Τα εσώρουχά μας είναι τα ρούχα μας που φοράμε περισσότερο από όλα τα υπόλοιπα και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο θα πρέπει να ξοδεύουμε για την αγορά τους περισσότερα χρήματα.
Ξοδεύοντας περισσότερα χρήματα στην αγορά εσωρούχων, αντιμετωπίζουμε καλύτερα ένα από τα πιο σημαντικά περιβαλλοντικά ζητήματα της εποχής μας: Το fashion waste, δηλαδή τα «απόβλητα μόδας», τα ρούχα που καταλήγουν στα σκουπίδια, καθώς η χρησιμότητά τους είναι εξαιρετικά περιορισμένη. Αγοράζοντας βασικά προϊόντα καλύτερης ποιότητας που θα διαρκέσουν περισσότερο, περιορίζουμε δραστικά το fashion waste.
Φοράμε τα εσώρουχά μας πολύ συχνά – περίπου μία φορά την εβδομάδα, δηλαδή περί τις 52 φορές τον χρόνο. «Ποιο άλλο μας ρούχο φοράμε τόσο συχνά;», διερωτάται σε άρθρο της η εφημερίδα Washington Post, συμπληρώνοντας πως κατά πάσα πιθανότητα ξοδεύουμε πολύ μικρότερα ποσά στην αγορά των εσωρούχων μας από ό,τι για παράδειγμα σε ένα ρούχο που αγοράζουμε για εξαιρετικές περιπτώσεις και μπορεί, τελικά, να φορέσουμε δύο φορές στη ζωή μας. Το αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής είναι πως τα κομμάτια της γκαρνταρόμπας μας που φοράμε πιο συχνά από όλα τα άλλα, να φθείρονται ευκολότερα και να καταλήγουν στα σκουπίδια, συμβάλλοντας στο fashion waste.
Τι θα γινόταν όμως αν διαθέταμε περισσότερα χρήματα από τον προϋπολογισμό μας στα ρούχα που φοράμε πιο συχνά, επενδύοντας σε προϊόντα υψηλότερης ποιότητας που διαρκούν περισσότερο; Αυτή είναι η λογική του «value for money», δηλαδή του να πληρώνουμε κάτι ακριβότερα διότι αξίζει περισσότερο, είναι πιο ποιοτικό. Πρόκειται για μια προσέγγιση που οι ειδικοί της μόδας και της ψυχολογίας λένε ότι θα μπορούσε να μεταμορφώσει τη σχέση μας με την γκαρνταρόμπα μας, έτσι ώστε να είναι λιγότερο πιθανό να παρασυρθούμε από αγορές «fast fashion» – που είναι οικονομικές, αλλά εφήμερες. Αγοράζοντας λιγότερα άλλωστε, το μήνυμα προς τη βιομηχανία της μόδας είναι σαφές: Θέλουμε ρούχα που διαρκούν περισσότερο και είμαστε διατεθειμένοι να πληρώσουμε περισσότερα για τα κομμάτια αυτά.
Αλλάζοντας τη βιομηχανία της μόδας για την αναστροφή του fashion waste
«Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μια πιο στοχευμένη εμπειρία, όπου οι αγορές βασίζονται στην πραγματική ανάγκη και τη μακροπρόθεσμη χρησιμότητα, παρά στην παρόρμηση ή την ψυχολογία της στιγμής», δήλωσε στην Washington Post ο Jay Yoo, ερευνητής για τη συμπεριφορά και τη μόδα των καταναλωτών στο Πανεπιστήμιο Baylor. O μέσος Αμερικανός αγοράζει περισσότερα από ένα καινούργιο ρούχο την εβδομάδα – που σημαίνει ότι μέσα σε πέντε χρόνια, έχει αγοράσει περισσότερα από 320 ρούχα. Με βάση την υπόθεση ότι κάθε φορά που ντύνεται κάποιος φορά 3 – 4 ρούχα τη φορά, αυτό μεταφράζεται σε 80 έως 100 διαφορετικά ντυσίματα μέσα σε πέντε χρόνια.
Αυτός ο τρόπος αγοράς ρούχων ενθαρρύνει τη βιομηχανία μόδας να συνεχίσει να παράγει περισσότερα και φθηνά είδη. Τα τελευταία 15 χρόνια, η παραγωγή ρούχων έχει σχεδόν διπλασιαστεί παγκοσμίως, ενώ εμείς φοράμε το ίδιο ρούχο κατά 40% λιγότερο. Η βιομηχανία της μόδας είναι ο δεύτερος πιο ρυπογόνος τομέας στον κόσμο, καθώς δημιουργεί μεταξύ 8 και 10% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου – πίσω μόνο από τις μεταφορές.
Πώς θα αγοράζουμε ρούχα με την καλύτερη αναλογία τιμής – χρήσης
Προκειμένου η μόδα και ο τρόπος παραγωγής ρούχων να αλλάξει, χρειάζεται και αλλαγή της νοοτροπίας των καταναλωτών – που με τη σειρά της θα ωθήσει τη βιομηχανία σε αλλαγές. Πώς θα κατορθώσουμε να αγοράζουμε πιο «σωστά» και οικολογικά τα ρούχα μας; Η εξίσωση είναι απλή, όπως επισημαίνει η Washington Post; Παίρνουμε την τιμή του ρούχου που θέλουμε να αγοράσουμε και τη διαιρούμε με τις φορές που πιστεύουμε ότι θα το φορέσουμε πριν το βαρεθούμε ή πριν χαλάσει.
«Η υψηλότερη ποιότητα συχνά συμβάλλει σε μεγαλύτερη διάρκεια ζωής, επομένως το κόστος ανά χρήση μειώνεται πραγματικά με την πάροδο του χρόνου», εξηγεί η Katrina Caspelich, η διευθύντρια μάρκετινγκ στον Remake, έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό που υποστηρίζει τη βιώσιμη και ηθική μόδα και συνεχίζει: «Μακροπρόθεσμα, είναι πραγματικά πιο ακριβό να αγοράζεις κάτι φθηνά. Και πολύς χρόνος, χρήμα και ενέργεια χάνονται όταν πρέπει συνεχώς να αντικαθιστούμε ρούχα που διαλύονται, αφού τα φορέσουμε ελάχιστα».
Με πληροφορίες από Washington Post / lifo.gr