Οι ασυνήθιστες, για αρχηγό κράτους, στην αραφινάριστη αμεσότητά τους, εικόνες των πανηγυρισμών του τότε Προέδρου της Ιταλίας, Σάντρο Περτίνι, δίπλα στο χρυσό τρόπαιο του Παγκοσμίου κυπέλλου του 1982 που κατέκτησε η ιταλική ομάδα ποδοσφαίρου στις 11 Ιουλίου εκείνου του μαγικού, για το ιταλικό ποδόσφαιρο, καλοκαιριού, ακτινοβολούν ακόμη την αλληγορική δύναμη μιας «ανθεκτικής δημοκρατίας» (“resilient democracy”, θα μπορούσαμε, ίσως, να είναι η αγγλική απόδοση του όρου). Mία δύναμη επίμονης αντοχής και παλινορθωτικής αισιοδοξίας. Μία δύναμη προβάλλουσα μέσα από τους αμέτρητους συνειρμούς, τους υπόρρητους συμβολισμούς και τις ματαφορικές εκδημοκρατίσεις που μόνο το ποδόσφαιρο μπορεί να μας προσφέρει τόσο αφειδώλευτα.
Ο Σάντρο Περτίνι είχε εκλεγεί, ως ο πρώτος Σοσιαλδημοκράτης Πρόεδρος της Ιταλίας, στις 9 Ιουλίου του 1978, δύο μήνες ακριβώς μετά τη δολοφονία του Χριστιανοδημοκράτη Βουλευτή και πρώην Πρωθυπουργού, Άλντο Μόρο από τις Ερυθρές Ταξιαρχίες. Μίας δολοφονίας, οι σφαίρες της οποίας παρέμεναν βαθιά σφηνωμένες στο κορμί της «ευάλωτης δημοκρατίας» της Ιταλίας, που έβλεπε το άψυχο σώμα της προσέγγισης αριστεράς-δεξιάς να βγαίνει αιμόφυρτο από το πορτ-μπακάζ ενός κόκκινου Ρενό 4, σε μία τηλεοπτική εικόνα που στοίχειωσε την πολιτική, κοινωνική και πολιτιστική ζωή της Ιταλίας, για τα επόμενα χρόνια, καταδικάζοντας τη χώρα σε αυτό που ο Mario Perniola οναμάζει «εξουσία των ομοιωμάτων». Στη «διάλυση, δηλαδή, της πραγματικότητας και του φανταστικού[φαντασιακού] και στο άνοιγμα ενός χώρου τελεσφορίας μη δεδομενικής, εικόνων μη φανταστικών[φαντασιακών] και μη συμβολικών».
Γιατί, στην Ιταλία του τέλους της δεκαετίας του 70 και των αρχών της δεκαετίας του 80, πλανιόταν το ζοφερά καταπιεστικό ερώτημα: «είναι όλοι ένοχοι για τη δολοφονία του Μόρο;»
Ενα ερώτημα που πυροδοτήθηκε από ένα βάναυσα δολοφονικό-τρομοκρατικό απείκασμα εξαιτίας του οποίου η «πολιτική πραγματικότητα μεταμορφώθηκε σε εικόνα, σε ομοίωμα». Όπως, όμως, σημειώνει πάλι ο Perniola: «εικόνες και ομοιώματα δεν είναι διόλου απλές επιφάσεις, προπετάσματα καπνού, πρόχειρες επικαλύψεις που μπορούν να αφεθούν στα χέρια γραφείων τύπου ή προπαγανδιστών». Την απάντηση έδωσε με πολύ απλό τρόπο το ποδόσφαιρο γιατί, όπως έλεγε ο Γιόχαν Κρόιφ: «το ποδόσφαιρο είναι ο πιο έξυπνος τρόπος να ξεγελάσεις αυτόν που νομίζει ότι είναι πιο έξυπνος». Την απάντηση έδωσε, για όλη την ιταλική κοινωνία, ο Πάολο Ρόσι με τα 6 γκολ που σημείωσε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1982, οδηγώντας την Ιταλία στην κατάκτησή του. Τέσσερα χρόνια μετά τη δολοφονία του Άλντο Μόρο και την εκλογή στη θέση του Προέδρου του πρώτου Σοσιαλδημοκράτη, αντιστασιακού και φιλάθλου, ιδιότητες που συγκεράζονταν στο πρόσωπο του Σάντρο Περτίνι.
Με τους οπαδούς να μη θέλουν να ζήσουν τις λαμπερές ή τις σκοτεινές πλευρές της ζωής του Πάολο Ρόσι, γιατί δεν ήταν κατ’ ουσίαν πολύ διαφορετικές από το φως και το σκοτάδι της δικής τους καθημερινής ζωής, της ζωής του μέσου Ιταλού που μπορεί να πετυχαίνει ή να αποτυγχάνει, να (μικρο-)παρανομεί και να επανέρχεται. Πλευρές οι οποίες δεν διέφεραν από τις αντιφάσεις της ζωής της ίδιας της Ιταλίας που -κυρίως εκείνα τα χρόνια- αστραποβολούσε στυλ, δημιουργικότητα και πρόοδο και ταυτόχρονα έψαχνε τα πατήματα της δημοκρατικής της ζωής ανάμεσα σε ρωμαϊκά αντίγραφα ερυθρόμορφων και μελανόμορφων, συντετριμμένων, αγγείων. Τα πρώτα στα χρώματα των Ερυθρών Ταξιαρχιών και τα δεύτερα στα χρώματα της διαφθοράς και της μαφίας.
Όπως είπε, πάλι, ο Γιόχαν Κρόιφ: «Κάνε την μπάλα να μιλήσει και άσε τον κόσμο να σωπάσει».
Χρίστος Χ. Λιάπης MD, MSc, PhD
Eπικ. Καθηγητής Ψυχιατρικής Δ.Π.Θ.
Αναπλ. Πρόεδρος Επιστημονικού
Συμβουλίου ΕΟΠΑΕ