δεύτερο ότι η ίντριγκα που υπηρέτησαν – και θριαμβολογούν για την επιτυχία της – εγγράφεται στη συλλογική συνείδηση της κοινωνια , ως στίγμα για τον ΣΥΡΙΖΑ ως πολιτικό φορέα.
Το τριτο είναι πως αν η κομματική βάση θέλει τον Κασσελάκη , τον Κασσελάκη θα εχει στο τέλος. Με τον ΣΥΡΙΖΑ, ή άλλον φορέα που θα τον αποδυναμώσει.
Ο αποκλεισμός της υποψηφιότητας του όμως έγινε , επιφέρει δημόσια αποδοκιμασία – με στοιχεία που επικρατούν τη χλεύη, και την ειρωνεία-για τις μεθόδους και το υφος που χρησιμοποιήθηκε- ανεξάρτητα ποιον θα προτιμήσει τελικά η κομματικη βαση. Η το συνέδριο- εκτος αν το…καταργήσουν , ως ανώτατο καθοδηγητικό όργανο.
Αυτό που παρακολουθούν τις τελευταίες εβδομάδες οι πολίτες είναι απεχθές ως πολιτική δραστηριότητα έστω εσωκομματική- που τους απομακρύνει. Αν νομίζουν ότι πλέον θα φέρουν πίσω τους ψηφοφόρους που φεύγουν προς το ΠΑΣΟΚ, έχουν μαύρα μεσάνυχτα. Το αντίθετο θα συμβαίνει.
Με αυτά τα δεδομένα η 12η Δεκέμβριου 2024 καταγράφεται ως ημέρα αντίστροφης μέτρησης για τον ΣΥΡΙΖΑ. Όσοι ηθελαν να τον σώσουν από τον Κασσελάκη, δεν μπορούν να τον σώσουν από τον εαυτό τους. Ποιος θα δώσει στο εξής την ψήφο του σε ένα τέτοιο κόμμα;
Ακόμη και η θρυλούμενη προοπτική επιστροφής του Τσίπρα μια μέρα, δίκην Μαρμαρωμένου βασιλιά, ακυρώνεται με όσα διαδραματίστηκαν σε κοινή θέα. Και έτσι να ήταν -που δεν είναι- αυτό το ενδεχόμενο καίγεται. Σε ποιο κόμμα να επιστρέψει; Τουλάχιστον ίδιος -προσπαθώντας να εξιλεωθεί;- τον περασμένο Φεβρουάριο, τους ζήτησε να ξαναψηφίσουν, όχι να κάνουν… διαγραφές.
Ο Κασσελάκης μπορεί να μείνει στη χώρα και στην πολιτική, ή μπορεί να φύγει και να μην ξανακούσουμε γι’ αυτόν. Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως τελείωσε. Αλλά και όσοι πρωταγωνίστησαν αυτές τις μέρες, δεν έχουν πολιτικό μέλλον. Ακόμη και αν μείνει το κόμμα σαν σφραγίδα, σύγχρονος πολιτικός φορέας δεν θα θεωρείται από τους πολίτες.
Για όσο διάστημα και αν καταφέρει να παρασιτήσει στο πολιτικό σύστημα, στο τέλος θα εξαφανιστεί. Γιατί -οι οπισθοδρομικές και χαμηλών πολιτικών προσόντων φιγούρες της ίντριγκας δεν εκπροσωπούν ιδέες, πολιτικές θέσεις και εντιμότητα σχέσεων. Πήγαν να τα πάρουν όλα και τα χάνουν όλα. Και όπως λέει ο μεγάλος Αλεξανδρινός: «αποχαιρέτα την Αλεξάνδρεια που χάνεις…».