Στο πλανητικό μας σύστημα υπάρχει ένα ουράνιο σώμα που παρουσιάζει τη μέγιστη ανάδυση των ορεινών όγκων, μέχρι τα 21 χιλιόμετρα και 300 μέτρα. Αυτός είναι ο πλανήτης Άρης! Στη Γη το μέγιστο ύψος βουνού είναι τα 8.848 μέτρα, το Έβερεστ, που φθάνει μέχρι το μισό περίπου της τροπόσφαιρας, στην οποία διαδραματίζονται τα μετεωρολογικά φαινόμενα.
Η παραδοσιακή θιβετιανή αντίληψη όρισε τα βουνά ως κατοικίες των θεών, ενώ στον υπόλοιπο κόσμο τα βουνά αναδείχθηκαν πολύ συχνά σε σκηνικά ιερουργίας και αναγορεύτηκαν σε «ιερούς τόπους» – όπως στην περίπτωση του Ολύμπου, που αποτέλεσε την κατοικία των θεών, του Σινά και της Σιών της Παλαιστίνης, του Φούτζι της Ιαπωνίας, του Τάι Σαν στην Κίνα και των κορυφών του Σαν Φρανσίσκο της Αριζόνα.
Η αίσθηση της ιερής φύσης των βουνών θα κάνει ακόμη και τους κατοίκους μιας επίπεδης περιοχής, όπως η Μεσοποταμία, να κατασκευάσουν τεχνητά βουνά, τα «ζιγκουράτ», για να μπορούν να συνδιαλέγονται πιο άνετα με τους θεούς. Για το Έβερεστ πάντως, που είναι το κορυφαίο στο γήινο οικοσύστημα, καταθέτει μια επική γραφή ο Ρούσσος Βρανάς: «Ο άνεμος που λυσσομανά μέχρι και 380 χιλιόμετρα την ώρα ακούγεται στ’ αυτιά του επίδοξου κατακτητή σαν το βουητό που κάνει ένα τζάμπο που απογειώνεται»…
Το 23% του πλανήτη μας αναφέρεται ως ορεινή έκταση, με κατοίκους το 10% του γήινου πληθυσμού. Πάντως και τα δύο νούμερα αμφισβητούνται. Το πρώτο διότι το ανάγλυφο του εδάφους δεν προσμετράται σ’ αυτούς τους υπολογισμούς – οι υπολογισμοί έχουν γίνει σε κάτοψη. Το δεύτερο απαιτεί αυστηρές στατιστικές, που λείπουν, πέρα από το γεγονός ότι ο πληθυσμός των βουνών είναι μεταβαλλόμενος, σε διαρκή κίνηση, ιδιαίτερα μάλιστα στις συνθήκες του κρύου.
Σύμφωνα με την Ορνιθολογική Εταιρεία, στην Ελλάδα η υψηλή ορεινή ζώνη καταλαμβάνει μόλις το 2,7% της χερσαίας έκτασης, ενώ το «αλπικό περιβάλλον» (άνω των 2.000 μέτρων) καταλαμβάνει έκταση 160 τετραγωνικών χιλιομέτρων, δηλαδή περίπου το 0,1% της χώρας. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα δεν είναι ορεινή: έχει τα 2/3 του εδάφους της πάνω από 200 μέτρα υψόμετρο, με 413 κορυφές πάνω από 1.000 μέτρα.
Η ιστορία της ορειβασίας
Η μεγαλύτερη μαζική «ορειβασία» στην Ιστορία των αρχαίων χρόνων, όπως αυτή της στρατιάς του Αννίβα στις Άλπεις το 282 π.Χ., έγινε κάθε άλλο παρά με σκοπό την αναψυχή – με τη στενότερη ή ευρύτερη έννοια. Ο Καρχηδόνιος στρατηλάτης αποφάσισε να αιφνιδιάσει τους Ρωμαίους καταφέροντάς τους ένα αποφασιστικό πλήγμα όχι από τον Νότο της Ιταλικής Χερσονήσου, από όπου αναμενόταν η επίθεσή του, αλλά από τον Βορρά.
Γι’ αυτό προήλασε από την Ισπανία προς τη Γαλλία και στη συνέχεια προς τη μεγάλη οροσειρά των Άλπεων αντιμετωπίζοντας στην πορεία του τις επιθέσεις των Γαλατών. Ύστερα από μια εξαιρετικά δύσκολη άνοδο οδήγησε ανθρώπους, εφόδια και υποζύγια (στα οποία περιλαμβάνονταν και πολεμικοί ελέφαντες!) σε μια ακόμη πιο προβληματική κάθοδο μέσα από αυτοσχέδιες διαδρομές.
«Στην κατάβαση δεν συνάντησε πια εχθρούς, εκτός από όσους κρυφά προξενούσαν ζημιές, όμως εξαιτίας των τόπων και του χιονιού έχασε στρατιώτες όχι λιγότερους από όσους χάθηκαν κατά το ανέβασμα στις Άλπεις» έγραψε ο ιστορικός Πολύβιος…
Στους μεταγενέστερους χρόνους ο ποιητής Πετράρχης θα γίνει διάσημος από την ανάβασή του στο βουνό Βεντού, ενώ ο Γάλλος Σονινί επιχειρεί στα τέλη του 18ου αιώνα ανεπιτυχώς να ανέβει στην κορυφή του Ολύμπου. Ο Όλυμπος δεν θα κατακτηθεί πριν από τον Αύγουστο του 1913, από ομάδα ορειβατών στην οποία συμμετέχουν ο Χρήστος Κάκκαλος, ο διάσημος φωτογράφος Frederic Boisonas και o Daniel Baud-Bovy.
Εμπόδιο για την αναρρίχηση στα βουνά ήταν οι ληστές. Η ληστεία, που εδραζόταν στα παλιά ορεινά ορμητήρια, κρατούσε ακόμη και εκατό χρόνια μετά την ελληνική επανάσταση. Ο δικτάτορας Θεόδωρος Πάγκαλος – καμία σχέση με τον εγγονό του – θα επισκεφθεί το 1926 την Κατερίνη για να δει τα κεφάλια του Γιαγκούλα και δύο συνεργατών του καρφωμένα στα σιδερένια κάγκελα του σιδηροδρομικού σταθμού! Βέβαια αρωγός σ’ αυτές τις προσπάθειες έρχεται η ελληνική κυβέρνηση με το Νομοθετικό Διάταγμα του 1925, που χορηγεί αμνηστία σε ληστές που κατέδιδαν ή φόνευαν άλλο ληστή επικηρυγμένο, «σπέρνοντας» έτσι ζιζάνια μεταξύ των παρανόμων και ευνοώντας το πνεύμα της προδοσίας…
Η μεταγενέστερη κρατική πολιτική «προστασίας των λύκων» είναι προϊόν των συναγερμών για τη μείωση της βιοποικιλότητας, αλλά κι αυτή συνεπάγεται μικρο-εξεγέρσεις στον βαθμό που δεν τηρείται με συνέπεια. Παράδειγμα η αντίδραση των κτηνοτρόφων, που το 2000 υπόσχονταν δημόσια σε μια νομαρχιακή συνάντηση στο χωριό Άγραφα να χρησιμοποιήσουν «οικολογικές» μεθόδους συντήρησης των λύκων, εννοώντας τον τουφεκισμό τους…
Ελπίδες οικοτουρισμού
Τα ελληνικά βουνά σήμερα απειλούνται με εξαφάνιση (!) καθώς βαριά σκαπτικά μηχανήματα διατρέχουν τα κορυφαία σημεία τους εγκαθιστώντας ανεμογεννήτριες. Η Ελλάδα, στο πλαίσιο μιας αποικιακής διαχείρισης του ορεινού της χώρου, αποδέχεται την καταστροφή αυτού του χώρου και τον όλεθρο του τοπίου…
Προς το παρόν τα βουνά δέχονται τις επισκέψεις χιλιάδων ορειβατών, είναι χαραγμένα από άπειρα μονοπάτια και παρέχουν πολλές διευκολύνσεις στο πλαίσιο των εξορμήσεων των ορειβατικών συλλόγων, αλλά κι αυτές είναι ανεπαρκείς.
Παρ’ όλα αυτά, τα βουνά και τα χωριά που είναι ακόμη εγκατεστημένα σ’ αυτά παρουσιάζουν σημαντικό ενδιαφέρον σχεδόν όλες τις εποχές του χρόνου: είναι ενδιαφέρον ιστορικό, εκκλησιαστικό, λαογραφικό, καλλιτεχνικό, αρχιτεκτονικό, συνδέεται με τον τρόπο ζωής, έχει προφανή οφέλη στην παρατήρηση του ουρανού – που είναι πιο εντυπωσιακός έως φαντασμαγορικός, που αποκαλύπτει τα περισσότερα αστέρια του τις καλοκαιρινές νύχτες, που είναι για το βόρειο ημισφαίριο περίπου 5.000, κατά πως έλεγε ο αείμνηστος Γιώργος Γραμματικάκης.
Τα βουνά υστερούν από την άποψη της διαθέσιμης γης, ουσιαστικά για γεωργική χρήση έχουν μάλλον κεκλιμένες εκτάσεις, όμως είναι σε θέση να παρέχουν προϊόντα ποιότητας. Προτείνονται λοιπόν για όσους δεν έχουν ξεσαλώσει με τις καυτές παραλίες και ενδιαφέρονται να ζήσουν, σιωπηλά και ψύχραιμα, τη ζωή τους. Προτείνονται ως το μεγάλο, έστω κρυμμένο και υπόρρητο, πλεονέκτημα για τον τουρισμό μας.