Μια σκοτεινή πλευρά του ηλεκτρικού αυτοκινήτου

Η επίμαχη μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “Sustainable Cities and Society”, φέρει την υπογραφή του Francesco Orsi, της Ομάδας Αρχιτεκτονικής Τοπίου και Χωροταξίας, του Πανεπιστημίου του Wageningen, στην Ολλανδία και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ευρύτερη υιοθέτηση ηλεκτρικών οχημάτων μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο στη χρήση γης με την επέκταση των «αδιαπέρατων επιφανειών», δηλαδή του μπετόν και της ασφάλτου.

Ο Francesco Orsi διαπίστωσε ότι δεδομένου του χαμηλότερου κόστους λειτουργίας των πλήρως ηλεκτρικών οχημάτων (ΒEV) σε σύγκριση με τα συμβατικά οχήματα με κινητήρες εσωτερικής καύσης, τα BEV ενδέχεται να αυξηθούν δραματικά και να οδηγήσουν σε αύξηση της έκτασης μιας ευρωπαϊκής πόλης 100 τετραγωνικών χιλιομέτρων (km2) κατά περίπου 0,2−1,0 km2 (ανάλογα με το ευρύτητα της διάδοσής τους και την αναλογία της τιμής του καυσίμου προς την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος), ενώ μια εξίσου μεγάλη Βορειοαμερικανική πόλη ενδέχεται να μεγαλώσει σε έκταση κατά περίπου 1,0 έως 4,0 km2.

Στο γράφημα βλέπουμε την προβλεπόμενη από τη μελέτη του Orsi ποσοστιαία αύξηση της οικιστικής περιοχής των πόλεων της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής για διάφορα μερίδια BEV στο συνολικό στόλο των οχημάτων (10%, 20%, 40%) και για διαφορετικές αναλογίες του κόστους κίνησης με ηλεκτρική ενέργεια προς το κόστος κίνησης με υγρά καύσιμα (fBEV / fICEV). Οι υψηλότερες και οι χαμηλότερες τιμές αντικατοπτρίζουν αναλογίες υψηλής οικιστικής πυκνότητας προς χαμηλή πυκνότητα 2 και 4, αντίστοιχα.

Στη δημοσιευθείσα μελέτη διαβάζουμε ότι αυτή «…στοχεύει να ξεκινήσει μια συζήτηση για το θέμα διερευνώντας τρία σχετικά ζητήματα: τον αντίκτυπο των λειτουργικών δαπανών των ηλεκτρικών οχημάτων στο μέγεθος των πόλεων, τις απαιτήσεις σε χώρο των εγκαταστάσεων φόρτισης και τη ζήτηση γης για παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές».

Πέραν λοιπόν της εκτίμησης για τη γη που θα καταλάβουν τα ηλεκτρικά οχήματα λόγω χαμηλότερου κόστους, διατυπώνεται επίσης η άποψη ότι «Η παραγωγή ενέργειας θα είχε επίσης σημαντικές επιπτώσεις, καθώς Ευρώπη και ΗΠΑ θα πρέπει πιθανώς να δεσμεύσουν 5.000 έως 6.000 km2 γης για φωτοβολταϊκά πάνελ ή 56.000 έως 70.000 km2 για την εγκατάσταση ανεμογεννητριών. Η δημιουργία χώρων φόρτισης θα είχε μόνο δευτερεύουσες επιπτώσεις όσον αφορά τις συνολικές απαιτήσεις γης, αν και πρέπει να δοθεί προσοχή στο κατά πόσον η ευκολότερη φόρτιση σε ανεξάρτητες και ημιανεξάρτητες κατοικίες μπορεί να αυξήσει την ελκυστικότητα αυτού του τύπου κατοικιών που απαιτεί πιο εντατική χρήση της γης». Σημειώνεται επίσης ότι «Απαιτείται έρευνα για να βελτιώσουμε την κατανόησή μας για αυτές τις δυναμικές».

Το γιατί ο κ. Όρσι θεωρεί ότι είναι κακό πράγμα η επέκταση των πόλεων και η δέσμευση ελεύθερης γης φαίνεται πολύ καλά σε ένα άλλο απόσπασμα του κειμένου: «Η επακόλουθη αύξηση στις αστικές αδιαπέραστες επιφάνειες, που πιθανώς θα περιορισμένη ως προς το ποσοστό της, μπορεί να είναι σημαντική ως προς την έκταση, ειδικά σε μεγάλες πόλεις. Για παράδειγμα, σε μια πόλη με 300 km2 αδιαπέραστων επιφανειών (π.χ. Λυών στη Γαλλία, Τάμπα στη Φλόριντα των ΗΠΑ), μια απλή αύξηση κατά 0,5% θα σήμαινε την απώλεια 1,5 km2 φυσικής γης: ένα περιουσιακό στοιχείο που, εάν καλυφθεί με δέντρα, θα μπορούσε να δεσμεύσει 900 τόνους CO2 ετησίως και που εάν καλλιεργηθεί, θα μπορούσε να αποδώσει περίπου 600 τόνους δημητριακών ετησίως. Οι επιπτώσεις θα είναι ιδιαίτερα άσχημες στις πόλεις της Βόρειας Αμερικής, όπου αυξήσεις της δομημένης έκτασης κατά 1% ή περισσότερο θα είναι σχεδόν αναπόφευκτες εάν η χρήση ηλεκτρικών οχημάτων διαδοθεί ευρέως, ενώ θα είναι πολύ πιθανές και στην περίπτωση που υπάρξει μέτρια διάδοσή τους αλλά η ηλεκτρική ενέργεια παραμείνει φθηνή».