Από την αδυναμία διαλόγου στη βίαιη ποινικοποίηση της διαμαρτυρίας
Οι αγρότες στα μπλόκα με μαζική συμμετοχή . Η στρατηγική του κοινωνικού αυτοματισμού στην οποία φάνηκε να επενδύει η κυβέρνηση αποτυγχάνει. Η κοινωνία δεν στρέφεται ενάντια στους αγρότες, αντίθετα τους στηρίζει. Τα επεισόδια στην Κρήτη θεωρούνται από την κυβέρνηση η ευκαιρία για να αναβαθμίσει την καταστολή σε κεντρικό πολιτικό εργαλείο. Αφού δεν λειτούργησε ο κοινωνικός αυτοματισμός ας δοκιμάσουμε τον φόβο.
Ο χαρακτηρισμός μερίδας αγροτών ως «εγκληματική οργάνωση» δεν είναι απλώς μια αυστηρή διατύπωση που θα διορθωθεί αργότερα. Είναι θεσμικό ατόπημα τριπλής φύσης:
1. Πολιτικά ασύμβατο γιατί μετατρέπει μια κοινωνική διαμαρτυρία σε πεδίο αντιτρομοκρατικής ρητορικής. Αντί να αναγνωριστεί ότι πρόκειται για αγρότες σε απόγνωση, παρουσιάζονται σαν οργανωμένο κύκλωμα με δομή και στόχους – κάτι που δεν προκύπτει από πουθενά.
2. Νομικά υπερβολικό, γιατί η έννοια της εγκληματικής οργάνωσης αφορά διαρκή, δομημένη και οικονομικά προσανατολισμένη δράση. Η εφαρμογή της σε επεισόδια οδομαχίας αποτελεί στρέβλωση του Ποινικού Κώδικα και δημιουργεί επικίνδυνο προηγούμενο για οποιαδήποτε συλλογική κινητοποίηση.
3. Ηθικά προκλητικό διότι χρησιμοποιείται την ώρα που η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία διερευνά πραγματική εγκληματική οργάνωση στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ – ένα πιθανό κύκλωμα πλαστών δηλώσεων, ύποπτων πληρωμών και θεσμικής διαπλοκής σε επίπεδο διοίκησης. Εκεί που η έννοια έχει πραγματικό περιεχόμενο η κυβέρνηση δείχνει «αμηχανία»· εκεί που υπάρχει κοινωνική πίεση η έννοια χρησιμοποιείται στον υπερθετικό βαθμό.
Το 2008 μετά τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου, η χώρα βρέθηκε αντιμέτωπη με τη μεγαλύτερη κοινωνική έκρηξη μετά τη μεταπολίτευση. Υπήρξαν εισηγήσεις να κατέβει ο στρατός στους δρόμους. Η κυβέρνηση Καραμανλή το αρνήθηκε. Κράτησε το στρατό στα στρατόπεδα, επέλεξε να αφήσει χώρο στην εκτόνωση και να προστατεύσει τη δημοκρατική νομιμότητα από μια κίνηση που θα άφηνε ανεξίτηλα σημάδια .
Σήμερα μια κυβέρνηση του ιδίου κόμματος, η κυβέρνηση Μητσοτάκη ακολουθεί την ακριβώς αντίθετη πορεία. Εκεί που το 2008 υπήρξε αυτοσυγκράτηση με κόστος, το 2025 υπάρχει καταστολή με υπεροψία. Εκεί που τότε υπήρξε σεβασμός στα όρια, στις κόκκινες γραμμές σήμερα υπάρχουν αυταρχικά αντανακλαστικά.
Και το κάνει σε μια κοινωνική ομάδα που το μόνο που διεκδικεί είναι η επιβίωση της.
Η διαφορά δεν είναι ζήτημα ύφους. Είναι ζήτημα δημοκρατικής κουλτούρας.
Πόσο μακριά μπορεί να φτάσει μια κυβέρνηση που αντιμετωπίζει την κοινωνική διαφωνία ως απειλή;
Πόσο αντέχει μια δημοκρατία όταν η καταστολή γίνεται το πρώτο και όχι το τελευταίο εργαλείο;
Τι θα συμβεί όταν οι πολίτες αντιληφθούν ότι ο φόβος χρησιμοποιείται συστηματικά ως τρόπος διακυβέρνησης;
Τα περιστατικά αστυνομικής βίας είναι συνεχή , ξεχνά κανείς τα επεισόδια στον Άγνωστο Στρατιώτη; Μόνο που κάθε επεισόδιο δεν τρομάζει πλέον· σωρεύει αγανάκτηση.
Όταν μια κυβέρνηση ποντάρει στον φόβο παίζει επικίνδυνα με κάτι που δεν θα μπορέσει να ελέγξει , την ανεξέλεγκτη κοινωνική οργή.
Κάνεις δεν μπορεί να παίζει με την Δημοκρατία. Η ιστορία είναι γεμάτη από κυβερνήσεις που το δοκίμασαν και κατέρρευσαν κάτω από το βάρος των ίδιων των επιλογών τους.
Ο Κώστας Παπανώτας είναι εκπαιδευτικός και μέλος της Π.Ο. Θεσσαλίας του Κινήματος Δημοκρατίας
