Ακόμα και μετά τις δύο δανειακές συμβάσεις, κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει την οριακή κατάσταση στην οποία βρίσκεται σημαντικό μέρος του λαού και της κοινωνίας.
Η κρίση και οι συνέπειες της παρατεταμένης ύφεσης επέφεραν τη συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους και την αποδυνάμωση της εγγυητικής λειτουργίας του, επιδεινώνοντας τις κοινωνικές ανισότητες και το βιοτικό επίπεδο των πολιτών.
Η ανεργία αυξήθηκε, η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα για το αύριο άγγιξε τη μεσαία τάξη και η αδυναμία ανταπόκρισης σε στοιχειώδεις ανάγκες έπληξε περισσότερο τους οικονομικά ασθενέστερους, την ίδια στιγμή που το κράτος επιχειρούσε το δραστικό έλεγχο των δαπανών του και αναζητούσε τη δύσκολη ισορροπία μεταξύ εσόδων και εξόδων και την παραγωγή πρωτογενούς πλεονάσματος.
Η δημοσιονομική εξυγίανση, στο χρόνο που επιχειρήθηκε, αλλά και οι πολιτικές επιλογές που διαμόρφωσαν την αφετηρία της λειτούργησαν, τελικά σε βάρος της ανάπτυξης.
Το ουσιαστικό δίλημμα που τίθεται, επομένως, για τα επόμενα χρόνια είναι αν η λιτότητα και οι όροι των δύο δανειακών συμβάσεων θα εξαφανίσουν και τα τελευταία δείγματα ύπαρξης του κοινωνικού κράτους ή αν τελικά θα βρεθεί άλλη διέξοδος από την κρίση, αυτή της ανάπτυξης με κοινωνική κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη.
Αυτό που χρειάζεται να αντιμετωπισθεί άμεσα είναι η δίνη της ύφεσης που αναστέλλει την οικονομική δραστηριότητα, απομειώνει τη ζήτηση, αυξάνει την ανεργία και ανατροφοδοτεί τη λιτότητα. Στο σημερινό δημοσιονομικό περιβάλλον, η χώρα έχει ανάγκη, όσο ποτέ, από τη χάραξη και εφαρμογή πολιτικών που θα διασφαλίζουν μεσο/μακροπρόθεσμα την ανασυγκρότηση της κοινωνικής συνοχής και θα αναπτύσσουν ένα κοινωνικό δίχτυ ασφάλειας, ιδιαίτερα για εκείνες τις κοινωνικές τάξεις και πληθυσμιακές ομάδες που πλήττονται σήμερα περισσότερο από την κρίση.
Οι πολιτικές αυτές πρέπει να στοχεύουν στην προστασία των ανέργων, των χαμηλόμισθων και συνταξιούχων και στην επανασύνδεση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων με την κοινωνική ωφέλεια, το πραγματικό δημόσιο συμφέρον και την ανασύνταξη του κοινωνικού κράτους. Επομένως, η Χώρα έχει ανάγκη από μία νέα στρατηγική που θα θέσει τις προϋποθέσεις συνοχής της ελληνικής κοινωνίας και θα επαναφέρει την κοινωνική ατζέντα στο επίκεντρο των δημόσιων πολιτικών στην Ελλάδα και στην Ευρώπη.
Η ανασυγκρότηση της κοινωνικής συνοχής είναι όρος επιβίωσης του ελληνικού λαού.
Αντίθετα, η έλλειψη μίας τέτοιας στρατηγικής θα σήμαινε για τα επόμενα χρόνια ότι οι θυσίες που θα κληθούν να κάνουν οι πολίτες, θα γίνουν χωρίς ορατό πλαίσιο κοινωνικής πολιτικής και χωρίς συγκεκριμένη αναπτυξιακή προοπτική, με τον κίνδυνο να οδηγήσουν σε κοινωνική κατάρρευση. Αυτό δεν θα είναι καταστροφικό μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για την ίδια την Ευρώπη. Η κοινωνική αναταραχή, που οξύνεται το τελευταίο διάστημα σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, δείχνει τα όρια των πολιτικών λιτότητας και του εγκλωβισμού των ευρωπαϊκών οικονομιών στην ύφεση.
Ας μην ξεχνάμε ότι η κρίση της Ελλάδας, πέρα από τις εγχώριες αιτίες, αδυναμίες και παραλείψεις είναι κρίση του ίδιου ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου και επηρεάζει τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, ιδιαίτερα αυτές του νότου. Άρα, ούτε η Ελλάδα ούτε η Ευρώπη αντέχει το κόστος μίας γενικευμένης πολιτικής λιτότητας. Χρειάζεται αλλαγή προοπτικής και επαναφορά του κοινωνικού διακυβεύματος στο επίκεντρο των εθνικών και ευρωπαϊκών πολιτικών.
Η αλλαγή αυτή απαιτεί μία νέα πολιτική κατεύθυνση και ηγεσία που θα μιλήσει τη γλώσσα της αλήθειας, θα αντιμετωπίσει με θάρρος την απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος και την αποπροσωποίηση της πολιτικής ευθύνης και θα ανακτήσει την αξιοπιστία της πολιτικής παρέμβασης προς όφελος της κοινωνίας. Και για να συμβούν όλα αυτά… πρέπει, επιτέλους, να μπορέσει να εκφρασθεί και να επιλέξει ο ελληνικός λαός. Το παιγνίδι των «επικείμενων» εκλογών, που διαρκώς «επίκεινται» αλλά που δεν προκηρύσσονται, γεννά αρνητικές πολιτικές στάσεις στον ελληνικό λαό και οξύνει τις αντιδράσεις απέναντι στον πολιτικό κόσμο. Γεννά, επίσης ανησυχία για την εξέλιξη του πολιτικού συστήματος και το περιεχόμενο της Δημοκρατίας.
Επομένως, το πρόβλημα δεν είναι μόνο οι δανειακές συμβάσεις που δεσμεύουν τη χώρα, αλλά η ουσία της πολιτικής κατεύθυνσης και η δυνατότητά της να ανατρέψει παθογένειες της πολιτικής των τελευταίων τριάντα χρόνων. Είναι, πλέον, γεγονός ότι ο αυτόματος πιλότος είναι εκτός λειτουργίας! Χρειάζεται να επανεφεύρουμε πολιτικές λύσεις.
Η σύνδεση των αναγκαίων (και όχι των ψευδωνύμων) διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων με το κοινωνικό συμφέρον προϋποθέτει την παραγωγή νέων πολιτικών που θα επιφέρουν τομές στους θεσμούς και στη λειτουργία του πολιτικού συστήματος, στην επανασύσταση του κοινωνικού κράτους, στην ανάπτυξη με κοινωνικό πρόσωπο και στην αξιοποίηση του εθνικού πλούτου.
Η στρατηγική επιδίωξη αυτής σύνδεσης εμπεριέχει, τελικά, τη διαμόρφωση των πολιτικών προϋποθέσεων, ώστε να πάψουν να κυριαρχούν στην πολιτική ζωή και πράξη εισαγόμενα μοντέλα μηχανικών της εξουσίας, αδιέξοδοι πειραματισμοί και σωτηριολογικού τύπου ιδεασμοί.