Hλίας Γιαννακόπουλος: 51 Χρόνια Ελληνικής Δημοκρατίας (1974-2025)

*Παραδοξότητες και αντιφάσεις
*«Ο πρώην πρωθυπουργός της Ελλάδος κ. Κωνσταντίνος Καραμανλής ανεχώρησε ήδη εκ Παρισίων δι΄ Αθήνας κληθείς όπως μετάσχη εις την σύσκεψιν των πολιτικών αρχηγών , την οποίαν συνεκάλεσεν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στρατηγός Φαίδων Γκιζίκης» (ελληνικό ραδιόφωνο 22.30 της 23 Ιουλίου 1974)
**“ Στις 23 Ιουλίου 1974 η επτάχρονη δικτατορία της 21ης Απριλίου, υπό το βάρος της Τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, κατέρρευσε. Οι στρατιωτικοί παρέδωσαν την εξουσία στους πολιτικούς και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ορκίστηκε πρωθυπουργός της χώρας, επικεφαλής της κυβέρνησης «Εθνικής Ενότητας» τις πρώτες πρωινές ώρες της 24ης Ιουλίου. Από την ημέρα αυτή αρχίζει η εποχή της «Μεταπολίτευσης», η λαμπρότερη, ίσως, περίοδος της πολιτικής ιστορίας του ελληνικού κράτους”(από το διαδίκτυο).
Δύο ανακοινώσεις, λιτές και άκρως ενημερωτικές, συνιστούν τα δύο παραπάνω κείμενα. Ωστόσο όσοι έζησαν εκείνες τις ημέρες του Ιουλίου του 1974 διαβάζουν και νιώθουν πολύ διαφορετικά από ό,τι οι σημερινοί αναγνώστες (γεννηθέντες μετά την 24 Ιουλίου 1974). Τα βιώματα χρωματίζουν διαφορετικά την ανάγνωση ενός κειμένου.
Συνιστά παγκόσμια ιδιαιτερότητα μία εθνική τραγωδία (κυπριακή τραγωδία) να οδηγεί στην πολιτική αναγέννηση μιας χώρας (πτώση Χούντας, αποκατάσταση Δημοκρατίας).
Αποτελεί ιστορική- στρατιωτική παραδοξότητα οι στρατιωτικοί (ελληνική χούντα) να παραδίδουν την εξουσία στους πολιτικούς (κυβέρνηση εθνικής ενότητας Κ. Καραμανλή) για να χειριστεί ένα στρατιωτικό γεγονός ( εισβολή Τούρκων στην Κύπρο).
Θεωρείται πολιτικό οξύμωρο η γενέτειρα της Δημοκρατίας να πανηγυρίζει την παλινόρθωσή (αποκατάσταση…) της, αφού οι “βιαστές” της (Χούντα 1967) λιποτάκτησαν μπροστά στον πρώτο εθνικό κίνδυνο που οι ίδιοι εκκόλαψαν με τις αστοχίες τους (ο χαρακτηρισμός είναι επιεικής/εθνικό έγκλημα και προδοσία ήταν).
Αποτελεί χρήσιμο υλικό για την Πολιτική επιστήμη το γεγονός πως ένας πολιτικός (Κ. Καραμανλής) που χρόνια πριν υποχρεώθηκε σε μία πολιτική αυτοεξορία να καλείται να σώσει τη χώρα του από έναν επικείμενο εθνικό κίνδυνο (κυπριακή τραγωδία/φόβος ΕλληνοΤουρκικού πολέμου).
Συνιστά δε πολιτική γενναιότητα, ανεξάρτητα από πολιτικές και ιδεολογικές διαφοροποιήσεις, να αναγνωριστεί η προσφορά του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην μετάβαση από τη Δικτατορία στη Δημοκρατία.
Χρήζει πολιτικής ανάλυσης και κοινωνιολογικής μελέτης (αν όχι και ψυχολογικής-ανθρωπολογικής) το επίπεδο πολιτικής ωριμότητας και αυτοσυγκράτησης που επέδειξε ο ελληνικός λαός κατά την περίοδο της μετάβασης από τη δικτατορία στη Δημοκρατία. Κι αυτό γιατί τα ακραία συναισθήματα, τύπου “δώστε τη χούντα στο λαό” δεν βρήκαν ανταπόκριση τόσο στον πολιτικό κόσμο όσο και στο λαό.
Ίσως ο Λε Μπον θα μάς ήταν χρήσιμος σήμερα για να ερμηνεύσει την ομαλή μετάβαση από τη δικτατορία στη δημοκρατία, αλλά και το επίπεδο-περιεχόμενο της σημερινής μας δημοκρατίας.
Στην κατ’ έθιμον γιορτή της Δημοκρατίας κάθε 24 Ιουλίου στον κήπο του προεδρικού μεγάρου ακούγονται ύμνοι για τη Δημοκρατία, για την ωριμότητα και το δημοκρατικό αίσθημα του ελληνικού λαού και εκφράζεται η ευχή για το βάθεμα και το πλάτεμα του δημοκρατικού μας πολιτεύματός.
Όλοι φυσικά και ιδιαίτερα οι τρόφιμοι της πολιτικής μας εξουσίας διακηρύσσουν πως η Δημοκρατία μας στις μέρες μας είναι τόσο ισχυρή όσο ποτέ άλλοτε. Βέβαια δεν λείπουν και οι ρεαλιστές που συμβουλεύουν να μην εφησυχάζουμε και να αγρυπνούμε, αφού οι κίνδυνοι για την 51χρονη δημοκρατία μας υφίστανται ακόμη. Μόνο που τώρα είναι διαφορετικοί και ίσως λίγο αδιαφανείς(λαϊκισμός, σκανδαλοθηρία…).
Στα προβλήματα της δημοκρατίας μας αλλά και του πολιτικού μας συστήματος συγκαταλέγεται και η “Πολιτική Ασυμμετρία” εξαιτίας της πολιτικής μονοκρατορίας της ΝΔ και της αδυναμίας της αντιπολίτευσης να πείσει ότι αποτελεί μία αξιόπιστη εναλλακτική κυβερνητική πρόταση. Αυτό είναι βλαπτικό τόσο για το έργο της κυβέρνησης όσο και για την υγεία της δημοκρατίας μας
Μία αναδρομή στα 51 χρόνια της Γ΄ ελληνικής Δημοκρατίας θα μάς βοηθούσε να δούμε το μέγεθος του κινδύνου της Πολιτικής Ασυμμετρίας.
Στο διάστημα 1974-1981 ήταν εμφανής και αδιαμφισβήτητη η ηγεμονία και κυριαρχία της ΝΔ, αφού ο ιδρυτής της Κ. Καραμανλής πιστώθηκε την ομαλή μετάβαση από τη Δικτατορία στην Δημοκρατία.
Ωστόσο το πολιτικό μας σύστημα λειτουργούσε ομαλά αφού το ΠΑΣΟΚ, ως πολιτική θύελλα, κυριαρχούσε στην αντιπολίτευση και διεκδικούσε με πειστικό τρόπο και νέες ιδέες την κυβερνητική εξουσία. Υπήρχε, δηλαδή, το θεσμικό αντίβαρο στην εναλλαγή της εξουσίας, όπως συμβαίνει- και πρέπει να συμβαίνει- σε μία κανονική δημοκρατία.
Μπορεί στις 18 Οκτωβρίου 1981 να μην είχαμε σοσιαλισμό (“στις 18 σοσιαλισμό”, κυρίαρχο προεκλογικό σύνθημα του ΠΑΣΟΚ), είχαμε, όμως, μία ομαλή εναλλαγή στην εξουσία. Ο διπολισμός που κυριάρχησε για πολλά χρόνια (ΝΔ/ΠΑΣΟΚ) μπορεί να είχε τα αρνητικά του, εξασφάλισε, όμως, την πολιτική σταθερότητα στη χώρα μας.

Σήμερα τα κόμματα της αντιπολίτευσης αντί να συναγωνίζονται-ανταγωνίζονται για την διαδοχή της ΝΔ στην εξουσία σε περίπτωση ήττας
της στις επόμενες εκλογές, αναλώνονται στον αγώνα για την κατάκτηση της δεύτερης θέσης, ως αξιωματικής αντιπολίτευσης και ενίοτε πανηγυρίζουν γι αυτό το επίτευγμα.
Και αντί να προβάλλουν το πρόγραμμά τους ως εναλλακτική κυβερνητική πρόταση εξαντλούνται στις προτάσεις για “Εξεταστικές ή Προανακριτικές Επιτροπές”. Αλήθεια ποια η προσφορά αυτών των επιτροπών στην οξυγόνωση της δημοκρατίας μας. Ποια κομματική ή πολιτική διαστροφή τείνει να μετατρέψει την Νομοθετική σε Δικαστική Εξουσία;
Αντί η κυβέρνηση να θεσμοθετεί κανόνες για την εξάλειψης φαινομένων τύπου ΟΠΕΚΕΠΕ προτείνει αναδρομική εξέταση παρόμοιων φαινομένων στις προηγούμενες δεκαετίες. Άλμα, δηλαδή στο παρελθόν αντί στο μέλλον.
Η αντιπολίτευση, ως όφειλε, αντί να ελέγχει την κυβέρνηση για παρατυπίες και αβλεψίες της και να προλαμβάνονται έτσι φαινόμενα κακοδιοίκησης, εστιάζει την αντιπολιτευτική της κριτική στο δόγμα “εμείς είμαστε καθαροί”. Λειτουργεί, δηλαδή, ως Επιμηθεύς αντί ως Προμηθεύς στο θέμα να προβλέπονται και να αποφεύγονται φαινόμενα τύπου ΟΠΕΚΕΠΕ.
Γιατί όταν εμφανίζονται φαινόμενα αδιαφάνειας με οσμή σκανδάλων τότε ο λαός συλλήβδην αποφαίνεται πως “όλοι ίδιοι είναι”.
Έτσι, όμως, την πολιτική αποσυναρμολόγηση -αποσάθρωση και αποδιοργάνωση την συνοδεύει η κοινωνική έκπτωση και σήψη.
Θα ήταν ενδιαφέρον, αντί για τις υποκριτικές φιλοφρονήσεις μεταξύ των πολιτικών στον κήπο του προεδρικού μεγάρου και τις δηλώσεις για την ευεξία της Δημοκρατίας μας, να υπήρχε μια διακομματική πρόταση νόμου για την πρόληψη και αποτροπή φαινομένων διαφθοράς και αδιαφάνειας στο δημόσιο τομέα. Μόνον έτσι θωρακίζεται η δημοκρατία μας και όχι με τις ατελέσφορες εξεταστικές και προανακριτικές επιτροπές.
Συνιστά δε ανησυχητικό σημείο για τα 51χρονα της δημοκρατίας μας το γεγονός πως τα πρωτοσέλιδα του έντυπου και ηλεκτρονικού τύπου απασχολεί περισσότερο η δυσωδία του σκανδάλου του ΟΠΕΚΕΠΕ και οι λεκτικές αψιμαχίες της αρχηγού ενός κόμματος με τους άλλους βουλευτές και όχι το νομοθετικό έργο της Βουλής.
Εξίσου, επίσης, ανησυχητικό σημείο είναι και το γεγονός πως τη στιγμή που ο Ερντογάν με ωμό και απροκάλυπτο τρόπο αμφισβητεί τα κυριαρχικά μας δικαιώματα σε κάποια νησιά του Αιγαίου (βάζοντας τελευταία και τη Λιβύη ως δορυφόρο σε αυτήν την αμφισβήτηση ), η κυβέρνηση αγωνιά και άγχεται για τον τρόπο με τον οποίο θα απεγκλωβιστεί από το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ.
Την αρνητική εικόνα της δημοκρατίας μας στον τομέα αυτό συμπληρώνει και η συμπεριφορά της αντιπολίτευσης συλλήβδην που αντί να πιέζει και να βοηθά την κυβέρνηση
στη χάραξη μιας νέας εξωτερικής πολιτικής και να δημιουργεί κλίμα εθνικής ανάταξης του λαού εστιάζει την προσοχή της σε ανούσια συνέδρια και σε σενάρια συγκρότησης αντι-Μητσοτακικών κομματικών σχηματισμών για τις επόμενες εκλογές (περίπτωση Κεντρο-Αριστεράς).
Την εικόνα της αδράνειας της αντιπολίτευσης και του εκφυλισμού του έργου της συμπληρώνουν και οι διεργασίες δημιουργίας νέων κομμάτων από υλικά και πρόσωπα του παρελθόντος (Τσίπρας, Σαμαράς).
Μέσα σε αυτό το νοσηρή κλίμα ασφυκτιά η 51χρονη δημοκρατία μας και αναζητά τρόπους απαλλαγής από τα βαρίδια του παρελθόντος αναζητώντας νέα πρόσωπα και νέους δρόμους. Ωστόσο δεν πρέπει να ξεχνάμε ως άτομα, κοινωνία, λαός και πολιτικό σύστημα μία βασική θέση:
“Η αλλαγή είναι μία δύναμη της φύσης αναπόφευκτη. Η εξέλιξη, όμως είναι επιλογή”.
Γι αυτό το λόγο και ενόψει των δυσκολιών (εξωτερικών και εσωτερικών) που θα εμφανιστούν ελπίζω πως ο νέος Πρόεδρος Δημοκρατίας θα αναλάβει τις αναγκαίες πρωτοβουλίες για την ενδυνάμωση της δημοκρατίας μας και την ισχυροποίηση της χώρας μας στο νέο διεθνές περιβάλλον που πλήττεται από τεκτονικούς σεισμούς.
Καλές οι κατ’ έθιμον δηλώσεις, κομματικές ανακοινώσεις και οι κοσμικές εκδηλώσεις την ημέρα εορτασμού της αποκατάστασης της δημοκρατίας μας, αλλά δεν αρκούν. Οι αυτοναρκισσευόμενοι λόγοι περί ισχυρής δημοκρατίας χρειάζονται και τα αντίστοιχα έργα-θεσμικού χαρακτήρα-για να της προσδώσουν μία νέα δυναμική.
Και να μην ξεχνάμε πως στη δημοκρατία, για τα στραβά και τα ίσα είμαστε όλοι υπεύθυνοι. Λαός (πολίτες) αλλά και Πολιτικοί. Ο Καμύ το είχε πει από παλιά:
“Όταν όλοι θα είμαστε ένοχοι, τότε θα έχουμε δημοκρατία”.