Η συναίνεση δεν διατάσσεται!

xatzinikolaou_211

Η ΕΠΙΜΟΝΗ και η συνέπεια με την οποία η στήλη αυτή υποστηρίζει την ανάγκη διαλόγου και συνεννόησης των πολιτικών μας δυνάμεων και ιδίως των δύο μεγαλύτερων κομματικών σχηματισμών, για την έξοδο της χώρας από τη βαθιά και πολύπλευρη κρίση που βιώνει με δραματικό τρόπο τον τελευταίο καιρό, είναι γνωστή. Και, βέβαια, συναίνεση δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη συγκυβέρνηση. Μια minimum πολιτική συμφωνία των κομμάτων -και κυρίως του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ.- να επεξεργασθούν και να υποστηρίξουν από κοινού ορισμένες κρίσιμες αποφάσεις μεταρρυθμιστικού χαρακτήρα, με υψηλό πολιτικό κόστος, καθώς και την εφαρμογή τους στη συνέχεια, στα πλαίσια ενός σύντομου, αυστηρά προκαθορισμένου χρονοδιαγράμματος, θα μπορούσε να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να αλλάξει η κατεύθυνση και το -αρνητικό σήμερα- πρόσημο των εξελίξεων. Θα βελτιωνόταν, έτσι, σημαντικά η ψυχολογία της αγοράς και η λέξη «ελπίδα» θα επέστρεφε στο πολιτικό μας λεξιλόγιο, από το οποίο κυριολεκτικά εξαφανίσθηκε τους τελευταίους μήνες.

ΤΟ «ΤΑΝΓΚΟ», θα μου πείτε, και η συναίνεση προϋποθέτουν να θέλουν και οι δύο. Και στην περίπτωσή μας, το ΠΑΣΟΚ και η κυβέρνησή του, που θα έπρεπε λογικά να έχουν αναλάβει προ πολλού τις σχετικές πρωτοβουλίες, αντίθετα έχουν επιδείξει μέχρι σήμερα αδικαιολόγητη πολιτική αλαζονεία. Ακόμη και κατά τη συζήτηση και ψήφιση του πρώτου Μνημονίου στη Βουλή, στην οποία εύλογα θα ανέμενε κανείς να επιδιώξουν τη μεγαλύτερη δυνατή πλειοψηφία, βασικό και κύριο μέλημά τους ήταν να χρεώσουν την κρίση στις κυβερνήσεις της Ν.Δ., περιλαμβάνοντας στο σχετικό νομοθέτημα κρίσεις και σχόλια που ουσιαστικά «απαγόρευαν» την υποστήριξή του από την αξιωματική αντιπολίτευση.

ΑΝ, ΜΑΛΙΣΤΑ, επιστρέψει κανείς νοητά στην άνοιξη του 2009, λίγους μήνες πριν από τις εκλογές του Οκτωβρίου της ίδιας χρονιάς, όταν ο τότε πρωθυπουργός κ. Κ. Καραμανλής κάλεσε τους πολιτικούς αρχηγούς και ζήτησε τη βοήθειά τους για να εφαρμόσει μια περιοριστική οικονομική πολιτική, που θα απέτρεπε την πτώχευση της χώρας, θα θυμηθεί ότι η στάση του ΠΑΣΟΚ ήταν κάθετα αρνητική. Και, βέβαια, ακολούθησε ο πολιτικός «εκβιασμός» του κ. Γ. Παπανδρέου εν όψει της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, που αναμφίβολα συνετέλεσε σημαντικά στην τελική απόφαση Καραμανλή να στήσει πρόωρα κάλπες. Χάθηκε, έτσι, πολύτιμος χρόνος. Εξι μήνες πριν και έξι μήνες μετά τις εκλογές, μέχρι να γίνει οριστικά αντιληπτό ότι τα… λεφτά δεν υπήρχαν, η χώρα βούλιαζε στην απραξία…

ΜΗΠΩΣ, όμως, έστω και σήμερα, ένα χρόνο μετά την ψήφιση του Μνημονίου και υπό το βάρος των τελευταίων εξόχως αρνητικών εξελίξεων, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ επιδεικνύει ειλικρινή συναινετική διάθεση; Μήπως, έστω και τώρα, που η χώρα βρίσκεται οικονομικά στο τελευταίο σκαλοπάτι στη σκάλα του κακού, ο κ. Γ. Παπανδρέου και οι επιτελείς του επιδιώκουν ειλικρινώς τη συνεργασία με τις άλλες πολιτικές δυνάμεις και ιδίως με την αξιωματική αντιπολίτευση, για να διορθώσουν τα ομολογημένα λάθη της τελευταίας περιόδου και να χαράξουν από κοινού μια νέα πορεία εξόδου από την κρίση;

Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΕΙΝΑΙ, δυστυχώς, αρνητική. Η κυβέρνηση του κ. Γ. Παπανδρέου δεν επιδιώκει τον διάλογο και τη συνεργασία. Επιδιώκει την άνευ όρων συμπόρευση των δυνάμεων της αντιπολίτευσης με την πολιτική της, που όμως έχει ήδη αποδειχθεί αναποτελεσματική και ατελέσφορη. Επιδιώκει την πολιτική «νομιμοποίηση» των λανθασμένων επιλογών της από τους αντιπάλους της, χωρίς η ίδια να επιδεικνύει καμία αξιόλογη διάθεση αυτοκριτικής, συζήτησης και συμφωνίας. Το ΠΑΣΟΚ δεν ζητεί τη συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων με βάση μια συμφωνία κυβέρνησης – αντιπολίτευσης σε ένα minimum πρόγραμμα ταχύρρυθμων μεταρρυθμίσεων και αλλαγών για τη σωτηρία της χώρας. Ζητεί «παράδοση» και συνοδοιπορία. Συνευθύνη ζητεί. Οχι πραγματική συνεργασία. Και το επιβεβαίωσε, γι’ άλλη μια φορά, με τον υπεροπτικό και απαξιωτικό τρόπο που «υποδέχθηκε» τις προχθεσινές προτάσεις Σαμαρά, από το Ζάππειο.

ΞΕΧΝΟΥΝ, προφανώς, η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός ότι η συναίνεση και η συνεργασία οικοδομούνται με πράξεις. Ούτε επιβάλλονται, ούτε «διατάσσονται». Ιδίως, μάλιστα, δεν «διατάσσονται» με πολιτικές εντολές από το εξωτερικό, όπως αυτές του επιτρόπου της Ευρωπαϊκής Ενωσης κ. Ολι Ρεν, ο οποίος θεωρεί -φαίνεται- ότι ο ρόλος του δανειστή περιλαμβάνει και το «δικαίωμα» να ασκεί πολιτική επιτροπεία και να «πατρονάρει» τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας.

ΑΣ ΣΥΓΚΡΑΤΗΘΕΙ ο κύριος επίτροπος. Και ας ρωτήσει για να μάθει. Οσοι μιλούν για συναίνεση και συνεργασία στην Ελλάδα δεν εννοούν ό,τι εκείνος. Μιλούν για εθνική συνεννόηση, ενότητα και αγώνα, προκειμένου να αλλάξουν, μέσα από μια νέα, σκληρή διαπραγμάτευση, οι όροι εκείνοι του Μνημονίου που μας οδήγησαν στη σημερινή βαθιά ύφεση και στην ανεργία του 16%. Μιλούν για εθνικό διάλογο και για εθνική συνεργασία των πολιτικών δυνάμεων, για να ξαναμπεί η χώρα στον δρόμο της ανάπτυξης και όχι για να εξασφαλισθεί ότι θα πληρωθούν οι τόκοι στους κερδοσκόπους, που με τοκογλυφικά επιτόκια αφαίμαξαν και αφαιμάσσουν καθημερινά τη χώρα. Και, πάντως, ο κ. Ολι Ρεν δεν είναι Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας. Η μεταμφίεσή του είναι ατυχής. Και το Τριώδιο πέρασε…