Ηρακλής Φίλιος : ΜΑΤΙΑ ΨΥΧΗΣ…

 

 

 

filos_hraklis

 

 

 

«Αξίωσε το δούλο Σου να Σ’ αντικρύσει στη ματιά,

Με του οίκτου ωχρά τα δάχτυλα ν’ αγγίξει την πληγή σου,

λευτερωμένο απ’ τη βαθιά του μυστηρίου Σου γητειά

να γδύσει Σε απ’ το ένδυμα της φωτεινής σιγής Σου».

                                                 Γιάννης Ρίτσος, Στο Χριστό

 

 

Αυτή η ανάγκη να αγγίξεις, να νιώσεις, να σωθείς.  Αυτή η ανάγκη να διώξεις «πάσαν βιοτικήν μέριμναν» και για λίγο να αισθανθείς ότι άλλαξες εποχή, χρόνο, χώρο. Η δίψα σου να ατενίζεις ένα ουράνιο τόξο που άνετα αν μπορούσες θα το έκλεβες για να στολίσεις την ασχήμια της ψυχής σου και τα δάκρυα της καρδιάς σου καθώς έχεις μάθει πλέον να βαδίζεις στο φοβισμένο δρόμο της αλλοτρίωσης σου και της ηθικής απογύμνωσης που σου υπενθυμίζει πως για να σωθείς, θα πονέσεις, θα ματώσεις. Αλλά θα σωθείς.

Έτσι λοιπόν αναζητάς το υπερβατικό, το θείο, του ουράνιο, το άγιο, το πνευματικό. Και γνωρίζεις γιατί. Γιατί η εμπειρική σου γνώση κι αίσθηση, είναι οριοθετημένη, ανιαρή και σου δημιουργεί την αίσθηση του ανεκπλήρωτου. Σαν ένας άλλος David Hume, αναγνωρίζεις πως είναι αδύνατο να συλλάβεις τον εαυτό σου ανεξάρτητα από κάποια εμπειρία και να παρατηρήσεις οτιδήποτε άλλο εκτός από τις εμπειρίες σου. Όμως αυτό σε σκοτώνει. Σε αγχώνει. Μένεις άναυδος μπροστά στην αυτοϊκανοποίηση ενός εαυτό που κινείται στην κυκλική τροχιά μιας ζωής που ξέχασε ή δεν θέλει να δεχτεί πως έξω από τον κύκλο της, η πνευματική αύρα της θεολογικής σοφίας και των ρημάτων της είναι υπερβατική, αιώνια και προσιτή μέσω των ματιών της ψυχής που βλέπουν αληθινά, καθαρά και αναζητούν εκστατικά το ταξίδι που θα σε μεθύσει στις ομορφιές ενός κόσμου που δεν μπορείς να αγγίξεις με τα χέρια σου, να δεις με τα μάτια σου. Όμως μπορείς με τα μάτια της ψυχής να δεις, να νιώσεις, να πιστέψεις, καθώς «μακάριοι οι μη ειδότες και πιστεύσαντες».

Τραγική μορφή της ζωής δεν θα το έλεγα. Όμως θα τον χαρακτήριζα μακάριο άνθρωπο. Κι αυτό διότι με τα μάτια της ψυχής του είδε τον Χριστό και πίστεψε στη θεότητα Του και στη σωτηρία. Με τον τυφλό της Ιεριχούς συνέβη αυτό που είπε ο γέρων Συμεών, «ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριον σου». Την ερχόμενη Κυριακή η εκκλησία μας, μας φέρνει στη μνήμη τη θεραπεία ενός τυφλού∙ του τυφλού της Ιερηχούς. Ο ίδιος υπήρξε ζητιάνος και ήταν τυφλός. Αλλά όταν περνούσε ο Ιησούς απ’ εκεί που καθόταν, φώναξε «Ιησού, υιέ του Δαβίδ, ελέησε με». Ο Ιησούς σταμάτησε και τον ρώτησε «Τί θέλεις να σου κάνω;» κι εκείνος απάντησε «Κύριε, θέλω να ξαναδώ». Τότε ο Ιησούς του είπε «Ξανάβλεψε∙ η πίστη σου σε έσωσε».

Ο τυφλός αυτός άνθρωπος αν και δεν έβλεπε στη ζωή του, δεν είχε εικόνες και παραστάσεις ώστε να διαμορφώσει και τις ανάλογες απόψεις στη ζωή του. Είχε όμως πίστη στη θεότητα του Θεανθρώπου∙ επομένως πίστευε και στο γεγονός της σωτηρίας. Ο τυφλός είχε μνήμη Θεού και ζητούσε το έλεος του δια της νοεράς προσευχής (αφού ζητούσε το έλεος του Θεού), η οποία «υψηλοτέρα πασών των εργασιών εστίν…και κεφαλή αρετών, ως αγάπη Θεού», κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Σιναΐτη. Πόσο τραγικό ένας άνθρωπος που δεν βλέπει να πιστεύει∙ και όσοι βλέπουμε να μην πιστεύουμε. Για τους συνανθρώπους μας αρεσκόμαστε να τους οδηγούμε στο φως, εμείς οι όντως τυφλοί. Όμως σύμφωνα με την παρομοίωση που χρησιμοποίησε ο Χριστός, «μπορεί ένας τυφλός να οδηγήσει άλλον τυφλό; Δεν θα πέσουν και οι δύο στο χαντάκι;». Εκείνος λοιπόν που θα οδηγήσει τον πνευματικά τυφλό οφείλει να βιώσει μία πνευματική ωριμότητα που θα ξεπηδά από τη θέληση για μέθεξη με τους θείους λόγους που ως πλούτος, στολίζουν με αρχοντιά και ωραιότητα τη γύμνια της ψυχής.

Παρά το γεγονός ότι ο τυφλός ως θνητός άνθρωπος και με το μειονέκτημα της μη όρασης έγινε κοινωνός της φθοράς λόγω του προπατορικού αμαρτήματος, είχε την ακόρεστη δίψα να αγγίξει, να δει τον Θεάνθρωπο και να ζητήσει το έλεος Του. Το γεγονός ότι γεννήθηκε τυφλός δεν τον έκανε μειονεκτικό απέναντι στους άλλους. Και το ότι δέχθηκε να φέρει στους ώμους του αυτόν τον μεγάλο σταυρό, δεν μείωσε την πίστη του. Μπορεί να οδηγήθηκε στο «ακαλλές» της πτώσεως σύμφωνα με τη ρήση του Κυρίλλου του Αλεξανδρέα, όμως παρά τις συνέπειες της φθοράς στο σώμα του (που τις κληρονόμησε από το προπατορικό αμάρτημα), ξεπέρασε την κρίση αυτή και την μετέτρεψε σε ευκαιρία αποδόμησης της φθοράς και της αμαρτίας μέσα από την έλξη που ένιωθε η ψυχή του για σωτηρία. Το γεγονός ότι υπήρξε τυφλός, οφείλεται στην πτώση του ανθρώπου και στη φθορά και αμαρτία που δέχτηκε. Ένας αξιόλογος πνευματικός πατέρας, ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου και αγίου Βλασίου κ.κ. Ιερόθεος γράφει σχετικά τα εξής: «Το προπατορικό αμάρτημα είχε και σωματικές συνέπειες. Γιατί στο σώμα του Αδάμ και της Εύας εισήλθε η φθορά και ο θάνατος. Όταν στην ορθόδοξη Παράδοση γίνεται λόγος για κληρονόμηση του προπατορικού αμαρτήματος, δεν εννοείται η κληρονόμηση της ενοχής της προπατορικής αμαρτίας, αλλά κυρίως οι συνέπειες της, που είναι η φθορά και ο θάνατος».

Είναι δύσκολο να πιστεύεις. Η πίστη συγκρούεται συνεχώς με τα όρια σου, τις ψυχικές σου δυνάμεις. Είναι η πιο δύσκολη υπόθεση. Κι αυτό διότι δεν αρκεί μία απλά παραδοχή, αλλά μία συμπόρευση στο σταυρό των δακρύων και των αμέτρητων δοκιμασιών όπου οι αντοχές οι ανθρώπινες εξαντλούνται. Και μετά την εξάντληση ως εκ θαύματος ενεργεί η χάρις του Θεού που αναπληρώνει, αναζωογονεί και δίνει μία δυναμική φορά στην πορεία του ανθρώπου. Όμως ο τυφλός της Ιερηχούς είχε μάτια ψυχής που έβλεπαν τη δόξα του Θεού και ήταν πιο δυνατό το φως που εξέπεμπαν από το φως των δικών μας ματιών του σώματος μας. Τραγική ειρωνεία ή αλήθεια;

Η πίστη είναι παράλογη γιατί πιστεύεις σε κάτι που δεν έχεις δει, και δεν έχεις αισθανθεί με τις αισθήσεις σου. Όμως η πατερική θεολογία προβάλλει τη βίωση της πίστης μέσα από τα πνευματικά αισθητήρια του ανθρώπου και απορρίπτει το αξίωμα «rationem postulasti, rationem accipe» του Ανσέλμου Καντερβουρίας, δηλαδή την πρακτική «λογική απαιτείς, λογική θεμελίωση θα λάβεις». Έτσι η πατερική θεολογία αναδεικνύει την αξία της πνευματικής γνώσης για τα άδηλα και κρύφια της σοφίας του Θεού. Σύμφωνα με τον Ισαάκ τον Σύρο, «η δε τικτομένη εκ της πίστεως γνώσις εστί πνευματική» και αυτή σύμφωνα με τον ίδιο Πατέρα γεννά την πίστη της αληθούς γνώσης. Η πίστη σε καλεί να διεισδύσεις με τη ματιά του πνεύματος σε θησαυρούς που η αξία τους δεν σχετίζεται με κοσμικές αξίες, αλλά με ουράνιες γεύσεις των εκστατικών και άπειρων ομορφιών του παραδείσου.

Η πίστη είναι εμπιστοσύνη. Εμπιστοσύνη στη θεότητα του Χριστού∙ στη σωτηρία∙ στο θέλημα Του. Πίστη είναι να εμπιστεύεσαι το πλοίο της ψυχής σου στο Θεό, σε οποιεσδήποτε τρικυμίες της ζωής∙ του πόνου, της θλίψης, της απογοήτευσης, του θανάτου. Είναι σοφοί οι λόγοι του εραστού του θείου κάλλους Ιωάννου της Κλίμακος, που γράφει σχετικά πως «πιστός είναι εκείνος που πιστεύει, πως ό,τι και αν δώσει σ’ αυτόν ο Θεός, ή καλό ή κακό, ή πειρασμό ή ανάπαυση ή ασθένεια, ή τιμή ή ατιμία, την δίνει σ’ αυτόν για να τον ωφελήσει και να τον σώσει». Άρα κατανοούμε πως χρειάζεται μεγάλη πνευματική ωριμότητα ώστε η πίστη να μην κλονίζεται ακόμη και στις δυσκολίες της ζωής. Πολύ δύσκολο. Όμως αληθινό και όμορφο.

Ο άνθρωπος μέσα από την αυτογνωσία του αναζητά να δει ποιος είναι, γιατί δημιουργήθηκε και ποιος είναι ο σκοπός της ζωής του. Εξαρτάται όμως ποιον θεό αναζητά και πως τον αναζητά. Όπως γράφει χαρακτηριστικά ο μοναχός Μωϋσής ο αγιορείτης, «για όσους θέλουν να αγνοούν τον Θεό, να τον περιμένουν μάταια, να τον αναζητούν ψεύτικα, ο πόνος μεγεθύνεται κι ο άνθρωπος οδηγείται σε αδιέξοδο∙ μια υιική σχέση με τον Θεό μας ανοίγει τον ουρανό και φωτιζόμαστε κι ελπίζουμε αληθινά». Η πίστη βοηθά τον άνθρωπο να δει ποιος είναι, να αντικρύσει το άσχημο πρόσωπο του και να ενισχυθεί στην αναζήτηση Εκείνου που είναι ο αληθινός Θεός. Έτσι μαθαίνει να πιστεύει κάπου. Αναζητά να ψηλαφίσει με τη φτωχή του γνώση μα και με την πίστη τον Δημιουργό Του. Γι’ αυτό και σωστά μας λέει ο εγελιανός φιλόσοφος της αριστεράς L. Feuerbach πως «το θρησκευτικό φαινόμενο αποτελεί αποκλειστικότητα του ανθρώπου και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να νοηθεί στοιχείο ή λειτουργία των ζωικών κοινωνιών». Αυτό ανέκαθεν από τη δημιουργία έως και σήμερα. Μία ψηλάφηση αιώνων στα χειρόγραφα πνευματικών ευωδιών και ανώτερων καταστάσεων.

Είναι αλήθεια ότι στη ζωή μας απιστούμε. Ναι μεν μπορεί να δεχόμαστε τη θεότητα του Χριστού και τη δυνατότητα σωτηρίας, όμως οι καταστάσεις της ζωής μας κάνουν να χάνουμε την πίστη μας και συγκεκριμένα την εμπιστοσύνη μας στον Ίδιο. Κι αυτό γίνεται ακόμη οξύτερο μέσα από τις σύγχρονες δυσκολίες που ερημώνουν τις ανθρώπινες ψυχές και καταστούν δυσπρόσιτες τις σχέσεις με τους συνανθρώπους μας αλλά και με τον ίδιο μας τον εαυτό. Αμέτρητα γιατί μας βασανίζουν και εκεί που δεν βλέπουμε το θέλημα του Θεού, βλέπουμε τον εγωισμό μας που γεννά εγωιστικά δάκρυα μη ικανοποίησης των πόθων μας κι όχι ταπεινωτικά δάκρυα μετάνοιας. Κάποτε κάποιος ρώτησε τον γέροντα Παΐσιο «γέροντα γιατί ενώ ζητώ κάτι με πίστη, δεν το δίνει ο Θεός;» κι ο γέροντας του απάντησε: «Πιστεύεις, ζητάς, αλλά αν δεν έχεις ταπείνωση ή έχεις προδιάθεση υπερηφάνειας, δεν δίνει ο Θεός. Μπορεί να έχει κανείς πίστη όχι μόνο σαν ένα «κόκκον σινάπεως» αλλά σαν ένα κιλό σινάπι. Εάν όμως δεν έχει και ανάλογη ταπείνωση, δεν ενεργεί ο Θεός, γιατί δεν θα τον ωφελήσει. Όταν υπάρχει υπερηφάνεια, δεν ενεργεί η πίστη. Ο άνθρωπος αναπαύεται κυρίως σε αυτούς που τον αγαπούν. Ο Κύριος αναπαύεται στους ταπεινούς».

Ο νους μας δεν μπορεί να κατανοήσει και να φτάσει τη δόξα του ουρανού και απιστεί μη μπορώντας να θρέψει τα αναπάντητα ερωτήματα μας. Έτσι γεννάται η απιστία, η οποία «κάνει τον νου να βουλιάξει» σύμφωνα με τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο και «τυφλώνει την ψυχή». Όμως σύμφωνα με τον ίδιο πάλι Πατέρα, «η πίστη σκορπά το φως της στους λογισμούς∙ η πίστη και τα αόρατα κατακάθαρα βλέπει». Ένας Δανός φιλόσοφος, ο Soren Kierkegaard που έζησε κάθε ηδονή και απόλαυση στη ζωή του και πέρασε από το αισθητικό στάδιο των ηδονών και του έκλυτου βίου στο ηθικό στάδιο όπου και αρραβωνιάστηκε τη Regina Olsen και τέλος στο θρησκευτικό στάδιο προκειμένου να βρει το αυθεντικό νόημα της ύπαρξης του στη θρησκεία, θεωρεί πως η γνώση είναι ανεπαρκής από μόνη της και οδηγεί στην απόγνωση. Έτσι ο ίδιος αναδεικνύει την αξία της πίστης και τονίζει πως με τη βοήθεια της πίστης, ο άνθρωπος επιτυγχάνει την υπέρβαση του τραγικού και ενώνεται με το θείο που αποτελεί την απόλυτη αντικειμενική αλήθεια.

Έτσι τονίζεται πως στη ζωή της εκκλησίας ο νους του ανθρώπου, που κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή έχει πρόσβαση μόνο στη γνώση του γεγονότος ότι ο Θεός υπάρχει, σκοντάφτει σε μία αίσθηση υπερβατική που προέρχεται από την εξάρτηση του ανθρώπου από τον Θεό Δημιουργό του. Η αίσθηση αυτή που δεν είναι γνωστικιστική και δεν έχει ντεϊστικές καταβολές, ανασύρει την λογικοκρατία του ανθρώπου από το έρεβος της πνευματικής λήθης και ύπαρξης και τοποθετεί τη θεία αποκάλυψη στη βάση της πίστης και όχι της λογικής όπως θα έκανε ο Αγγλο-αμερικανός συγγραφέας του 19ου αιώνα Thomas Paine που εφάρμοζε τη λογική στη θρησκεία.

Στο θαύμα αυτό της θεραπείας του τυφλού εντοπίζεται μία αντίθετη διαλεκτική σχέση ανάμεσα στην πίστη και στο θαύμα. Ο τυφλός του θαύματος ενεργεί και κινείται αντίστροφα απ’ αυτό που κάνουν οι περισσότεροι πνευματικά σύγχρονοι του. Πιστεύει στην επανόρθωση του αρχικού κάλους και βιώνει το θαύμα ως απόρροια αυτής της πίστης που ήδη έχει. Αντίθετα οι περισσότεροι αναμένουν ένα θαύμα για να πιστέψουν. Πόση ανοησία και εκμηδενισμός της πνευματικής φύσης έχει κυριαρχήσει στις νοησιαρχικές αντιλήψεις όσων κατατάσσουν σαν σύγχρονοι άρειοι τον Χριστό στη σφαίρα του κτιστού, αγνοώντας τα λόγια του αποστόλου Παύλου που γράφει στους Εφεσίους πως «διά της χάριτος είστε σωσμένοι διά της πίστεως και αυτό δεν προέρχεται από εσάς, αλλά είναι του Θεού δώρο». Η πίστη δεν προϋποθέτει την ύπαρξη θαύματος. Αναρωτάται λοιπόν ο Δαμασκηνός ο Στουδίτης «μη να μόνον από θαύματα γίνεται πίστις; μη να εάν δεν ιδής θαύμα, να μην πιστεύσεις τον Θεόν;».

Η ιστορία έχει αναδείξει πλήθος αγίων, μαρτύρων και οσίων που με το αίμα τους πότισαν τη ζωή της εκκλησίας∙ ταυτόχρονα έχει αναδείξει και πλήθος άθεων που δέχονται τον Ιησού ως ιστορικό απλά πρόσωπο, αρνούνται τη θεότητα του και αμφισβητούν τη δυνατότητα σωτηρίας του ανθρώπου μέσα από την πίστη στον Θεάνθρωπο. Είναι ενδεικτικοί οι λόγοι του Γάλλου φιλοσόφου του 19ου αιώνα Ernest Renan που μιλούσε για τον Χριστό κι έλεγε «για δεκάδες χιλιάδες χρόνια ο κόσμος θα υψώνεται δια σου∙ οι αιώνες θα διακηρύσσουν ότι μεταξύ των υιών των ανθρώπων δεν γεννήθηκε κανένας υπέρτερος σου∙ Θεός όμως δεν είσαι».  Όμως η αθεΐα δεν είναι κομψό να αντιμετωπίζεται με αίσθημα κόμπλεξ ή κατερότητας από την αγία εκκλησία, καθώς δεν έχει ανάγκη να επαληθεύσει η να αποδείξει, αλλά να οδηγήσει τον σύγχρονο άνθρωπο του πόνου και των δοκιμασιών στη σωτηρία που αναβλύζει αυτή η ξεχωριστή ευωδία της σταυρικής θυσίας και το άγιο κάλλος της ζωηφόρου ανάστασης. Η εκκλησία μπορεί να δράξει την ευκαιρία και να βγει από την υπαρξιακή της αφασία και απαθή στωικότητα που ορισμένες φορές επιδεικνύουν φορείς της και μέσα από τη σωτηριολογική της φύση να αναστήσει ψυχές και να αγιάσει την φθαρτή και θλιβερή ανθρώπινη φύση που ξέχασε πως ο Θεός υπάρχει εκεί που δεν φαίνεται.

Ο Richard Dawkins, εξελικτικός βιολόγος στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, ισχυρίζεται πως Θεός δεν υπάρχει. Στο βιβλίο του με τίτλο «The God Delusion» (η πλάνη του Θεού), γράφει μεταξύ των άλλων για τον Θεό πως είναι «στενόμυαλος, άδικος, μνησίκακος, εκδικητικός, μισογύνης, ρατσιστής, γενοκτόνος, κακοήθης, κατά το δοκούν μοχθηρός τραμπούκος». Ο Sam Harris ένας σύγχρονος αμερικανός συγγραφέας και φιλόσοφος, σε βιβλίο του γράφει στους χριστιανούς ομοεθνείς του πως «στεκόμαστε όμως άφωνοι και απέναντι σας, απέναντι στην άρνηση σας προς την απτή πραγματικότητα, απέναντι στην οδύνη που προκαλείτε για να υπηρετήσετε τους θρησκευτικούς μύθους σας και απέναντι στην προσκόλληση σας σε έναν φανταστικό Θεό». Ο Michael Onfray, ένας σύγχρονος Γάλλος φιλόσοφος και λάτρης του ηδονισμού, αθεϊσμού και αναρχισμού, στο έργο του με τίτλο «Théorie du corps amoureux: pour une érotique solaire» (Η αναζήτηση των ηδονών: Δημιουργία ενός ηλιακού ερωτισμού), χωρίς να έχει καταφέρει να εμπνευστεί από το μυστήριο του Σταυρού που καταργεί το θάνατο και αναδεικνύει το σώμα, σημειώνει τα εξής: «Πραγματικά, πως μπορεί να δημιουργηθεί ένα όραμα για τον κόσμο με βάση τη λατρεία ενός σταυρωμένου, ακρωτηριασμένου, πληγωμένου, ταπεινωμένου, κατακομματιασμένου πτώματος;…ζούμε στη σκιά του καταραμένου σταυρού. Και το σώμα μας αναδίδει ακόμα τη νεκρική μυρωδιά του πτώματος ενός μύθου, αν όχι του μύθου ενός πτώματος». Πρόσφατα στο εκκλησιαστικό πρακτορείο ειδήσεων Romfea, αναρτήθηκε μία είδηση που προκαλεί προβληματισμό και είναι ενδεικτική της αθεΐας που επικρατεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την είδηση, μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισαν να αφαιρεθούν τα φωτοστέφανα από τους αγίους Ισαποστόλους Κύριλλο και Μεθόδιο στη Σλοβακία. Διαβάζουμε σχετικά στο site: «Η Σλοβακία είναι Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το 2009, και το 2013 που είναι η 1.150η επέτειος του Σλαβικού Αλφαβήτου θα κόψει νόμισμα των (2) ευρώ με τους Αγίους Κύριλλο και Μεθόδιο. Να αναφερθεί ότι η εικόνα των φωτιστών των Σλάβων δεν έγινε αποδεκτή από Μέλη της Ευρωζώνης, τα οποία ζήτησαν να αφαιρεθούν τα φωτοστέφανα από τους Αγίους. Η επιτροπή ανέφερε ότι «σύμφωνα με τους κανόνες της Ε.Ε., η Σλοβακία πρέπει να λάβει υπόψη της το γεγονός ότι τα νομίσματα θα κυκλοφορήσουν σε όλη την ζώνη του ευρώ, και ορισμένα κράτη ήδη αντιτίθενται στο νόμισμα, λόγω θρησκευτικής ουδετερότητας».

Στη ζωή μας είναι αλήθεια πως οι ανηφόρες δεν έχουν τέλος. Ο πόνος έχει επισκεφθεί τις ψυχές μας και ανίκανοι να αποκτήσουμε πνευματικά αντισώματα, νοσούμε και τα μάτια της ψυχή μας είναι τυφλά μπροστά στην ωραιότητα και ερωτικότητα που γεννά η θεολογία της σάρκωσης της φθαρτής ελπίδας που ανασταίνει μύχιους πόθους για τη βίωση των πιο όμορφων εμπειριών στη ζωή μας. Τα μάτια της ψυχής όμως γνωρίζουν να αντιστέκονται σε κάθε άρνηση για τελειωτική προοπτική και ολοκλήρωση. Αντίθετα κινούνται προς την κατεύθυνση αυτή. Γνωρίζουν επίσης να ανασύρουν ότι πιο πνευματικό και ωφέλιμο από τη σοφία ενός ορθόδοξου ανθρωπισμού που τυφλώνει το μίσος, την κακία και κάθε τι που μας τραβάει να θαφτούμε στο μνήμα της λησμονιάς. Και το φως της μεταμόρφωσης φωτίζει το σκοτάδι που μας βυθίζει. Χρωματίζει τις υπαρξιακές μας ανάγκες και ευαισθησίες που αγωνιωδώς αναζητούν τη μέθη με το φως της αναστάσεως που φωτίζει ψυχές που πλάστηκαν για να ζήσουν την αιωνιότητα.