Η COVID-19 δεν είναι «μία ακόμα γρίπη»

Πολλοί αρέσκονται να τις ταυτίζουν προκειμένου να «ξορκίσουν» τον φόβο τους για την πανδημία. Ωστόσο, εποχική γρίπη και νόσος COVID-19 διαφέρουν ως προς τα χαρακτηριστικά τους, εξ ου και απαιτούν διαφορετικές θεραπείες· το μόνο κοινό σημείο είναι η αρχική συμπτωματολογία των ασθενών, καθώς και οι δύο πλήττουν το αναπνευστικό σύστημα.

Οι καθηγητές της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Ευστάθιος Καστρίτης και Θάνος Δημόπουλος (πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τα δεδομένα σχετικά με τη συνύπαρξη της γρίπης και της νόσου COVID-19.

Η λοίμωξη με τους ιούς της γρίπης αποτελεί μία από τις συχνότερες λοιμώξεις κατά τους χειμερινούς μήνες: κάθε χρόνο στην Ελλάδα περίπου 150 ασθενείς καταλήγουν και πολλαπλάσιοι νοσηλεύονται σε νοσοκομεία και σε  ΜΕΘ με επιπλοκές της γρίπης. Τον Φεβρουάριο πολλοί χαρακτήρισαν την COVID-19 «μία ακόμα γρίπη». Ωστόσο, η έως τώρα εμπειρία από την πανδημία έδειξε ότι η λοίμωξη COVID-19 είναι δυστυχώς πιο θανατηφόρος και λιγότερο προβλέψιμη από τη γρίπη. Η COVID-19 δεν φαίνεται να είναι εποχική νόσος, δεδομένου του συνεχώς αυξανόμενου αριθμού κρουσμάτων αυτό το καλοκαίρι στην Ευρώπη αλλά και στην Ελλάδα.

Παραμένουν πολλά ερωτήματα σχετικά με το πώς η εποχική γρίπη μπορεί να επηρεάσει την πανδημία και το αντίστροφο. Τα μέτρα που λαμβάνονται για τον έλεγχο της COVID-19 σίγουρα θα ελαττώσουν την επίπτωση της  γρίπης. Απαιτούνται, όμως, ταχύτερα και ευρύτερα διαθέσιμα διαγνωστικά τεστ για τη διάκριση μεταξύ COVID-19 και γρίπης. Η πορεία της γρίπης είναι ταχεία, η COVID-19 ακολουθεί μια πιο μακρά και απρόβλεπτη πορεία. Η γνώση του αιτίου των συμπτωμάτων από το αναπνευστικό είναι καθοριστική, καθώς η υποστηρικτική θεραπεία για τη γρίπη και την COVID-19 είναι παρόμοιες, αλλά οι ειδικές θεραπείες διαφέρουν: ο ασθενής με γρίπη λαμβάνει στοχευμένη αντιιική αγωγή, αλλά η αντιμετώπιση ασθενών με γρίπη σαν να έχουν COVID-19 είναι σπατάλη πόρων και δυνητικά επιβλαβής. Για παράδειγμα, η δεξαμεθαζόνη φαίνεται να είναι αποτελεσματική σε ορισμένους βαριά ασθενείς με COVID-19, αλλά θα μπορούσε να βλάψει όσους έχουν γρίπη. Είναι, επίσης, σημαντικό να προσδιοριστεί, εάν τα συμπτώματα σε έναν ασθενή οφείλονται στη γρίπη ή στην COVID-19 (ή και τα δύο), επειδή τα μέτρα περιορισμού για την πρώτη δεν είναι τόσο αυστηρά όσο για τη δεύτερη, αφού η COVID-19 μεταδίδεται πιο εύκολα.

Μέτρα αποστασιοποίησης

Μια «κακή» σεζόν γρίπης –λόγω πιο μολυσματικών στελεχών, ανεπαρκών ποσοστών εμβολιασμού του πληθυσμού ή και τα δύο– σε συνδυασμό με την πανδημία COVID-19 που δεν δείχνει σημάδια ύφεσης, μπορεί να οδηγήσει σε υπερκορεσμό των ΜΕΘ. Η χρήση μάσκας, η κοινωνική αποστασιοποίηση, η τηλεργασία, το κλείσιμο σχολείων και άλλες στρατηγικές κατά της COVID-19 θα μειώσουν επίσης τη μετάδοση άλλων λοιμώξεων. Αυτό συνέβη π.χ. στην Ταϊβάν: συγκρίνοντας δεδομένα από το 2016 έως το 2020, διαπίστωσαν ελάττωση των περιπτώσεων σοβαρής γρίπης και θανάτων. Γιαπωνέζοι ερευνητές παρατήρησαν επίσης ελαττωμένη δραστηριότητα της γρίπης και τη συνδέουν με την υψηλή συμμόρφωση του κοινού με τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης.

kathimerini.gr