Γιώργος Παπασίμος: Το «λυκόφως» της αγροτικής τάξης

       Η κοινωνική εξέγερση των αγροτών και οι αγροτικές κινητοποιήσεις αποτελούν μια ισχυρή κραυγή αγωνίας των ελλήνων αγροτών μπροστά στην διαγραφόμενη χρεοκοπία και το ξεκλήρισμα της μικρομεσαίας αγροτιάς, που αποτελεί βασικό πυλώνα της ελληνικής περιφέρειας. Οι κινητοποιήσεις των αγροτών για την καθυστέρηση πληρωμής των επιδοτήσεων, λόγω του τεράστιου σκανδάλου του ΟΠΕΚΕΠΕ, αλλά και για το απαγορευτικό πλέον κόστος παραγωγής, αφού βρισκόμαστε μπροστά στην κατάρρευση των τιμών και του αγροτικού εισοδήματος σε όλα τα προϊόντα, είναι πλέον μονόδρομος. Αποτελούν όμως και κόλαφο για την πλειοψηφία των αγροτών, οι οποίοι με μαζικό τρόπο στήριξαν στις τελευταίες εθνικές εκλογές το κόμμα της Ν.Δ., πιστεύοντας στο θολό κλίμα των υποσχέσεων ότι θα τους λύσει τα προβλήματα παρά το γεγονός, ότι αντικειμενικά το πρόγραμμα της Ν.Δ. για την αγροτική οικονομία οδηγεί περαιτέρω σε πλήρη αφανισμό της μικρομεσαίας αγροτιάς.

Πράγματι, πριν «αλέκτωρ λαλήσει τρεις», στον δεύτερο χρόνο της δεύτερης τετραετίας διακυβέρνησης της χώρας από τη Ν.Δ., έχουμε την δραματική μείωση του αγροτικού εισοδήματος όλων σχεδόν των παραγωγών. Αυτή η δραματική φετινή επιδείνωση πέραν των γενικότερων προβλημάτων που αφορούν την αγροτική παραγωγή στην Ελλάδα σε συνδυασμό με τους καταστρεπτικούς κανονισμούς της ΚΑΠ για βασικά εθνικά προϊόντα, οφείλεται και στο γεγονός ότι η κυβέρνηση αυτή, πέραν της δραματικής ευθύνης της για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, την διοχέτευση των χρημάτων του Ταμείου Ανάκαμψης σε αλλότριους σκοπούς και όχι για παράδειγμα στην ενίσχυση του πρωτογενούς τομέα, εξαργύρωσε πολιτικά γραμμάτια προς τους μεγαλέμπορους και τους πάσης φύσεως μεταπράτες, μετατρέποντας την ελληνική ύπαιθρο στην κυριολεξία σε «πολεμική ζώνη» με άμεσα θύματα τις οικογένειες των αγροτών.

Το αγροτικό πρόβλημα της Ελλάδος, το οποίο πλέον μετατρέπεται σε εφιάλτη για τη χώρα και την κοινωνική και οικονομική της διάρθρωση, συνδέεται άρρηκτα με τις μόνιμες πληγές όλης της μεταπολεμικής περιόδου, που οφείλονται στο μοντέλο ανάπτυξης της ελληνικής γεωργίας από τη νόθα και εξαρτημένη παρασιτική οικονομική ολιγαρχία, σε συνδυασμό με τις αρνητικές εξελίξεις στο διεθνές παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα και έχουν γίνει πλέον γάγγραινα.

Παρά το γεγονός, ότι η γεωργία στη χώρα μας αποτελούσε και αποτελεί τον σημαντικότερο παράγοντα συσσώρευσης πλούτου για την εθνική οικονομία, αντιμετωπίστηκε από το κατεστημένο και τα κόμματα εξουσίας που εξέφραζαν αυτό, ως υπολειμματικός κλάδος της οικονομίας. Αυτό είχε ως συνέπεια την έλλειψη παραγωγικού προσανατολισμού, την απουσία στρατηγικής για την διάθεση προϊόντων στο εξωτερικό με διεύρυνση των αγορών, την ανυπαρξία σύνδεσης της γεωργικής παραγωγής με τη μεταποίηση. Εάν σ’ αυτά συνυπολογιστούν και η εγκληματική έλλειψη και απουσία πολιτικής γης, η παντελής έλλειψη αγροτικής έρευνας και εκπαίδευσης και η συστηματική υπονόμευση και δυσφήμιση του Συνεταιριστικού Κινήματος, τότε ολοκληρώνεται ο κύκλος του παραγωγικού αναχρονισμού και εξηγείται η προδιαγραφόμενη χρεοκοπία της ελληνικής γεωργίας.

          Τα παραπάνω χρόνια προβλήματα του μεταπολεμικού μοντέλου ανάπτυξης της ελληνικής γεωργίας, μεγεθύνθηκαν από την ΚΑΠ, η οποία ως προστατευτική πολιτική στην Ευρωπαϊκή Ένωση στον αγροτικό Τομέα λειτουργεί υπέρ της πλούσιας γεωργίας του βορρά, που απορροφά το 70% των γεωργικών επιδοτήσεων της Κοινότητας, δημιουργώντας άδικες και άνισες καταστάσεις στους αγρότες του Νότου και ευνοώντας κυρίως του μεγαλοκτηματίες, όπως πιστοποιείται συνεχώς και από κάθε αναθεώρηση της ΚΑΠ, που είναι συνεχώς και αρνητικότερη για το Νότο.

          Εάν σε αυτό προσθέσει κανείς και τις αντεθνικές και ανήθικες πολιτικές πλιατσικολόγησης των ευρωπαϊκών πόρων προς την αγροτική τάξη (ΟΠΕΚΕΠΕ) τότε μπορεί κανείς να δει το παζλ αυτής της τραγωδίας

Το δυστύχημα και η πρόκληση είναι ότι η Ελλάδα είχε όλες τις δυνατότητες με βάση ένα προοδευτικό σχέδιο αγροτικής ανάπτυξης να έχει ισχυρή και ανταγωνιστική αγροτική οικονομία, όπως έχει πιστοποιηθεί και από έρευνες του ΙΟΒΕ, καλύπτοντας καταρχήν το τεράστιο αγροτικό της έλλειμμα που ξεπερνά σήμερα τα 7 δισ. ευρώ τον χρόνο. Παράλληλα η συγκυρία στον πλανήτη που πλήττεται από τα λεγόμενα «διατροφικά τσερνομπίλ» τόσο στη ζωική παραγωγή όσο και στη φυτική παραγωγή με τα μεταλλαγμένα, που αποτελούν «δαμόκλεια σπάθη» στην υγεία δισεκατομμυρίων πολιτών και προωθούνται με γιγάντιο τρόπο από τις πολυεθνικές εταιρείες, ευνοεί τις αγροτικές οικονομίες που μπορούν να παράσχουν επώνυμα ποιοτικά, οικολογικά, φυτικά και ζωικά προϊόντα, όπως για παράδειγμα η χώρα μας.

          Για να αξιοποιηθούν όμως όλες αυτές οι συγκυρίες απαιτείται εθνικό σχέδιο και καθαρός οδικός χάρτης, κάτι που απουσιάζει παντελώς από το χρεωκοπημένο πολιτικό σύστημα εξουσίας της Ελλάδος και ειδικότερα από την κυβέρνηση της ΝΔ, που ευνοεί τους γαλάζιους χρυσοκάνθαρους και τα ακρίδες, που πληγώνουν το παρόν και το μέλλον της χώρας.