Γιώργος Μισιάκας: Γιατί μισούν και πολεμούν τις Παρελάσεις

Η αφορμή για αυτό το κείμενο-ανάλυση είναι τα όσα διέπραξαν τα θηλυκού γένους «σούργελα» στην πρόσφατη Παρέλαση για την Εθνική Επέτειο της 28ης Οκτωβρίου 1940 στην Νέα Φιλαδέλφεια. Η αιτία, όμως, είναι ευρύτερη και έχει να κάνει με την ουσιαστική έννοια και τον βαθύ χαρακτήρα των Παρελάσεων. Ξεκινώντας από την αιτία, η γνωστή λαϊκή ρήση «πες μου τον φίλο σου να σου πω ποιος είσαι» βρήκε την πρακτική εφαρμογή της (και) σ’ αυτή την περίπτωση. Οι επόμενες ημέρες μετά το θλιβερό περιστατικό (παρατηρώντας το ποια «ερπετά» έσπευσαν να υπερασπιστούν με ζήλο την αναιδή και βέβηλη πράξη αυτών των γελοίων υποκειμένων, καθώς και το ποιες βρωμοφυλλάδες έκαναν πρωτοσέλιδο με θετική αναφορά στις αθλιότητες των συγκεκριμένων «νούμερων») ήσαν άκρως αποκαλυπτικές για το ποιόν προσώπων και καταστάσεων.

Ας ξεκινήσουμε από το αυτονόητο: οι «μαθήτριες» δεν ήσαν καθόλου μαθήτριες (μια απλή ματιά αρκεί για του λόγου το αληθές, καθώς μάλιστα ορισμένες εξ αυτών είχαν πιάσει για τα καλά τα πρώτα «-άντα»), αλλά (αν)ώριμες γυναίκες με σχεδιασμένη στόχευση. Η επιστολή –«μανιφέστο», που με χαρά φιλοξένησε η ανθελληνική φυλλάδα του κακομοίρη-ασχημομούρη Ψαρρά και των λοιπών εθνομηδενιστών, δείχνει να είναι γραμμένη από άνδρα και όχι από γυναίκα. «Κατεβήκαμε ακαλούπωτοι», γράφεται σε κάποιο σημείο του «μανιφέστου» και όχι «ακαλούπωτες». Και όποιος κατάλαβε-κατάλαβε για το ποιοι πραγματικά κρύβονται γύρω από τον σχεδιασμό και την συγγραφή αυτού του ελεεινά εθνομηδενιστικού «μανιφέστου», του ραντισμένου με απύθμενο ανθελληνικό μίσος.

Αρκετά, όμως, ασχοληθήκαμε με αυτά τα ανιστόρητα «τσόκαρα» και τις ρυτιδιασμένες εκφράσεις τους αθλιότητας και γελοιότητας, για τα οποία η έλλειψη στοργής, κατανόησης και προβληματισμού στην παιδική τους ηλικία και η πιθανώς ανέραστη συμπεριφορά τους στη συνέχεια του βίου τους δείχνει την αηδιαστική κατάληξη μιας οδυνηρά ντροπιαστικής διαδρομής. Απλώς να πούμε, επειδή στο «μανιφέστο» τους έγινε αναφορά στους ΜόντιΠάιθον, ότι η ευρηματική και ταλαντούχα αυτή ομάδα των αντισυστημικών Άγγλων σατίριζε την Βρετανική γραφειοκρατία. Για να μην μιλήσουμε για την πρόσφατη διαπίστωση του πρωταγωνιστή του σκετς Τζων Κλιζ για το πολυπολιτισμικό Λονδίνο με τέτοιο τρόπο που ενόχλησε σφόδρα τους κήρυκες της «πολιτικής ορθότητας».

Ας μην μας εκπλήσσει, όμως, το συγκεκριμένο γεγονός, καθώς η επί πολλά χρόνια επιχειρούμενη μείωση και βεβήλωση κάθε Εθνικού στοιχείου, κατά την οποία η Ελληνική Σημαία, τα Εθνικά Σύμβολα, η Πατριωτική ιδιότητα, ουσιαστικά λοιδορήθηκαν και ποινικοποιήθηκαν ιδεολογικά, έχει αφήσει τα απόνερά της. Στα χρόνια της Μεταπολίτευσης και (κυρίως) του «Συνταγματικού τόξου», οι Παρελάσεις, καθόλου τυχαία, έχουν στοχοποιηθεί μεθοδευμένα από όλους εκείνους, οι οποίοι προσπαθούν να αποδημήσουν την Συλλογική Ταυτότητα, την αέναη σύνδεση με τον Εθνικό Κορμό, το βασικό στοιχείο του συνανήκειν. Αποτελούν, μαζί με την ιστορία, ένα από τα κορυφαία σημεία ιδεολογικής αντιπαράθεσης και πάλης. Επομένως, ο πραγματικός λόγος της πρότασης για «κατάργηση των παρελάσεων» δεν είναι το «μιλιταριστικό πνεύμα» που, υποτίθεται ότι, εμφυλοχωρεί μέσω αυτής της διαδικασίας. Ο πραγματικός στόχος αφορά την διακοπή της συμβολικής αναπαράστασης που αναφέρεται στο Έθνος, ως Λαϊκή πολιτική-πολιτιστική Κοινότητα διακριτή, που αναπαράγεται δια μέσω των πρακτικών της καθημερινής ζωής. Άρα, η πρόταση για «κατάργηση των παρελάσεων» αποτελεί μέρος της αστήρικτης θεωρίας ότι «το Έθνος είναι κοινωνική κατασκευή», επινόηση που αναπαράγεται και μέσω συμβολικών πρακτικών. Στην μεταμοντέρνα εποχή της νεοτερικότητας (πρέπει να) υπάρχει μία διάλυση αυτών των συμβολικών πρακτικών. Φαινόμενα-γεγονότα όπως ο κατακερματισμός της Εθνικής και Κοινωνικής Συνείδησης, η παβλοφική αντίδραση στα σημαντικά θέματα και συμβάντα, η νοοτροπία του «κοιτάμε το δέντρο και όχι το δάσος» κ.ο.κ. αποδεικνύουν του λόγου το αληθές.

Όλα αυτά γίνονται με σκοπό τον σαφή επηρεασμό-πλύση εγκεφάλου των Ελλήνων και κυρίως των πιο νέων ηλικιακά. Η επιλογή της απαξίωσης και της αποχής από τα Κοινά, η καλλιέργεια απέχθειας και μίσους απέναντι σε κάθε έκφραση της Ελληνικότητας, ο ολοένα και πιο κυρίαρχος ρόλος του ατομοκεντρισμού, αποτελούν μέρος των στοιχείων που χαρακτηρίζουν την πολιτική και πολιτιστική συμπεριφορά μέρους της νεολαίας αλλά και της κοινωνίας ευρύτερα. Στις μέρες μας η εξουσιαστική ύπαρξη του ανθελληνισμού, είτε μαρξιστικού είτε φιλελεύθερου περιεχομένου, δεν περνάει μόνο μέσα από αποτυχημένα και απάνθρωπα οικονομικά πειράματα. Πολύ περισσότερο, επιχειρεί να διεισδύσει ως δηλητήριο στον κοινωνικό ιστό μέσα από την υιοθέτηση υβριδικών ιδεολογημάτων, μεταμοντέρνων συμπεριφορών και πολυπολιτισμικών προτύπων. Επομένως, όλη αυτή η (ύπουλη) πολεμική μίσους κατά των Παρελάσεων και σε κάθε άλλη τελετουργία που δομεί μια Λαϊκή Κοινότητα κοινής καταγωγής, συναισθήματος και εμπειρίας (Λαϊκή Κοινότητα = φασισμός για την σύγχρονη καταναλωτική κοινωνία) είναι εντελώς συστημική μέσα στον απόλυτα κάλπικο αντισυστημισμό της.

Την ώρα που η Τουρκία (και όχι μόνον) απειλεί ασύστολα, οι κάθε λογής εθνομηδενιστές προπαγανδίζουν πρόστυχα την υποταγή δια του περιβόητου «φιλειρηνισμού» και «αντιμιλιταρισμού». Η επιβαλλόμενη Αντίδραση-Αντίσταση στους πεμπτοφαλαγγίτες του εθνικού αυτοευνουχισμού οφείλει να συνίσταται στην αναγκαιότητα μιας πλήρους και συγκροτημένης υιοθέτησης ενός θεμελιακού προτύπου που θα ανταποκρίνεται επιτυχώς στην ανάγκη για Εθνική Επιβίωση. Έναν τέτοιο θεμέλιο λίθο υπεράσπισης αποτελούν ασφαλώς και οι Παρελάσεις.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΙΣΙΑΚΑΣ